Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Μέρες τώρα ψαχουλεύω στους στίχους του να βρω κάτι κατάλληλο, για να τον αποχαιρετήσω. Όσο θυμάμαι τον δωρικό, τον απλό και ειλικρινή του τρόπο, τόσο πιο κατάλληλο βρίσκω να τον αποχαιρετήσω με τον δικό μου τρόπο, τον τρόπο της καρδιάς. Προσπαθώ να του μεταφέρω τις ευχαριστίες μιας γενιάς που καλλιέργησε την ευαισθησία της μέσα από δικές του λέξεις. Που ξενιτεύτηκε, ονειρεύτηκε, ερωτεύτηκε, αγάπησε, που κοίταξε καταπρόσωπο τον φόβο του μοιραίου.Που μεγάλωσε, ίσως και να ωρίμασε, αποκαθηλώνοντας πρόσωπα, συναισθήματα, επιθυμίες, κρατώντας κρυφά αλλά σταθερά στο πλευρό της τα ποιήματά του, σαν φυλαχτό αισθητικής, αξιοπρέπειας, ευαισθησίας και ταπεινότητας.
Ήταν μεγάλος άνθρωπος ο Μιχάλης Γκανάς. Ταπεινός και απλός ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο. Έγραψε για μεγάλα πράγματα με απλές, καθημερινές λέξεις. Με λόγια δανεικά από την ιδιαίτερη πατρίδα του, για να θυμίσει σε όλους, κυρίως σε μας τους διαλεκτόφωνους, τους εξόριστους από την επαρχιακή ευτοπία που μας γέννησε και μας ανάθρεψε ότι «στους δρόμους θα γυρνούμε πάντα τους ίδιους» όπως έγραψε ένας άλλος μεγάλος της ποίησης. Πως τον παράδεισο της παιδικής ηλικίας και της πρώιμης νιότης, τα πρόσωπα, τις συνθήκες, τις αρχές, τα κουβαλάμε μπολιασμένα μέσα μας με την αγάπη, την καλοσύνη και την αλήθεια όλων εκείνων που μας τις πρόσφεραν. Σ’ αυτά γυρίζουμε στα εύκολα, για να χαρούν μαζί μας, στα δύσκολα να μας παρηγορήσουν.
Ο ποιητής πέρασε τη ζωή του στο σκληρό αστικό τοπίο της πρωτεύουσας, έχτισε όμως την προσωπική του μυθολογία με υλικά από την ιδιαίτερη πατρίδα του: τα χρώματα της φύσης, οι ασχολίες των κατοίκων, οι καιρικές συνθήκες, οι καθημερινές συνήθειες, τα στερεότυπα έγιναν τα υλικά του μύθου, που αφηγείται μια ζωή να κυλά ανάμεσα στις τεχνολογικές εξελίξεις, στην τελευταία λέξη της μόδας, σε προχωρημένες αντιλήψεις και θεσμούς υπό αναθεώρηση. Αυτός ο ηπειρώτικος αρκαδισμός ξυπνά μέσα στις ψυχές όσων αγαπάμε το έργο του την ασφάλεια ότι το ίδιο πράγμα λέγεται με πολλούς τρόπους. Όσους το μοιραζόμαστε, μας κρατά ζωντανούς μια δύναμη μυστική που πάλλεται. Ότι διαφορετικοί άνθρωποι νιώθουν το ίδιο και καταφέρνουν να το δηλώνουν και να το επικοινωνούν με τον τρόπο που καθένας τους μπορεί καιγνωρίζει.
Ο Γκανάς ήταν από τους τελευταίους εκείνων των σπουδαίων ποιητών που κατάφερε οι στίχοι του να γίνουν τραγούδι σε κάθε στόμα, χάρη στην ιδιωτική τηλεόραση και στη συνεργασία του με σημαντικούς συνθέτες. Μεγαλούργησε ως στιχουργός, δημιουργώντας στην εποχή των τραγουδοποιών - ήταν η ειλικρίνεια, η γνησιότητα και η ανθρωπιά των στίχων του που κέρδισαν την παρτίδα και αγαπήθηκαν από το κοινό.
Λίγο πριν το μεσημέρι της Τρίτης άκουσα στο ραδιόφωνο, στο δρόμο για ένα σχολείο της Κυψέλης, την είδηση του φευγιού του. Με συγκίνησε, όπως συγκινεί ο χαμός ενός οικείου, ενός φίλου αγαπημένου. Μίλησε με τη γλώσσα της γενιάς μου, με τη δική μου γλώσσα. Είπε ξεκάθαρα όσα δεν θα μπορούσαμε να πούμε πιο καθαρά και πιο αθώα. Και όταν ήρθε η ώρα να κάνουμε ταμείο, μπορεί να μας καταλογίσαμε λάθη και υπερβολές,μπορεί να αλλάξαμε γνώμη και κρίση για πρόσωπα, να χάσαμε τα συναισθήματα που πιστεύαμε αιώνια και αληθινά, να διαψεύσαμε και να διαψευστήκαμε, η ποίησή του όμως παρέμεινε ειλικρινής, τίμια, αδιαπραγμάτευτη και ανόθευτη, αυθεντική ουσία, περιουσία και φυλαχτό από όσα γίνανε και για όσα θα έρθουν. Μας έμαθε να αγαπάμε τις λέξεις, γιατί μέσα από αυτές νιώθουμε, ανακαλύπτουμε, γευόμαστε, προσκυνάμε, προσευχόμαστε, αποχαιρετάμε, πιστεύουμε. Μας πρόσφερε την ηδονή μιας απόλαυσης που κυλά στις φλέβες και στο μυαλό σαν βάλσαμο από την πίκρα της ζωής και την τυπολατρία των συνηθισμένων εκφράσεων. Μας χάρισε τη γοητεία της απλότητας και το βάθος της προφορικής έκφρασης, που αντέχει να κλείσει μέσα του υψηλά νοήματα και μεγάλα μυστικά, πάθη και αποχαιρετισμούς. Μας νανούρισε με την τρυφερότητα και την ευαισθησία της, μας συντροφεύει για πάντα!