Β΄ Μέρος

Οι μαθητές επιστρέφουν στα θρανία...

18/09/2023 - 14:02

Στο πρώτο μέρος του άρθρου παρατηρήσαμε πως τα σχολικά διδακτικά βιβλία που χρησιμοποιούνται σήμερα δεν είναι αποτελεσματικά και δεν ανταποκρίνονται πλήρως στις ανάγκες των μαθητών, παρόλο ότι συγγράφονται από πολυμελείς επιτροπές και εγκρίνονται από άλλες που αποτελούνται από αξιόλογους εκπαιδευτικούς. Βέβαια, όλοι αυτοί κινούνται με βάση κάποιες προδιαγραφές για τη συγγραφή των διδακτικών βιβλίων που συντάσσει το αρμόδιο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, αλλά σημασία έχει πώς υλοποιούνται οι προδιαγραφές αυτές. Από την άλλη πλευρά, οι κριτικές επιτροπές μοιάζουν με τις επιτροπές που παραλαμβάνουν τα δημόσια έργα, αλλά μικρή σημασία δίνουν στην ποιότητά τους. Για να μην πω πως αυτές συνθέτονται με τέτοιο τρόπο που να μην φέρουν αντιρρήσεις και έτσι να προχωρεί το έργο!

Μια από τις κακοδαιμονίες που ταλαιπωρούν διαχρονικά την εκπαίδευση είναι οι συχνές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που επιχειρούνται σε αυτή. Ο κάθε Υπουργός Παιδείας, ακόμη και της ίδιας κυβέρνησης, επιχειρεί τις δικές του αλλαγές σε αυτή. Η αλλαγή, όμως, του Αναλυτικού Προγραμματος σε μια τάξη μοιραία επιβάλλει και την αλλαγή των σχολικών βιβλίων. Υπήρξαν περιπτώσεις στο παρελθόν που άλλαξαν τα σχολικά βιβλία δυο μόνο χρόνια από τότε που τέθηκαν σε ισχύ για ακατανόητους λόγους, αν και είναι γνωστό από έρευνες πως και η πιο μικρή αλλαγή σε κάποιο τομέα χρειάζεται το ελάχιστο δύο χρόνια, για να αρχίσει να αποδίδει. Δίνεται η εντύπωση πως όσοι έχουν την τύχη τη Παιδείας και των παιδιών μας στα χέρι τους δεν ενδιαφέρονται τόσο για τα παιδιά, όσο για άλλα πράγματα, όπως , για παράδειγμα, η απορρόφηση κάποιων κονδυλίων που χορηγούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση γι’ αυτό τον σκοπό.

Τα ισχύοντα διδακτικά βιβλία μπορεί να είναι αισθητικά άρτια και ελκυστικά, αλλά από την άποψη του περιεχομένου είναι πολύ βαρετά, κουραστικά και αποκρουστικά. Και δεν μιλώ για τις αξίες που επιχειρούν να περάσουν στους μαθητές ή για τα μηνύματα που θέλουν να στείλουν. Αυτά έχουν πάψει από καιρό να έχουν οποιαδήποτε σχέση με την Ορθοδοξία και τον Ελληνισμό. Μιλώ για την οργάνωσή τους και την παροχή του μορφωτικού αγαθού. Οι συγγραφείς των βιβλίων δίνουν την εντύπωση πως προσπαθούν να περάσουν στους μαθητές όλα όσα οι ίδιοι γνωρίζουν για το κάθε αντικείμενο. Δεν προσπαθούν να διακρίνουν το σημαντικό από το ασήμαντο, το κοντινό από το μακρινό και να προσφέρουν σε κάθε τάξη αυτό που θα αποτελέσει τη βάση για την παραπέρα πνευματική ανάπτυξη των παιδιών.

Και το λέω αυτό, γιατί στην προσφορά του μορφωτικού αγαθού ισχύει η λεγόμενη αρχή της «αλληλοοικοδόμησης» της διδακτικής ύλης, σύμφωνα με την οποία η συνείδηση του ανθρώπου δεν είναι καμιά αποθήκη στην οποία συσσωρεύονται γνώσεις χωρίς καμιά σειρά και τάξη, αλλά ένα ενιαίο οργανικό σύνολο μέσα στο οποίο υπάρχει σύστημα και οργάνωση. Τούτο σημαίνει πως κάθε νέο γνωστικό στοιχείο που εισέρχεται στη συνείδηση εντάσσεται με οργανικό τρόπο μέσα στο συνειδησιακό σύνολο που ήδη υπάρχει, δηλ. κάθε νέα γνώση προσκολλάται και συμπληρώνει την προηγούμενη γνώση και προετοιμάζει την επόμενη. Έτσι, οι γνώσεις «αλληλοοικοδομούνται» και συμβάλλουν στην αύξηση και τελειοποίηση του πνευματικού συγκροτήματος της συνείδησης. Βέβαια, δεν είναι σαφές αν η θεωρία αυτή αφορά διαφορετικά στοιχεία της ίδιας θεματικής ενότητας ή διαφορετικές γνωστικές ενότητες που προστίθενται η μια στην άλλη κατά στάδια μέχρις ότου ολοκληρωθεί το οικοδόμημα της γνώσης. Δεν είναι σαφές μέχρι ποιου σημείου μπορεί να θρυμματιστεί η γνώση και ποια «θρύμματά» της πρέπει να προσφερθούν κάθε φορά στους μαθητές. Μπορεί, για παράδειγμα, να διδάξει κανείς την ονομαστική πτώση και μετά από 10-12 ώρες να διδάξει τη γενική κ.ο.κ ., όπως συμβαίνει στα νέα βιβλία της γλώσσας του Δημοτικού, ή να διδάξει το αόριστο άρθρο χωριστά από το οριστικό κ.λπ.; Τα προβλήματα γίνονται εντονότερα από το γεγονός πως οι επιμέρους επιτροπές που συγγράφουν βιβλία για το ίδιο αντικείμενο , π.χ. Γλώσσα ή Ιστορία , δεν επικοινωνούν μεταξύ τους καθόλου. Έτσι, παρατηρείται το φαινόμενο για το ίδιο θέμα να μαθαίνουν πιο πολλά τα παιδιά στο Δημοτικό παρά στο Γυμνάσιο!

