Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Το θέμα, οι σχέσεις μεγάλων - μικρών. Ο τόπος, ένα σχολείο, όπου φοιτά ένα πανέξυπνο τμήμα: το αδούλωτο κι ηρωικό Α10, ή αλλιώς τα 27 παιδιά της ατάκας! Όταν τους ακούω, δεν πιστεύω ότι είναι αληθινοί, άρα περιττό να σας δώσω περισσότερα στοιχεία. Νομίζω πάντως ότι κι ο ίδιος ο Αριστοφάνης θα τους ζήλευε.
Ο Λαζόπουλος και κάθε θεατράρχης θα ακριβοπλήρωνε την κάθε τους στιγμή, την ίδια ώρα που οι περισσότεροι μετρούν τα κέρματα μπροστά στο γκισέ του κυλικείου. Μιλάμε, θα έβγαζαν τρελό χρήμα. Και δεν είναι μόνο τα λόγια, είναι και το ύφος που συνοδεύει όσα λένε. Η γκριμάτσα. Το βλέμμα. Ο αυθορμητισμός, η παιδικότητα κι η ειλικρίνεια που σκοτώνει. Τους ακούς και το ξέρεις: ο βασιλιάς είναι γυμνός.
Φυσικά, για την ένταση στις σχέσεις μεγάλων - μικρών φταίνε πάντα οι πρώτοι: οι γονείς τους κι εγώ. Μ’ αυτήν τη σειρά. Όταν τους ρωτάς «γιατί», απαντάνε ό,τι περίπου απαντούσαμε κι εμείς στην ηλικία τους. Προσθέτουν μόνο μερικές επικαιροποιημένες απαντήσεις, που μας θυμίζουν ότι μεγαλώσαμε:
- Μου κλείνουν το ίντερνετ, κυρία! Αυτό είναι φασισμός!
- Πόση ώρα κάθεσαι στον υπολογιστή;
- Όση γουστάρω, κυρία! Η μάνα μου είστε να μου κάνετε έλεγχο!!!
Ή:
- Ξευτίλα, ρε φίλε! Η μάνα μου (πάντα οι μανάδες πρωταγωνιστούν) απαιτεί να της κάνω δικό της προφίλ στο Facebook και να την κάνω φίλη, για να παρακολουθεί τις επαφές μου!!!
- Ε, κάν’ την κι εσύ! Τι φοβάσαι;
- Δε φοβάμαι! Η μάνα μου δεν έχει την παραμικρή ιδέα από Facebook, άμα της δημιουργήσω προφίλ, θα με κυνηγά με το laptop του πατέρα μου όλη την ώρα για να της μάθω την εφαρμογή.
- Ε, εντάξει! Κάτι έχει κάνει κι η μάνα σου για σένα! Μάθε της κι εσύ κάτι!
- Τι λέτε, κυρία, να βάλω τα χεράκια μου, να βγάλω τα ματάκια μου; Να κολλήσει με τον υπολογιστή, για να κάνω να ξαναφάω καλομαγειρεμένο φαγητό πια στο καψιμί!!! Το έπαθε ο κολλητός μου! [σκουντά τον άλλον μπροστά] Μίλα, ρε!
Επίσης:
- Δεν αντέχω τόσο πρήξιμο! Θέλω να βγω μια βόλτα, είναι 7 η ώρα το απόγευμα. Σάββατο! Μόλις πηγαίνω στην κρεμάστρα να πάρω το παλτό μου, από πίσω η γιαγιά μου! «Πού θα πας;», μου κάνει. «Μια βόλτα», απαντώ. «Πώς θα βγεις, παιδάκι μου, μέσα σε τόση εγκληματικότητα και σε τόσα ναρκωτικά, 16 χρονών παιδάκι;»
- Ανησυχεί!
- Ειλικρινά, κυρία, βγαίνω από τα 10 (!!!). Ακόμη δεν έχω βρει πού είναι εκείνο το μπαρ που σου ρίχνουν κρυφά ναρκωτικά στο ποτό σου! Έχω έναν αδελφό μεγαλύτερο, παντρεμένο πια! Τον ρώτησα. Ούτε κι εκείνος ξέρει.
Θέλω να του πω ότι κι εγώ το έχω ακούσει αυτό το στοιχειωμένο μέρος στις καρδούλες των γονέων, αλλά δεν τολμώ, και με το δίκιο μου!
- Έχουν αλλάξει οι εποχές! Σε δυο χρόνια θα είμαστε φοιτητές. Έχουμε ανάγκη να αναπνεύσουμε. Δεν είναι δυνατόν να κάνουμε σήμερα αυτά που κάνανε οι φοιτητές πριν 20 χρόνια!!! Ο κόσμος έχει προχωρήσει…
«Και με έχει αφήσει πίσω του παρασάγγας», σκέφτομαι μέσα μου. Θυμάμαι ότι πριν 20 χρόνια ήμουν φοιτήτρια… Σκεφτόμουν ότι δε γίνεται να κάνω ό,τι έκανε η μάνα μου στα νιάτα της… Επίσης έχω την αφέλεια να πιστεύω ότι τίποτα δεν έχει αλλάξει μέσα σε 20 χρόνια… Ύστερα ακούω πάλι μια φωνή…
- Εσείς στην εποχή σας, κυρία, ποια τραγούδια ακούγατε;
- Ποια εποχή μου, βρε σαμιαμίδι;
- Ε, συγγνώμη, κυρία, δεν είστε και μπεμπέκα!!! Η αδελφή μου είναι 20 και τη φωνάζω «μοσχάρα».
«Κι εμένα με θεωρείς ιερή αγελάδα, αλλά δε σε παίρνει να το πεις», εξακολουθώ να σκέφτομαι και θυμώνω με τον εαυτό μου, είτε γιατί δεν κατάλαβε ότι πέρασαν τα χρόνια, είτε επειδή πεισματικά αρνείται να το παραδεχτεί…. Κι εκείνη τη στιγμή έρχεται πίσω του το άτιμο και σε αποτελειώνει:
- Κι εσείς, έχετε τεράστια ανασφάλεια, ή αρχίσατε να το χάνετε!
- Μπα, γιατί;
- Γιατί μόνο τα πουρά κι όσοι λαλήσανε σου λένε μέσα σε μισή ώρα 30 φορές το ίδιο πράγμα… Κάναμε προχτές συνέλευση και πήραμε απόφαση να βάλουμε buzzer στην έδρα. Την τέταρτη φορά που θα ακουστεί η ίδια ατάκα, θα το πατάμε… Το τρία δε λέτε πως είναι ο εθνικός μας αριθμός; Νισάφι!