Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Μπορεί η τωρινή απειροελάχιστη στιγμή της πραγματικότητας να είναι καθοριστική για τις πράξεις μας και τις αποφάσεις μας, όπως μας λένε οι κοινωνιολόγοι και οι ψυχαναλυτές, ωστόσο μέγα μέρος της ζωής μας, με διαφορετικούς ρόλους και σημασία, το διεκδικούν και το μέλλον και το παρελθόν.
Το μέλλον, γιατί είναι μια ονειρώδης δεξαμενή των στόχων και των επιθυμιών μας, και το παρελθόν, γιατί μας έχει βάλει ρήτρες και παρακαταθήκες να τηρήσουμε τους στόχους και τους όρκους των πεπραγμένων μας.
Αυτές τις ρήτρες του χρόνου εκπροσωπούσαν και οι τρεις Μοίρες της Μυθολογίας μας: η Άτροπος το τετελεσμένο παρελθόν, η Κλωθώ αυτό που «υφαίνεται» σήμερα και η Λάχεση το τι μας επιφυλάσσεται αύριο.
Εξάλλου όπως είναι γνωστό, και συμφωνούν όλοι οι σοφοί επί της γης, αντικειμενικά «χρόνος» δεν υπάρχει και μόνο υποκειμενικά υφίσταται και μετριέται. Τη θέση αυτή την εισήγαγε πρώτος ο Ιερός Αυγουστίνος περιγράφοντας ότι το παρελθόν αντιστοιχεί σε ό,τι θυμόμαστε, το παρόν σε ό,τι αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις και το μέλλον σε ό,τι προσδοκούμε.
Πολύ συχνά με απασχολεί και σκέφτομαι τη ρήση του Καρόλου Μαρξ, που βέβαια μετέφραζε μια νομική φράση συνηθισμένη στη Γαλλία: «ο νεκρός συλλαμβάνει και κυριεύει τον ζωντανό» (lemortsaisitlevif).
Ο άνθρωπος του τώρα είναι περιτριγυρισμένος από νεκρούς, νεκρούς προγόνους με επιτεύγματα και διαθήκες, νεκρές ιστορίες και θαύματα που τον στοιχειώνουν και τον υποχρεώνουν να τα σέβεται (που σημειωτέον η αρχική σημασία του ρήματος είναι «να τα φοβάται») και ει δυνατόν να τα υπερβεί.
Σ’ αυτή τη μοιραία σχέση ερείδεται και η οικονομική και βιολογική διαιώνιση του είδους μας, αλλά και το μεγάλο και πολλές φορές ασήκωτο βάρος της ιστορίας που μας στοιχειώνει και μας προκαλεί να ανεβάζουμε συνεχώς τον πήχη.
Σ’ αυτή τη σχέση φυσικά στηρίζεται η μεγάλη σημασία που έχει δώσει ο άνθρωπος από την αυγή της ιστορίας του μέχρι σήμερα στον υπέρτατο σεβασμό προς τον νεκρό και στην υποχρεωτικότητα της διατήρησης της μνήμης του μέσα από ιερές τελετουργίες μνημόσυνων και θεσμών.
Ο θάνατος παραμένει, εις πείσμα κάθε επιστήμης και κάθε κοσμοθεωρίας, το μέγα μυστήριο του ανθρώπου. Μεγάλο και αξεπέραστο. «Mementomori», δηλαδή «να θυμάσαι πάντα τον θάνατο» ψιθύριζαν στο αφτί του κάθε ανερχομένου στον θρόνο αυτοκράτορα.
Ο νεκρός πρόγονος ήταν ο πρώτος «θεός» του ανθρώπου, ήδη από τα υψίπεδα του Παμίρ που ξεκίνησε προς δυσμάς.
Σ’ αυτή τη σχέση ακόμα στηρίζεται και η παντοδυναμία της παιδαγωγικής αλλά και της νομικής επιστήμης, της συμβολαιογραφίας συμπεριλαμβανομένης.
Ο ζωντανός έχει να διαχειρισθεί και την εγκαταλειπόμενη σ’ αυτόν περιουσία αλλά και τα βάρη της, δηλαδή και τα καλά και τα κακά.
Ακόμα και για τη συνέχιση των ονείρων και των φιλοδοξιών του τεθνεώτος είναι υπεύθυνος ο ζωντανός. Μόνο έτσι αισθάνεται ζωντανός, χρήσιμος και υπάρχων μέσα σε μια ατέρμονη πλημμυρίδα διαδοχής και ανανέωσης.
Μόνον έτσι επιβραβεύεται και η τεράστια διδαχή και παρακαταθήκη της ιστορίας του, που τον παρακινεί στην ένδοξη επιβίωσή του και, ει δυνατόν, σε έργα «μεγάλα τε και θωμαστά», όπως έλεγε ο πατέρας της Ιστορίας, αντάξια των τεθνεώτων προγόνων του.
Πάνω στον νεκρό, και σε προέκταση στον θάνατο, στηρίζεται η πολιτική, η θρησκεία, η κυβερνητική, η φιλοσοφία, το θέατρο και η υψηλή λογοτεχνία που όντως είναι κούφια και ανυπόστατη χωρίς την ιδέα του.
«Φιλοσοφώ σημαίνει μαθαίνω να πεθαίνω» έλεγε ο Καθολικός και νεοπλατωνικός φιλόσοφος και φυσιολάτρης Michelde Montaigne, και εξελληνισμένος Μιχαήλ Μοντένιος.
Θα λέγαμε γενικώς ότι πάνω στον θάνατο υφαίνεται όλη η ζωή.
Αλλά, εάν η μοίρα του χρόνου είναι ο θάνατος, έναν τρόπο έχουμε, κατά τον Σρέντιγκερ, να τον αντιμετωπίσουμε: να ενεργοποιούμαστε σε ομάδες με όραμα, αρχές και τελετουργία, και το καλύτερο τελετουργικό είναι ο έρωτας και η παντοτινή αγάπη.
Μάλιστα ο σπουδαίος Αυστριακός φυσικός έφτασε στο σημείο να μας πει ότι ένα φιλί έχει τη δύναμη να σταματήσει τον χρόνο!