Υπάρχει όμως και κάτι άλλο. Δεν είναι δυνατό, για παράδειγμα, στη γλώσσα να ζητείται από τους μαθητές ακόμη και της πρώτης τάξης του Δημοτικού να βάλουν σε μια παράγραφο έναν πλαγιότιτλο ή να σχολιάσουν ένα τίτλο, ενώ πουθενά δεν έχει διδαχτεί αυτός. Ή δεν είναι δυνατό να διδάσκει κανείς την παράγραφο, αλλά το κείμενο που χρησιμοποιείται στο βιβλίο να μην έχει καμιά παράγραφο με τα χαρακτηριστικά της σωστής παραγράφου!

ΟΙ συγγραφείς των βιβλίων φαίνεται πως υπερεκτιμούν τις ικανότητες των μαθητές και θεωρούν πως, για παράδειγμα, μπορούν να κατανοήσουν την «περιγραφή» μέσα σε ένα διδακτικό δίωρο. Για να γίνω πιο σαφής. Η «περιγραφή» διδάσκεται στο Δημοτικό, στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο. Η πρώτη ενότητα του βιβλίου της Γλώσσας της ΣΤ΄ Δημοτικού έχει ως στόχο να μάθουν τα παιδιά «πώς να περιγράφουν ένα πράγμα». Το κείμενο που χρησιμοποιείται είναι από το «Τα ψάθινα καπέλα» της Μ. Λυμπεράκη στο οποίο περιγράφεται το αυτοκίνητο του πατέρα της. Πέρα από το γεγονός ότι «πράγμα», αντικείμενο, δεν είναι μόνο το αυτοκίνητο κι ούτε ο τρόπος που περιγράφεται στο κείμενο μπορεί να θεωρηθεί «υποδειγματικός», οι συγγραφείς του βιβλίου θεωρούν πως οι μαθητές έμαθαν να περιγράφουν «τα πράγματα» και στο επόμενο μάθημα της ίδιας ενότητας περνούν στην «αφήγηση»!

Δεν ξέρω αν τα βιβλία που ισχύουν προσφέρουν στους μαθητές αυτό που πρέπει και με τον τρόπο που πρέπει. Δεν ξέρω αν τους ωφελούν πραγματικά πνευματικά. Είναι, όμως, σίγουρο πως τους βλάπτουν σωματικά. Είναι τόσο μικρά τα τυπογραφικά στοιχεία που χρησιμοποιούνται που κουράζουν τους μαθητές, οπωσδήποτε βλάπτουν την όρασή τους και τους απωθούν. Από την άλλη πλευρά, είναι τόσο πολλά τα βιβλία και τα τετράδια που αναγκάζονται να παίρνουν κάθε μέρα στο σχολείο, που δεν αρκεί μια μικρή τσάντα, αλλά είναι υποχρεωμένα τα παιδιά να σηκώνουν στον ώμο τους ένα μεγάλο βάρος ή να σέρνουν μεγάλους σάκους με ροδάκια. Όπως και αν έχει το πράγμα, αυτό εγκυμονεί κινδύνους για τη σωματική ακεραιότητα των παιδιών. Εμείς είχαμε μια πλάκα και ένα κοντύλι και μάθαμε γράμματα. Και τα σημερινά παιδιά δε χρειάζονται όλα αυτά με τα οποία τα επιβαρύνουμε. Και δε μιλώ για την ιδανική περίπτωση που κάθε μαθητής έχει το συρτάρι του στο σχολείο στο οποίο εναποθέτει όλα τα πράγματά του με τη λήξη των μαθημάτων και επιστρέφει ελεύθερος στο σπίτι! Μιλώ για την ανάγκη να απαλλαγούν οι μαθητές από τα περιττά βάρη με τα οποία τους φορτώνουμε. Ίσως οι γονείς πρέπει να οργανώσουν ένα κίνημα της «άδειας τσάντας». Θα είναι μεγάλη προσφορά στα παιδιά τους.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey