Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Α’ Μέρος
Είναι γνωστό πως στην αρχή του Πελοποννησιακού πολέμου, την άνοιξη του 430 π.Χ., έπεσε στην Αθήνα μια αρρώστια, ένας λοιμός, τον οποίο περιγράφει ο Θουκυδίδης στην Ιστορία του (ΙΙ 47 κ.ε.). Έχει ενδιαφέρον να δει κανείς τις ομοιότητες ανάμεσα στην κατάσταση που βίωνε τότε η Αθήνα και την κατάσταση που βιώνουμε εμείς σήμερα. Γιατί πρέπει να λάβουμε υπόψη πως η χώρα μας βρίσκεται σε πολύ δυσμενέστερη θέση από ό,τι οι άλλες ευρωπαϊκές και μη χώρες. Εμείς δεν αντιμετωπίζουμε μόνο τον κίνδυνο από τον κορονοϊό. Αντιμετωπίζουμε και τον σχεδόν κηρυγμένο πόλεμο με τους γείτονες μας τους Τούρκους και σε μια εποχή που προσπαθούμε να ανακάμψουμε από την οικονομική κρίση που περάσαμε τα τελευταία δέκα χρόνια. Στην πραγματικότητα διεξάγουμε ένα αγώνα διμέτωπο χωρίς να ξέρουμε ποιο από τα δύο μέτωπα είναι πιο επικίνδυνο.
Είναι γνωστό πως η Ιστορία είναι δασκάλα της ζωής, magistra vitae, όπως έλεγαν οι Λατίνοι, και πως τα «προγεγενημένα» αποτελούν «την αρίστην διδασκαλίαν» τουλάχιστον γι’ αυτούς που ξέρουν να τα αποκωδικοποιούν και να τα αξιοποιούν. Άλλωστε και ο Θουκυδίδης ο ίδιος, συνειδητοποιώντας αυτή την αλήθεια, δήλωσε πως έγραψε την Ιστορία του για να είναι «κτήμα ες αεί» του ανθρώπου, ένα παντοτινό απόκτημα από το οποίο θα μπορούσε αυτός να ωφεληθεί. Και στην περίπτωση του λοιμού ο Θουκυδίδης δηλώνει: «Εγώ θα περιγράψω και πώς εκδηλωνόταν η αρρώστια και τι συμπτώματα είχε, ώστε παρατηρώντας τα κανείς με προσοχή, αν καμιά φορά ξανασυμβεί, να είναι πιο πολύ σε θέση, έχοντας κάποια ιδέα γι’ αυτή από πριν, να ξέρει. Και αυτά θα τα εκθέσω , γιατί και ο ίδιος αρρώστησα κι άλλους είδα με τα μάτια μου να έχουν προσβληθεί από αυτή». Κι είναι πολύ σημαντικό γεγονός ο κορονοϊός αυτός και, όπως λένε μερικοί, θα έχει σοβαρές συνέπειες πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές, όπως είχε και την εποχή εκείνη ο λοιμός για την Αθήνα, μια εποχή που τα ηνία της πόλης τα κρατούσε ένας άξιος πολιτικός, ο Περικλής.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Το Μάιο του 430 π.Χ. οι Πελοποννήσιοι είχαν εισβάλει για δεύτερη φορά στην Αττική και αυτή η εισβολή κράτησε μέχρι το τέλος του Ιουνίου του ίδιου έτους. Οι Αθηναίοι κακοπαθούσαν τότε και άρχισαν να στρέφονται εναντίον του Περικλή που τους είχε σύρει σε ένα πόλεμο που οι ίδιοι είχαν αποφασίσει. Όμως οι Αθηναίοι κακοπαθούσαν και από τον λοιμό ο οποίος είχε ενσκήψει. Η κατάσταση θυμίζει την ομηρική Ιλιάδα (Α 61) όπου λέγεται πως «ομού πόλεμός τε δαμά και λοιμός Αχαιούς», ο πόλεμος μαζί και ο λοιμός ταλαιπωρεί τους Αχαιούς. Ο Θουκυδίδης αναφέρει σχετικά: «Μετά τη δεύτερη εισβολή των Πελοποννησίων οι Αθηναίοι, επειδή και η γη τους είχε ρημαχτεί για δεύτερη φορά και ταυτόχρονα τους βασάνιζε η επιδημία και ο πόλεμος μαζί, είχαν γίνει αλλιώτικοι στις διαθέσεις τους και τα είχαν με τον Περικλή, γιατί τάχα τους είχε παρασύρει στον πόλεμο και εξαιτίας του είχαν πέσει σε όλες αυτές τις συμφορές». Και βέβαια πιο πολύ οι πολιτικοί του αντίπαλοι βρήκαν την ευκαιρία να τον κατηγορήσουν, να υποσκάψουν το κύρος του και να στρέψουν τον λαό εναντίον του. Και η πατρίδα μας ταλαιπωρείται σήμερα και από μια μορφή πολέμου με την Τουρκία και από την επιδημία το κορονοϊού. Και δεν θα είναι καθόλου περίεργο να δούμε και εδώ τους πολιτικούς αντιπάλους των κυβερνώντων να στραφούν εναντίον τους, αν κάτι δεν πάει καλά, έστω και αν φαινομενικά δηλώνουν πως συμφωνούν με τις ενέργειες της κυβέρνησης στην παρούσα φάση.
