Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Η γλώσσα είναι ένα πανανθρώπινο μέσο έκφρασης και απόδοσης εννοιών.
Σήμερα μάλιστα που πέφτουν κάθε μέρα τα παντός είδους «τείχη», η γλώσσα δανείζει και δανείζεται και προσαρμόζει, και κοντεύει να καταντήσει κοινή.
Δεν πρέπει να μας κάνει εντύπωση το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή ακόμα, διακόσια χρόνια μετά την παλιγγενεσία, χρησιμοποιούμε οι Έλληνες περίπου δύο χιλιάδες τουρκικές λέξεις στο καθημερινό μας λεξιλόγιο, τις οποίες βέβαια έχουμε εξελληνίσει και εντάξει στη γραμματική και στο κλιτικό μας σύστημα.
Το ίδιο πάντως γίνεται και αντιστρόφως (και μάλιστα με σπουδαιότερης έννοιας λέξεις), και αυτή η γλωσσική ώσμωση υπήρχε πάντα και από αμνημονεύτων χρόνων.
Η σημερινή ακλισία ήταν κάποτε πλήρης εξελληνισμός. Στη Γεωγραφία του Κοκκώνη (1836) όλα τα γεωγραφικά ονόματα του κόσμου ήταν ελληνικά (Μεδιόλανον, Βουρδίγαλα, Ακυίσγρανον, Κανταβριγία, Αμστελόδαμον, Μαγχεστέρη ...)
Στην αρχαία εποχή, και παρά το ότι δεν ζήσαμε σκλαβιά κάτω από την περσική αυτοκρατορία (εκτός από κάποιες ιωνικές πόλεις κι αυτές κατά διαστήματα), εντούτοις εισαγάγαμε και πολιτογραφήσαμε σωρεία περσικών λέξεων, κι αυτός ο εξελληνισμός δεν μειώνει επ’ ουδενί την υπεροχή της ελληνικής γλώσσας, παρά μόνο αναδεικνύει τις δυνατότητές της.
Ο «παράδεισος» λ.χ. είναι λέξη περσική (pairidaeza) καθώς και το «περιστέρι» που ήταν το πουλί της Αφροδίτης (perah Istar).
Η Αφροδίτη (ως Ιστάρ και Αστάρτη) ήταν κοινή θεότης των αρχαίων λαών, όπως και η Κυβέλη και ο σπουδαίος για τα ελληνικά πράγματα Διόνυσος ή Βάκχος που ήρθε εξ Ανατολών μαζί με την άμπελο.
Ο «παρασάγγης» (περσικά farsang) ήταν μονάδα μήκους πέντε χιλιομέτρων, αντίστοιχος προς τον ελληνικό «δόλιχο», και τον αναφέρουμε σε σχετική έκφραση μέχρι σήμερα, και ο «άγγαρος» ήταν λέξη περσική για τον έφιππο ταχυδρόμο στο τεράστιο και καλά οργανωμένο από τον Κύρο και τον Δαρείο επικοινωνιακό σύστημα της Περσίας, και εξ αυτού λέμε μέχρι σήμερα «αγγαρεύω» όταν αναθέτουμε σε κάποιον κάποια μετακομιδή.
Το «βασανιστήριο» είναι λέξη περσική, καθώς και η «δηνάκη ή δανάκη» (danaka), ο οβολός που τοποθετούνταν στο στόμα του νεκρού για να έχει το ναύλο του.
Είναι αξιοσημείωτο ότι το συμφωνολογικό σύμπλεγμα «νδ» μέσα σε λέξεις μαρτυρά περσική καταγωγή όπως σινδόνη, μάνδρα, σάνδαλον, μανδύας, Μανδάνη, μάνδαλο, κόνδυ (είδος ποτηριού) ακόμα και αυτός ο «κίνδυνος».
Επίσης το σύμπλεγμα «μβ», όπως τα σαλάμβη (φεγγίτης) και σαμβύκη (τριγωνική τετράχορδη κιθάρα).
Επίσης το σύμπλεγμα «ρδ» όπως παρδαλός και κάρδαμο.
Είναι γεγονός ότι οι αρχαίοι γενικά δεν είχαν τις γλωσσικές προκαταλήψεις που έχουμε σήμερα.
Ο Ηρόδοτος μας διασώζει ένα ενδιαφέρον πείραμα:
Ο Αιγύπτιος βασιλιάς Ψαμμήτιχος τον 7ο π.Χ. αιώνα πήρε δύο βρέφη αλλοεθνή και τα απομόνωσε χωρίς οποιαδήποτε ομιλία για δύο χρόνια. Όταν στο τέλος τούς έδειξαν ένα κομμάτι ψωμί, αυτά είπαν και τα δύο τη φρυγική λέξη «βέκος» και εξ αυτού θεώρησε ότι επρόκειτο για την αρχαιότερη λέξη της ανθρωπότητας!
Και έπεται συνέχεια:
Ο «οίνος» είναι λέξη ινδική από τον «αγαπητό» θεό Vinas, και ο «έβενος» λέξη σημιτική σημαίνουσα «λίθον», γιατί πράγματι είναι το μοναδικό είδος ξύλου με ειδικό βάρος μεγαλύτερο της μονάδας.
Ο «Κάδμος» είναι εξελληνισμός της λέξης gadmon που σημαίνει «ανατολίτης».
Οι «ενάριες» ήταν λέξη για τους πάσχοντες θηλείαν νόσον (!), τους ανδρόγυνους, και την πήραμε από τους βάρβαρους Σκύθες με τους οποίους είχαμε πολλά πάρε-δώσε.
Τα μικρά δεύτερα τσαμπιά των σταφυλιών, τις ελληνιστί «επιφυλλίδες», σ’ όλη την Ελλάδα τα λένε «κουδούνια» ή «ξεκούδουνα». Στη Σάμο τα λέμε «ξεκούντουνα» και πρόκειται πράγματι για τη λατινική λέξη secundus (ο δεύτερος).
Από τα λατινικά κατάγεται και η λέξη «αλλοδαπός» από το alius, που είναι ο «άλλος» και την κατάληξη -απός, και ίσως θα’ πρεπε να γράφεται με ένα «λ».
Τους περιοδικούς ανέμους βόρεια (πνέοντας προς ανατολάς) και νότια (πνέοντας προς δυσμάς) του Ισημερινού τους λέμε «αληγείς» που μοιάζει να είναι ελληνικό αλλά είναι από το γαλλικό alizes και το ισπανικό alisios, εκεί όμως που θαυμάζει κανείς αυτές τις γλωσσικές μεταμορφώσεις είναι οι ελληνοπρεπέστατες λέξεις «ιγμόρειον» και «ιγμορίτις».
Πού να πάει το μυαλό κάποιου ότι πρόκειται για ιατρικούς όρους προς τιμήν του Άγγλου γιατρού Highmore (1615-1685)!...