
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Κοιτάζω επίμονα το ρολόι τις τελευταίες ημέρες. Κάθε ρολόι. Όλα τα ρολόγια. Περιμένω πώς και πώς να φτάσει η Κυριακή. Είναι η ωραιότερη στιγμή του χρόνου, όταν μεγαλώνει η μέρα. Όταν γυρίζουμε τα ρολόγια μία ώρα μπροστά. Κάθε χρόνο η θερινή ώρα φέρνει στη ζωή απίστευτη ευεξία. Φέρνει περισσότερο φως. Είναι υπέροχα να περνά η ώρα και να νιώθεις ότι ακόμη είναι νωρίς: Ότι έχεις χρόνο, για να χαρείς τη φύση, την καθημερινή ζωή, την κοινωνικότητα, τα πρόσωπα. Ότι δεν χρειάζεται να κλειστείς στο σπίτι και να περιμένεις τη νύχτα, τα φτερά του ύπνου, τα όνειρα. Όταν η μέρα μεγαλώνει τα όνειρα παίρνουν δυνητικά τουλάχιστον σάρκα και οστά. Γίνονται στόχοι που προσπαθούν να υλοποιηθούν. Υπάρχει άραγε τίποτα καλύτερο;
Η πραγματική άνοιξη, η προσδοκία του καλοκαιριού, δηλαδή η πιο αισθησιακή και γεμάτη υποσχέσεις περίοδος του χρόνου ξεκινά τώρα. Λίγες μέρες μετά την εαρινή ισημερία. Με τη μέρα να αυξάνεται και να πληθύνεται και τον χρόνο να υποχωρεί. Νικιέται ο χρόνος; Είναι μια αυταπάτη η σκέψη αυτή και μόνον. Ο χρόνος δεν σταματά. Δικαιώνεται μόνον, όταν τον διαχειριζόμαστε σωστά. Ο σωστότερος τρόπος είναι να ζούμε τη ζωή μας με αισιοδοξία και με όρεξη. Να απολαμβάνουμε την κάθε στιγμή. Δεν είναι εύκολο. Χρειάζεται να ξέρουμε ποιοι είμαστε, πού θέλουμε να πάμε και σε ποιο σημείο της διαδρομής βρισκόμαστε. Πρέπει να γνωρίζουμε τις επιθυμίες και τις ανάγκες μας, να τις διακρίνουμε μεταξύ τους, να τις υπηρετούμε και να τις πραγματώνουμε. Όταν ζούμε με συνέπεια στον εαυτό μας, ο χρόνος που περνά και λιγοστεύει στη ζωή μας δικαιώνεται. Κάθε μεγάλη μέρα, κάθε φωτεινή ώρα μπορεί πιο εύκολα να γίνει ένα δικαιωμένο χρονικό διάστημα. Αυθαίρετη σκέψη; Μπορεί. Αλλά μήπως η αισιοδοξία και το φως συγγενεύουν; Μήπως είναι το φως η ώθηση που μας βοηθά να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας;
Διανύοντας τις τελευταίες μέρες ενός σκληρού μήνα, σκληρού αλλά ανοιξιάτικου, κοιτάζω τα ρολόγια του σπιτιού και σκέφτομαι ότι άλλη μια παντοκρατορία του χειμώνα φτάνει στο τέλος της. Η γύρη από τα δέντρα μοσχομυρίζει, γεμίζει τον αέρα και τα πνευμόνια μας. Ο ήλιος βγαίνει συχνότερα, για περισσότερη ώρα κάθε μέρα. Το φως του δυναμώνει. Τον κοιτάζω κατάματα και τυφλώνομαι. Περιμένω να τον αποφεύγω σκόπιμα, για να μην καώ. Αποζητώ τη ζέστη, τα μεγάλα μεσημέρια, τα σκιερά πλατάνια και τις ήρεμες θάλασσες. Το αλάτι στο δέρμα. Όσο περισσότερο περιμένω, τόσο πιο πολύ αποθεώνω την τσιγγουνιά των ευτυχισμένων στιγμών: Όσο τις προσδοκώ, τόσο περισσότερες μου μοιάζουν. Κάθε μέρα που τις ζω, λιγοστεύουν. Η ψυχή μου πονά στη σκέψη ότι η ευτυχία χάνεται, κάθε λεπτό που την γεύεσαι.
«Καιρός φέρνει τα λάχανα, καιρός τα παραπούλια» έλεγε η γιαγιά μου. Δεν αποφασίζουμε για όσα μας ξεπερνούν. Η ζωή και η φύση ορίζουν την πορεία των πραγμάτων, την ορίζουν σοφά και με τις σωστές αναλογίες - κάποτε τις βαφτίσαμε «μέτρο» και αισθανθήκαμε πολύ περήφανοι γι’ αυτό - και δεν μένει τίποτα άλλο παρά να ευθυγραμμιστούμε μαζί τους και να τις χαρούμε. Η άνοιξη είναι πάντα η περίοδος της ανανέωσης και της προσδοκίας. Είναι το τέλος της χειμερίας νάρκης σωμάτων και ψυχών από το κρύο και την καταπίεση του χειμώνα. Συμβολικά δηλαδή, γιατί, ας είναι καλά η κλιματική αλλαγή, τα τελευταία χρόνια μόνον βαρύ χειμώνα που δεν γνωρίζουμε. Συμβολικά πάντα ψάχνουμε να ξεφύγουμε από τη ρουτίνα και από την επανάληψη. Η άνοιξη μας εμπνέει. Η μέρα που ετοιμάζεται να μεγαλώσει μας προκαλεί και μας προσκαλεί να ανανεωθούμε και να ανανεώσουμε τις δυνάμεις και τις διαθέσεις μας για δράση.
Με ένα φλυτζάνι παγωμένο γαλλικό καφέ στο χέρι παρακολουθώ από τη μισάνοιχτη μπαλκονόπορτα τη μέρα να ξημερώνει και την πόλη να ξυπνάει. Ακούω τους ήχους του αόρατου θιάσου, ανυπομονώντας για την παράσταση.