Ο Περικλής, βέβαια, ως ικανός πολιτικός διέθετε διορατικότητα και προνοητικότητα, καταλάβαινε τη δυσφορία του λαού εναντίον του και συγκάλεσε την Εκκλησία του Δήμου με διπλό στόχο: α) να τους δώσει θάρρος και να τους καταστήσει πιο άφοβους και β) να καταπραΰνει την οργή τους εναντίον του. Αλήθεια, αυτό δεν έχουν ανάγκη και οι σημερινοί Έλληνες; Γιατί πολλούς έχει καταλάβει η απαισιοδοξία και ο φόβος για το μέλλον, ενώ άλλοι, οι πιο φανατικοί, νοιάζονται πιο πολύ πώς θα τρωθεί η κυβέρνηση και θα μειωθεί το κύρος της Εκκλησίας και λιγότερο πώς θα αντιμετωπιστεί το πρόβλημα. Μπορεί να το διαπιστώσει κανείς αυτό ρίχνοντας μια ματιά στα Μέσα Μαζικής Δικτύωσης. Όσα είπε ο μεγάλος πολιτικός αυτή την κρίσιμη για την πατρίδα του στιγμή είναι αξιοσημείωτα. Πρώτα πρώτα πρόβαλε το Κοινωνικό και Πολιτειακό Ιδεώδες και καυτηρίασε το Ατομικιστικό πνεύμα που καλλιεργούσαν πολλοί λέγοντας: «Μια πολιτεία εξυπηρετεί πιο πολύ το συμφέρον των πολιτών, αν στο σύνολό της βρίσκεται σε ακμή, παρά αν ευτυχεί σε αυτή ο κάθε πολίτης χωριστά, αλλά στο σύνολό της η ίδια δυστυχεί. Γιατί όσο και αν ευτυχεί ένας πολίτης στις ιδιωτικές του υποθέσεις, αν καταστραφεί η πατρίδα του μαζί της παρόμοια χάνεται και αυτός. Αν όμως δυστυχεί σε πατρίδα που ευημερεί, έχει πολλές ελπίδες να σωθεί». Και καταλήγει: «Αφού, λοιπόν, η πολιτεία έχει τη δύναμη να σηκώσει τις δυστυχίες του κάθε πολίτη, ενώ ο κάθε πολίτης είναι αδύναμος να σηκώσει τις δυστυχίες εκείνης, πώς δεν έχουν χρέος όλοι οι πολίτες να την υπερασπίζουν και να μην κάνουν ό τι τώρα εσείς κάνετε;».
Ο Περικλής αναφέρεται και στα δύο προβλήματα που βασανίζουν τους Αθηναίους. Για τον πόλεμο λέει: «Πραγματικά, όσοι έχουν ελεύθερη την εκλογή πολέμου ή ειρήνης και ευτυχούν σε όλα τα άλλα, είναι μεγάλη ανοησία να προτιμήσουν τον πόλεμο. Αν όμως βρεθούν στην ανάγκη ή να υποχωρήσουν και να υποταχτούν αμέσως στους άλλους ή να ριψοκινδυνέψουν και να υπερισχύσουν, εκείνος που απέφυγε τον κίνδυνο είναι πιο αξιοκατάκριτος από αυτόν που τον αντιμετώπισε». Και η χώρα μας αντιμετώπισε ένα παρόμοιο δίλημμα, ένα δίλημμα που δοκιμάζει την ηθική της ποιότητα και τον πατριωτισμό των κατοίκων της. Βρέθηκε στην ανάγκη ή να υποχωρήσει στις απαιτήσεις και τους εκβιασμούς των Τούρκων και να υποταχτεί στους άλλους ή να τολμήσει, να δει κατάματα τον κίνδυνο, να δείξει την αποφασιστικότητά της, να επιβάλει τη θέλησή της και να δικαιωθεί! Και είναι πολύ σημαντικό αυτό, γιατί με τη στάση της κατόρθωσε να ευαισθητοποιήσει τους Ευρωπαίους «φίλους» μας και να τους κινητοποιήσει· να τους στρέψει εναντίον των Τούρκων.
Γι’ αυτό δεν είναι σωστό να κατηγορεί κανείς την κυβέρνηση για τα μέτρα που παίρνει στον Έβρο και να επινοεί διάφορες δήθεν παραλείψεις, γιατί όπως τονίζει και ο Περικλής στη δική του περίπτωση «τα δυσάρεστα της πολιτικής της είναι ορατά και αισθητά στον καθένα μας, ενώ η ωφέλεια που θα προκύψει από αυτή, αν βέβαια όλοι δείξουμε φρόνηση, είναι μακριά και δεν την βλέπουμε ακόμη όλοι». Και για να το θέσουμε αλλιώς η ζημιά από μια παθητική στάση και υποδοχή όλων των μεταναστών και προσφύγων από φιλάνθρωπα και μόνο αισθήματα θα ήταν ανεπανόρθωτη για τη χώρα μας. Ο Περικλής αναφέρεται και στον λοιμό, την επιδημία που πλήττει τους Αθηναίους. Αλλά για αυτό στο επόμενο…