Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Κάποιοι προικισμένοι καλλιτέχνες έχουν μια ιδιαίτερη ικανότητα όχι μόνο να διεισδύουν στα πράγματα και να ιστορίζουν ποιητικά την πραγματικότητα, αλλά και να προφητεύουν το μέλλον με μια εκπλήσσουσα διορατικότητα.
Ένα κομβικής σημασίας τέτοιο έργο του εικοστού αιώνα ήταν αδιαμφισβήτητα το «Θαυμαστός καινούριος κόσμος» (Brave new world) του Άλντους Χάξλεϊ.
Το έργο είναι πράγματι προφητικό και περιγράφει με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες έναν υβριδικό, φυσικά αποξενωμένο και ψυχικά διαστρεβλωμένο νέο κόσμο που επρόκειτο να έρθει, και -ω του θαύματος- τον βλέπομε ήδη να έρχεται.
Ο τίτλος είναι λίγο ειρωνικός. Μιλάει για έναν κόσμο θαρραλέο και γενναίο (brave), που δεν ανταποκρίνεται στην αληθή έννοια του έργου, και που οι ελληνικές μεταφράσεις του αναγκάστηκαν να τον αποδώσουν με τη λέξη «θαυμαστός», που κι αυτή δεν είναι απόλυτα ορθή.
Τι να «θαυμάσει» δηλαδή κανείς, -με την ελληνική έννοια του όρου- από έναν τέτοιο απάνθρωπο, αφύσικο, ναρκωμένο και γενετικά τροποποιημένο κόσμο; Έναν ομογενοποιημένο και προκαθορισμένο κόσμο που έχει διαγράψει από τον γενετικό του κώδικα παραδόσεις, μνήμες, ιστορία, τέχνη, θρησκεία και πάνω απ’ όλα γλώσσα;
Ο Χάξλεϊ ενσαρκώνει με το βιβλίο του τη δυστοπία και τον πεσιμισμό που γέννησε η ανεξέλεγκτη κυριαρχία της επιστήμης πάνω στον βιολογικό άνθρωπο, αλλά, θέλω να πιστεύω, και την οδύνη του για έναν θαυμαστό κόσμο που έφυγε και που συνεχίζει να φεύγει.
Και εδώ είναι το μέγα ζητούμενο που απασχολεί, σε ποικίλοντα βαθμό, όλες τις σημερινές κοινωνίες και δη τον τομέα της εκπαίδευσης αυτών των κοινωνιών.
Το θέμα δεν είναι ότι πέφτει συνήθως σε άσχετα και αφιλοσόφητα χέρια η πολιτική διαχείριση της επιστήμης και της τεχνολογίας, όσο το γεγονός ότι καλούμαστε όλοι να συμμετάσχουμε σε έναν καινούριο κόσμο χωρίς τα δοκιμασμένα, σοφά και πολύτιμα «υλικά» του παλαιού.
Θα κληθεί, σύντομα όπως λέγεται, ο σύγχρονος άνθρωπος να αποικίσει τον πλανήτη Άρη, και δεν ξέρει λ.χ. (και μάρτυρές μου όλα τα παιχνίδια των γνώσεων) κατά πού πέφτει η Ικαρία, στο πέλαγος της οποίας θα βυθιστεί ξανά όταν λιώσουν τα φτερά του.
Έχει ήδη κληθεί να βασιλέψει στον πλανήτη μας χωρίς να γνωρίζει τους υπηκόους του (τον χαμαιλέοντα, το αλογάκι της παναγίτσας, τον χιμπαντζή, το εφήμερον, την πικραλίδα, το βοϊδόγλωσσο…).
Θα κληθεί να προδιαγράψει την αυριανή του μέρα χωρίς να γνωρίζει τι έγινε χθες και, το σπουδαιότερο, γιατί έγινε.
Θα κληθεί να τσουλήσει στις ηλεκτρονικές πίστες χωρίς τη σοφία του χθεσινού πεζοδρομίου.
Θα παίρνει ένα χαπάκι κάθε μέρα για να μη νιώθει ευθύνες, ενοχές και όρεξη για δημιουργία, και θα έχει ξεχάσει εντελώς το πρόσωπο του θεού του.
Θα λοιδορεί αυτούς τους λίγους «άγριους» (όπως μας λέει και το μυθιστόρημα) που θα συνεχίζουν να οργίζονται και να πολεμούν και θα το κάνει με χειρονομίες και χωρίς λόγια, μιας και θα έχει διαγράψει από τα κύτταρα της μνήμης και της ανάκλησης πάνω από διακόσιες χιλιάδες όμορφες πανάρχαιες λέξεις, καθώς και δυο-τρεις χιλιάδες ρητά και παροιμίες που θα του είναι όλα άγνωστα και όλα άχρηστα!
Αυτή τη στιγμή που μιλάμε η κατάσταση αυτή έχει ήδη δρομολογηθεί, και δεν μπορούμε να πούμε με σιγουριά τι καταστρέφει ταχύτερα ο σημερινός άνθρωπος: τη φύση ή τον εαυτό του;…