Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Τα εισιτήρια αγοράστηκαν στην καρδιά του καλοκαιριού διαδικτυακά. Η παράσταση sold out δυο χειμώνες, άντε όμως με τον κορονοϊό να στηθείς σε ουρές! Τρεις μέρες νωρίτερα τηλεφώνησα: «Θυμάσαι ότι μεθαύριο είναι η παράσταση;» «Για χαζή με περνάς;» «Τι ώρα θα ξεκινήσουμε;» «Εφτά παρά τέταρτο θα είμαι έξω από το σπίτι». Έξι και μισή ήμουν στο αυτοκίνητο. Τα εισιτήρια εξαντλημένα από τον Δεκαπενταύγουστο, έπρεπε να πάμε αρκετά νωρίτερα, για να βρούμε να παρκάρουμε. Επτά παρά είκοσι τηλεφώνησα: «Αργείς;» «Ωχ! Μη μου πεις ότι σήμερα είναι το θέατρο!» «Δεν στο είπα προχτές;» «Κοίτα έχουμε μαζευτεί όλοι οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι στο σπίτι, τηλεφωνούμε σε ψηφοφόρους». Την έβρισα. Ντρέπομαι αλλά το έκανα. Άκουσε με τεράστια στωικότητα την έκρηξη και απτόητη απάντησε: «Ξέρεις ότι η πολιτική είναι το μεράκι μου. Η υποψηφιότητα είναι πάνω από την τέχνη. Έχω ευθύνη απέναντι στον λαό ….. στο κόμμα».
Αυτό το χάλι ζω έναν μήνα τώρα. Όλοι, γνωστοί και φίλοι, είναι υποψήφιοι. Τρέχουν. Παντού. Μόνον μαζί μου δεν έρχονται, γιατί δεν μπορώ να τους ψηφίσω. Λένε αλήθεια. Λένε ψέματα. Θέλουν να εκλεγούν. Να διοικήσουν. Να σώσουν. Να σωθούν. «Πάμε συναυλία;» ρώτησα μια συνάδελφο. «Αποκλείεται, έχω συνάντηση με τον σύλλογο καθαριότητας του Δήμου». «Τι σχέση έχεις εσύ;» «Καμία αλλά γι’ αυτό. Βρήκα μια άκρη, να ακούσω τα αιτήματά τους, να υποσχεθώ, να κερδίσω καμία ψήφο!» Πάει η συναυλία.
«Εσύ γιατί δεν είσαι υποψήφια; Την αυτοκριτική σου την έκανες;» με ρώτησε η επόμενη που έψαξα, να βγούμε για φαγητό. «Όλος ο κόσμος είναι υποψήφιος». «Εγώ δεν είμαι!» «Και δεν ντρέπεσαι; Πόσες προτάσεις είχες;» «Για ποιο πράγμα;» «Για τις εκλογές, ντε!» «Δεν είχα». «Μην το λες δημόσια, εμπιστευτικά στο λέω, δεν είναι ωραίο πράγμα»! Πάει και το φαγητό. Πήρα το αυτοκίνητο, ανέβασα την ένταση στο ραδιόφωνο και άρχισα βόλτες στην παραλιακή. «Έπρεπε να ήμουν υποψήφια;» Δυνάμωσα την ένταση! ΟΧΙ!
«Άσε, μην μου πεις! Δεν μπορείς να πάμε για μπάνιο, γιατί είσαι υποψήφια και τρέχεις». «Χαίρομαι που με καταλαβαίνεις». «Έχω μία απορία μόνον: την τελευταία φορά με την αντίπαλη παράταξη από αυτή που είσαι τώρα δεν ήσουν;» «Όχι εγώ ήμουν περιφερειακή πριν και τώρα είμαι δημοτική, αλλά στο ίδιο κόμμα. Για την αδερφή μου λες». «Άλλο κόμμα σε κάθε εκλογική;» «Δυο παρατάξεις σε πέντε χρόνια δεν είναι πολλές. Οι βουλευτές αλλάζουν περισσότερες! Μην είσαι πουριτανή! Κοίταξε να υποστηρίξεις την ανανέωση στις υποψηφιότητες. Να μη χρονίζουν οι ίδιοι και οι ίδιοι. Δεν είναι καλό για τον κόσμο».
Επιτέλους ξαφνικά χτύπησε το τηλέφωνο ένα απόγευμα: «Θα με ψηφίσεις;» «Δεν ψηφίζω Αθήνα». «Έστω! Πέρασε τουλάχιστον από το εκλογικό μου κέντρο να με βοηθήσεις λίγο». «Τι να κάνω δηλαδή;» «Να μιλήσεις με τον κόσμο που έχεις λέγειν, να ψήσεις κανένα- δυο, να θάψουμε τους απέναντι, να υποσχεθούμε….. Να μου μοιράσεις κανένα φυλλάδιο. Θα παραγγείλουμε και σουβλάκια. Μιλά απόψε στην πλατεία επικίνδυνος υποψήφιος και θέλω κόσμο. Να του σπάσει ο τσαμπουκάς»! «Δεν κάνω κέφι». «Δεν πήρες το γονίδιο του πατέρα σου! Τουλάχιστον θα μου γράψεις δυο λόγους που έχω να βγάλω;» «Όχι». «Γιατί όχι;» «Γιατί δεν ξέρω τι να γράψω». «Εγώ πάλι, όταν ζητάς τη γνώμη μου ξέρω τι να πω». Με αποστόμωσε. Και τους έγραψα. Και τους δύο. Και τους διάβασε. Αφού τους κάναμε πρόβα! Ωραία τους είπε. Διαλέξαμε και μουσική υπόκρουση! Γυρίσαμε μαζί και τα μαγαζιά και αγόρασε ρούχα. Όσο να ‘ναι χρειάζεται. Ήθελε να με πάει στην εκκλησία την Κυριακή για τη λειτουργία «Κόβουμε την καλημέρα» την απείλησα. Και γλίτωσα.
Χτες βράδυ χτύπησε απροσδόκητα το τηλέφωνο. «Έχεις όρεξη για κουβέντα;» «Εσύ δεν ασχολείσαι με τις εκλογές;» «Πότε να προλάβω, καλέ; 28 Αυγούστου δε γύρισα από την Αυστραλία;» Εκείνο το βράδυ μίλησα. Σαν άνθρωπος! Φοβάμαι δεν θα συμβεί ξανά. Ως τις εκλογές! Τουλάχιστον τις πρώτες!