Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Ευτυχώς που υπάρχει η ποσόστωση και βρίσκουμε και γυναικεία ονόματα στους συνδυασμούς! Ένα μικρό ποσοστό από τις γυναίκες αυτές εκλέγεται, το οποίο γίνεται ακόμη μικρότερο, όταν αναζητούμε γυναίκες επικεφαλής συνδυασμών και πραγματικά ελάχιστο, αν ψάξουμε πόσες από τις τελευταίες κέρδισαν το στοίχημα των εκλογών και εκλέχτηκαν δήμαρχοι και περιφερειάρχες. Φυσικά η εκλογή μίας γυναίκας στα ανώτερα και ανώτατα αξιώματα της περιφερειακής/τοπικής αυτοδιοίκησης δεν συνεπάγεται αυτονόητα τον ριζοσπαστισμό στη λήψη αποφάσεων ούτε απαραίτητα εφαρμογή χρηστής διοίκησης ούτε καν άσκηση λιγότερο ρατσιστικής προς το γυναικείο φύλο πολιτικής. Δεν σημαίνει ότι μία γυναίκα δεν θα καταχραστεί δημόσιο χρήμα, δεν θα εκδώσει πλαστά τιμολόγια, με διπλάσιο ποσό από το πραγματικό κόστος, δεν θα σχεδιάσει ίντριγκες (οι γυναίκες είναι πολύ καλές σ’ αυτήν εξάλλου), δεν θα ενδώσει στον λαϊκισμό. Δεν σημαίνει και ότι θα το κάνει ωστόσο. Ούτε σημαίνει πως δεν θα εισηγηθεί στο δημόσιο βίο πολιτικές αειφόρες, ανάλογες εκείνων που καθιέρωσαν το φύλο της ως ιδανικό διαχειριστή των οικογενειακών υποθέσεων. Παρόλ’ αυτά στο πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα η ελληνική κοινωνία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει με καχυποψία και σκεπτικισμό τις πολιτικές φιλοδοξίες των γυναικών και συνηθίζει να μην τις επιβραβεύει με την ψήφο της.
Η γυναίκα στο πλαίσιο των εκλογικών αναμετρήσεων γίνεται αποδεκτή είτε ως βοηθητικό προσωπικό των εκλογικών εκστρατειών είτε ως η χαμηλών τόνων εμφανίσιμη σύντροφος που σπεύδει συγκινημένη να ασπαστεί τον νικητή των εκλογών, χαμογελώντας πλατειά και αμήχανα, χωρίς να ενδιαφέρεται να καταλάβει πολλά. Εσχάτως το συντηρητικό στερεότυπο είδα να διευρύνεται ως προοπτική και να προσδιορίζει ασφυκτικά το έτερον ήμισυ κάθε νικητή, ανεξαρτήτως φύλου. Με εννοείτε. Ούτε η διαφορετικότητα εγγυάται απαγκίστρωση από την παράδοση κι ας την αποτάσσεται κατά δήλωση.
Μια που το κείμενο μάς πηγαίνει προς τα εκεί, την Κυριακή το βράδυ, δεν στάθηκα τόσο στις δηλώσεις του Δημάρχου του Βόλου, όσο στους αλαλαγμούς των θιασωτών του - ξέρετε αυτοί δεν διορθώνονται με παρεμβάσεις εισαγγελέα, ούτε με μηνύσεις, όλα είναι θέμα παιδείας. Παιδεία αντιρατσιστική δεν έχουμε. Η ελληνική κοινωνία είναι εξαιρετικά συντηρητική, με κάθε ευκαιρία το δείχνει, είναι σκόπιμο λοιπόν να γνωρίζει καθένας πού απευθύνεται και να διαμορφώνει τις προσδοκίες του ανάλογα. «Σκόπιμο» έγραψα. Όχι σωστό. Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων.
Είδα τον ρατσισμό να γιγαντώνεται το περασμένο Σαββατοκύριακο στα πρόσωπα των νέων γυναικών που κακοποιήθηκαν βάναυσα και δολοφονήθηκαν από φανατικούς τρομοκράτες. Κι αυτή είναι μια εξέλιξη που έσπασε κάτι μέσα μου. Το χειρότερο της κτηνωδίας κατά των γυναικών αυτών δεν είναι, όπως γράφει ο Αρκάς, η ανοχή μας στο Ισραήλ που επιτίθεται στη Γάζα. Είναι η κτηνωδία αυτή καθαυτή. Είναι η αδιαφορία των μέσων λίγες μέρες αργότερα για την τύχη τους. Αντί η παγκόσμια κοινότητα να εξεγερθεί και να απαιτήσει με κάθε τρόπο την απελευθέρωση των αμάχων από τους τρομοκράτες, ο ακτιβισμός και ο στοιχειώδης σεβασμός προς την ανθρώπινη ζωή αγνοούνται. Η γενιά μου μεγάλωσε να υπερασπίζεται τους Παλαιστίνιους μαχητές που αγωνίζονται να ανακτήσουν κατεχόμενα εδάφη τους. Δεν είδα μαχητές το Σάββατο. Είδα φανατικούς μουσουλμάνους τρομοκράτες που αιματοκυλούν ένα ειρηνικό φεστιβάλ μουσικής του δυτικού κόσμου, όπως έκαναν πριν μία σχεδόν δεκαετία στο Μπατακλάν. Είδα το μίσος για το πρότυπο ζωής της Δύσης, είδα να δολοφονούνται νέοι άνθρωποι, να κακοποιούνται απίστευτα απροστάτευτα κορίτσια, να ακρωτηριάζονται βρέφη! Αυτά δεν τα κάνουν μαχητές! Δεν δικαιολογώ τον πόλεμο. Έπαψα όμως αμετάκλητα να είμαι με το μέρος της Παλαιστίνης.
Παρατήρησα πολλά την περασμένη Κυριακή αλλά μια και πηγαίνουμε σε επαναληπτική αναμέτρηση, ας τα συνοψίσουμε μια και καλή την άλλη εβδομάδα. Θα τελειώσω με μια από τις λίγες απολαυστικές εικόνες των εκλογών, για αλλαγή: Δευτέρα πρωί, φορώντας το γαλάζιο κοστουμάκι του, με σωστά δεμένη τη γραβάτα, έχοντας αγκαλιά τη γατούλα του, ο Δήμαρχος Δυτικής Λέσβου, πίνει το καφεδάκι του, μάς ευχαριστεί για τον θρίαμβο, μας υπόσχεται έργα. Συγχαίρουμε και περιμένουμε!