Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Η πολιτική είναι όντως ένα σοβαρό κοινωνικό άθλημα και εξαιρετικά χρήσιμο για την ασφάλεια, την ανάπτυξη και την ευτυχία μιας χώρας.
Ωστόσο πολλές φορές, και ειδικά στην περίοδο των προεκλογικών αναμετρήσεων η πολιτική γίνεται ένα παιχνίδι ψεύδους, υπερβολής και προκατάληψης.
Αυτός είναι και ο σοβαρός λόγος που δεν προσελκύει χρηστά και ικανά στελέχη που θα ήθελαν να προσφέρουν στο κοινωνικό σύνολο.
Θα προσθέταμε και άλλον έναν επίσης σοβαρό λόγο, αυτόν του χρηματισμού μέσω της πολιτικής, και φυσικά όχι τη λήψη συμβουλής από θεό ή μαντείο, αλλά την απόκτηση χρηματικού οφέλους, είτε ως τακτικές αμοιβές -οι οποίες είναι υπέρογκες- είτε ως φορολογικές απαλλαγές, είτε ακόμα ως επιδοτήσεις ή δώρα διαμεσολαβήσεων.
Eνώ δηλαδή πρόκειται εκ φύσεως για μια αλτρουιστική δραστηριότητα, συνήθως δρα για ίδιο όφελος, εξ ου και το ρηθέν «ποιος κρατάει τη φτίνα (βυτίνα) με το μέλι και δεν γλείφει τα δάχτυλά του»;
Η σκηνοθετική αποκάλυψη προσωπικών δράσεων και κεκτημένων πυροδοτεί τοξικότητα και αλληλομαχαιρώματα προς τέρψιν του φιλοθεάμονος κοινού. Όλα αυτά δημιουργούν μια τεχνητή ένταση στις αψιμαχίες των προεκλογικών περιόδων που προσπαθεί να διαστρεβλώσει ή να πολώσει το γενικό κλίμα.
Εξ ονόματος υποτίθεται του λαού ακούμε να λέγονται ένα σωρό κατηγορίες και ανακρίβειες, τις οποίες αυτός ο λαός παρακολουθεί κεχηνώς, αλλά είναι βέβαιο ότι επιφυλάσσεται για τη στιγμή των εκλογών.
Καταρχάς θα πρέπει να πούμε ότι οι δημοσκοπήσεις -ανεξάρτητα από τον βαθμό που, ως λέγεται, είναι απαραίτητες στην πολιτική- δημιουργούν και αναπαράγουν μια παραπλανητική έως και ψευδή εικόνα.
Ψευδή, γιατί βασίζεται πάνω στα ποσοστά και τα δεδομένα της προηγούμενης εκλογικής αναμέτρησης, τα οποία ποσοστά μπορεί να είναι στην προσεχή κρίση και υπό το βάρος των πεπραγμένων της τετραετίας πολύ διαφορετικά έως και ανυπόστατα. Είναι αστείο να βλέπεις όλον τον δημοσιογραφικό και δημοσκοπικό κόσμο σκυμμένο με περίσκεψη πάνω στα χρωματιστά διαγράμματα να κάνει σχέδια μάχης, προτού ανοίξει ο κυρίαρχος λαός τα χαρτιά του.
Ακούμε κάθε μέρα από την τηλεόραση δηλώσεις υποψηφίων που απαξιώνουν τα έργα και τις ημέρες της κυβέρνησης, και δηλώσεις κυβερνητικών υποψηφίων που δεν στήνουν ευήκοον ους στις όποιες σωστές αιτιάσεις των αντιπάλων.
Ενίοτε και η φρασεολογία εκτρέπεται προς το πεζοδρομιακόν και η ανθρωποφαγική οίηση είναι τόση, που αρκεί για να περιγράψει μια πολιτική ζούγκλα, κι αυτή η ζούγκλα είναι φαίνεται τόσο συμβατή με τις ανθρώπινες αδυναμίες και τόσο αρχαία που ήδη από τα σανσκριτικά έχουμε τη λέξη «ζανγκάλα» με την ίδια έννοια.
Εκείνο όμως που χαρακτηρίζει περισσότερο τη σύγχρονη πολιτική πάλη είναι η ιδεοληπτική χρήση πολλών ωραίων και ποιοτικών όρων, που την καθιστούν αναξιόπιστη και προσβλητική.
Για παράδειγμα, τι σημαίνει «φιλελεύθερος»; Ποιος δεν αγαπάει την ελευθερία βούλησης και πράξης;
Τι σημαίνει «λαϊκός» και τι «σοσιαλιστής»; Ποιος δεν νοιάζεται για την ευημερία του λαού και της κοινωνίας;
Και το σπουδαιότερο, που θέλω να το ξαναπώ γιατί με απασχολεί βασανιστικά τα τελευταία χρόνια: ποιος έχει την ανεξέλεγκτη και αναπολόγητη αρμοδιότητα να αυτοπροσδιορίζεται «προοδευτικός»;
Ποια είναι τα πραγματικά και αντικειμενικά στοιχεία της προόδου, και ποιος θα μας πει πώς ορίζεται μια πρόοδος;
Πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί και να επιζητούμε όλοι την αλήθεια των λόγων και των γεγονότων.
Ακόμα και οι ονομασίες δεξιός και αριστερός που προήλθαν από τις θέσεις του Διευθυντηρίου της Γαλλικής Επανάστασης έχουν διαφθαρεί και δεν είναι πλέον αμιγείς, τουλάχιστο όμως είναι ασφαλείς και εννοιολογικά εντιμότερες.