
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Τι είναι η Μεγάλη Εβδομάδα;
Στρίμωγμα στα πλοία, στα αεροπλάνα,καθαρίσματα, ετοιμασίες, δώρα της τελευταίας στιγμής, λαμπάδες, κυρίως αυτές, αρώματα επίσης, από αυτά που μπερδεύονται με τη μυρωδιά από το μύρο και το λιβάνι της Μεγάλης Παρασκευής και το ξύπνημα της άνοιξης. «Ποια κοπέλα φοράει poison;» Άνοιξη του ενενήντα, φοιτήτριες ανεβαίναμε βιαστικά τα σκαλιά του ιερού βράχου στην Πέτρα και η κομψή πενηντάρα έσπευσε να μας κάνει το κομπλιμέντο. «Και γιατί φοράτε επίσημα ρούχα, βρε παιδιά, νέα κορίτσια;» μας ψιθύρισε, ενώ προσπερνούσαμε. Ήταν η εποχή; Η ηλικία; Η γοητεία της δικής της εμφάνισης; Θυμάμαι να χαζεύω την ψιλόλιγνη φιγούρα της να περνά από το στενό «μας» διαφορετική, ασυμβίβαστα κομψή πάντα, μια γυναίκα με προσωπικότητα. «Άρωμα να φοράτε. Τόσο πολύ να μη βάφεστε». Πάσχα του 2023, βλέπω απέναντί μου μια κοπελίτσα, δεν τη γνωρίζω, θα μπορούσε από την ηλικία να είναι φοιτήτρια. Συμπαθητική, με τη φρεσκάδα μιας ηλικίας που αναζητά το προσωπικό της ύφος, φορά υπερβολικό μακιγιάζ. Το μυαλό μου γύρισε στην κυρία των αρχών της δεκαετίας του 1990, μακαρίτισσα δυστυχώς πια. Πέρασα δίπλα από το παιδί τυχαία, στην περιφορά του επιταφίου: όμορφο κορίτσι, οι γραμμές των μολυβιών το παραμόρφωναν, χαμογέλασα. Δεν είπα τίποτα. Σ’ αυτήν την ηλικία τα κοριτσάκια πρέπει να πειραματίζονται.
Η Μεγάλη Εβδομάδα είναι μυρωδιές από το γεμιστό αρνί που παραδοσιακά ανήμερα το Πάσχα κουβαλούσαμε από τον φούρνο της γειτονιάς. Είχαμε φούρνο, αλλά το έθιμο ήθελε να το ψήνουμε σε επαγγελματία. Ο οποίος ζωγράφιζε το όνομα του πατέρα μου με μπλε μαρκαδόρο γύρω-γύρω στο ταψί και στεκόταν αδύνατον να το καθαρίσω στην εβδομάδα της Διακαινησίμου. Ώσπου μία ακόμη από τις μοδάτες κυρίες, επισκέπτριες πια του χωριού, πρόσφερε τη λύση: να το τρίβετε με λίγη σόδα και βραστό νερό. Δεν ανέλαβα ποτέ να το κάνω. Ξίνισε η νοικοκυρά του σπιτιού και στο τέλος είπε «ευχαριστώ». Δύσκολα δεχόταν ότι υπήρχε νοικοκυρά καλύτερη από την ίδια και από τη φίλη της που ερχόταν πάντοτε βοηθός, κάθε φορά που μαγειρευόταν ένα μπελαλίδικο φαγητό: στο γέμισμα του αρνιού, στα ντολμαδάκια, στα περίτεχνα γεμιστά, οι κυρίες κλείνονταν στην κουζίνα και με κλειστές πόρτες τα ετοίμαζαν. Ότι αντάλλασσαν πληροφορίες για τα νέα του χωριού, απόρρητες από τους υπόλοιπους ένοικους του σπιτιού. Η ομερτά της γευσιγνωσίας. «Τρώγε, κούνα κεφάλι, σώπα» ήταν η λύση που πρόσφερε ο αρχηγός της οικογένειας. Αποτελεσματική, ομολογώ.
Η Μεγάλη Εβδομάδα είναι ήχοι: Κάλαντα των Βαΐων, εγκώμια στην περιφορά του επιταφίου, αναστάσιμες κροτίδες που σκεπάζουν το αισιόδοξο μήνυμα το Μεγάλο Σάββατο, δυνατές μουσικές τις μεταμεσονύκτιες ώρες των φοιτητικών και των αρκετά μεταγενέστερων χρόνων. Είναι φωνές από πρόσωπα αγαπημένα- τα λόγια τους σκεπάζουν κάθε άλλον ήχο και αναρωτιέσαι αν έπαιζε ή όχι μουσική, όταν τα άκουγες. Είναι μεγάλα βήματα πάνω στον πλακόστρωτο δρόμο, θαλασσινός αέρας - είναι η ελπίδα είναι και η διάψευση, είναι και η άμυνα που επιστρατεύεται για την επιβίωση εφεξής.
Τα αγόρια των φοιτητικών μας χρόνων φορούσαν γραβάτες στις εξόδους μετά την Ανάσταση. Δεν τις βρίσκαμε πετυχημένες, δεν λέγαμε ποτέ τίποτα. Πρόσφατα ένα από αυτά, όχι αγόρι πια, ντυμένο σαφώς καλύτερα από τότε, μας ρώτησε, Πάσχα πλησίαζε πάλι, αν πρέπει να διαλέγουν τα ρούχα των αντρών οι γυναίκες. «Ένας ακόμη που εσώθη», σχολίασα. «Εσύ να τα δεις που ονειροβατείς». «Φταίω που στη ζωή ήθελα μόνον πολύ;» «Δεν ξέρω αν στο είπα: Θαύματα μόνον στα παραμύθια».
Θυμάμαι ακόμη το πρώτο Πάσχα μακριά από το χωριό. Έδινα εξετάσεις για το πτυχίο,δεν υπήρχαν περιθώρια για διακοπές. Θυμάμαι ότι είχα αποφασίσει ότι δεν θα συνέβαινε ποτέ ξανά. Τήρησα την υπόσχεση μου πολλά χρόνια. Ακόμη δεν θυμάμαι πώς και γιατί σταμάτησα να επιστρέφω το Πάσχα στο χωριό. Ούτε κατάλαβα πώς κατάφερα να περνώ καλά και στην πόλη! Εύχομαι να αναστήσετε ό, τι καλό υπάρχει μέσα σας!