Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Το «Λιμάνι», ως αναπαράσταση της έννοιας της ασφάλειας ή ως αντίδοτο της εθνικής μας ανασφάλειας, υπήρξε βασικός όρος του Μεταπολιτευτικού πολιτικού λόγου. Ήταν ταυτόχρονα, η αναπαράσταση της στρατηγικής επιλογής της ελληνικής κοινωνίας στο αρχέγονο δίλημμα μεταξύ Ανατολής και Δύσης, σε όρους πολιτισμού, Διοίκησης και οικονομίας, να στραφεί προς δυτικά πρότυπα και συμμαχίες.
«Η Ευρώπη είναι το υπήνεμο λιμάνι που διασφαλίζει ...» είναι μια έκφραση που έχει επαναληφθεί χιλιάδες φορές στο δημόσιο λόγο.
Δεν είναι τυχαίο επομένως ότι η αρθρογραφία, η πολιτική επιχειρηματολογία, ακόμα και η σοφή πολιτική σάτιρα και γελοιογραφία, χρησιμοποιούν "θαλασσινά" επιχειρήματα για να εικονογραφήσουν τις πολιτικές εξελίξεις και τα μείζονα διλήμματα της χώρας.
Επί έτη τώρα, ακούμε περί «τρικυμισμένης θάλασσας», περί «παγόβουνων», περί «αναμενόμενης πρόσκρουσης στα βράχια», περί «Τιτανικού», περί του εάν «στραβός είναι ο γιαλός ή στραβά αρμενίζουμε», ... Θαλασσινές εικόνες καθότι ως Λαός και Πολιτισμός της Θάλασσας και της ναυσιπλοΐας, σ' αυτές διακρίνουμε ευκαιρίες και κινδύνους.
Σ' αυτές αναγνωρίζουμε δυνατότητες και αδυναμίες, ωφελήματα και απειλές, διαδρόμους επικοινωνίας... αλλά κι αυτό ακόμα το ανυπέρβλητο αναζωογονητικό αεράκι ψυχής και σώματος, την αύρα της θάλασσας. Πάντα, στο δημώδη λόγο, ο «καλός ο καπετάνιος, στη φουρτούνα φαίνεται...»! Το «Λιμάνι» επομένως δεν μπορεί παρά να συμπυκνώνει μια σοφία περί την ασφάλεια, το ταξίδι, τον προορισμό, την κατάληξη...
Κι ακόμα, πιο πέρα, ως Πολιτισμός που αναγνώρισε τον «κόλπο», κάθε μορφής κόλπο, ως συμπαγή απάντηση στο κορυφαίο ζήτημα ισορρόπησης μεταξύ Έρωτος -αναζήτησης- και Θανάτου -αποτυχίας και τέλους- πάντα «Λιμάνι» θα αναζητούμε προς σωτηρίαν και ανακούφιση!
Στην τρέχουσα συγκυρία της «υπερήφανης διαπραγμάτευσης» και των μεγάλων διχοτομικών διλημμάτων, το «Λιμάνι της Ευρωζώνης» επανέρχεται καθοριστικά στη δημόσια πρόσληψη των στρατηγικών διακυβευμάτων.
Έναντι των οποίων, η παθολογία της ανορθολογικής ισοπαλίας μεταξύ θετικών συναισθημάτων -π.χ. υπερηφάνεια- έναντι αρνητικών συναισθημάτων -π.χ. φόβος- παραμένει συστηματικά αναλλοίωτος! Ίσως για να μας υπενθυμίζει το διφυή χαρακτήρα τούτης της χώρας: θαλασσινοί και ορεσίβιοι! Ταξιδευτές και καθηλωμένοι!
Έχει ενδιαφέρον όμως να θυμηθούμε, εικαστικές σηματοδοτήσεις όπου το «Λιμάνι» έπαιξε σημαντικό ρόλο. Ο νους μου πάει κατ’ αρχήν σε ένα Βαλκάνιο κινηματογραφιστή, που πολύ αρέσει στους οπαδούς μιας Ελλάδας της Νότιας-Βαλκανικής ή του Βορειότερου Κράτους της Αφρικής ή του Δυτικότερου Κράτους της Μέσης Ανατολής ή ... σε αναλογία με τα θορυβώδη βαλκανικά μουσικά «χάλκινα»...
Αναφέρομαι στον Εμίρ Κουστουρίτσα: στην τελική σκηνή της ταινίας του, Underground, οι ήρωές του, αρειμάνιοι Βαλκάνιοι λεβέντες -αποφεύγω το συμφυές «λεβεντομ...», άντρες και γυναίκες, γλεντάνε και μεθοκοπάνε πυροβολώντας περήφανα στον αέρα, ενώ το μικρό νησί όπου έχουν στήσει το γλέντι τους αποκόπτεται σιγά-σιγά από την υπόλοιπη ήπειρο και αρμενίζει μόνο του στο πέλαγος.
Ο νους μου πάει, επίσης, στην ατελείωτη σειρά σκίτσων, με τον Έλληνα ή την Ελλάδα να πνίγεται μεσο-πέλαγα ή να πέφτει σε κάποιο γκρεμό, συνομιλώντας με κάποια ατελή και ανεπαρκή Ηγεσία. Η εικόνα της Ελλάδας, αποκοπτόμενης γεωλογικά από την Ευρωπαϊκή ήπειρο είναι πολύ της μόδας στη γελοιογραφική συμβολική.
Το τραγικό όμως, σε σχέση με το «Λιμάνι» και τη δική μου σχετική συμβολική αναπαράσταση, πάει πολύ πίσω στο χρόνο και, δυστυχώς, στην απλοϊκή κωμωδία. Οι παληότεροι θα θυμηθούν τί λέω, οι νεώτεροι ας ψάξουν,... να μάθουν επιτέλους.
Δείτε. Στην ιστορία του κινηματογράφου, υπήρξαν πολλές φιγούρες που μέσω της διακωμώδησης έθεσαν κρίσιμα ζητήματα: ο Τσάρλυ Τσάπλιν, το τρίδυμο των Αδελφών Μαρξ, ο Χοντρός και ο Λιγνός, ...
Στην ευρωπαϊκή εκδοχή αυτής της κατηγορίας, διέπρεψαν δύο Ιταλοί κωμικοί: ο Τσίτσιο Ινγκράνσια και ο Φράνκο Φράνκι.
Ειδικοί στο μπουρλέσκο, ασχολήθηκαν με τουρτομαχίες, γλίστρες και λάσπες, φοβερές αστοχίες... αλλά και ανάδειξη της ασυνεννοησίας ως στοιχείο του γελοίου! Από τις δεκάδες ταινίες τους, με τις οποίες γέλασαν γενιές και γενιές παλαιοτέρων -πλην «προφανώς» υποδεέστερων της μεγαλειώδους τρέχουσας σοφίας των «φρέσκων» προσώπων της ηγεσίας- μία "ατάκα" τους παραμένει ιστορικά καταγεγραμμένη.
Μια φράση που παραμένει παροιμιώδης - και όχι μόνον ιδιαίτερα αγαπητή, στους νεολαίους του τέλους της δεκαετίας του '60 και των πρώτων ετών του '70: όσοι αγάπησαν τις ταινίες τους, θα θυμούνται την περίφημη σκηνή, όπου όταν οι δυο κωμικοί είχαν κρυφτεί σε κάποιο πλοίο, βλέποντας ο Φράνκο μέσα από το φινιστρίνι, την ώρα που το πλοίο σαλπάριζε, την θέα του λιμανιού να αλλάζει, είπε απευθυνόμενος στον Τσίτσιο την γνωστή φράση: «Τσίτσιο, το λιμάνι φεύγει».
Δανείζομαι τη φράση τους και την εκπέμπω: «Τσίτσιο, το λιμάνι φεύγει»!
Τώρα, ποιος είναι «Τσίτσιο» και ποιος «Φράνκο», ποιο είναι το «Λιμάνι» και τί σημαίνει η αγωνία περί το γεγονός, ας κριθεί από τον αναγνώστη! Το μόνο που ελπίζω είναι να γίνει κατανοητή η διαφορά της αυθεντικής σάτιρας/κωμωδίας από την προπαγάνδα. Τελευταία, όλοι μας, πήραμε μάθημα επ' αυτού του ζητήματος. Και μάλιστα, από μη-αναμενόμενη πηγή: μιαν εκπομπή της Δημόσιας Γερμανικής τηλεόρασης, όταν καυτηρίασε τη στάση της γερμανικής κυβέρνησης επί του θέματος των πολεμικών αποζημιώσεων και του κατοχικού δανείου. Κύριε Λαζόπουλε, ακούς;
Και κυρίως ακούτε όλοι, Εσείς, που συναθροίζεσθε στα πανάκριβα shows και τροφοδοτείτε τις στατιστικές ακροαματικότητας του;
Αλλά κι αν στραφούμε στο μεγαλείο των «λιμενικών έργων» που μας παρέδωσε η Πολιτεία και το τεχνικό καθηγηταριάτο επί δεκαετίες τώρα, με γιγάντια κονδύλια και ευρωπαϊκές επιχορηγήσεις, αυτά που βλέπουμε στα κανάλια κάθε φορά που έχει μποφόρ στο Αιγαίο, πάλι για το πρόβλημα του «Λιμανιού» θα μιλήσουμε...
Το «Λιμάνι φεύγει»... και ως γνωστόν -ή μήπως όχι, λόγω της καταραμένης «αριστείας» στο ελληνικό Σχολείο: «Των οικιών ημών εμπιπραμένων, ημείς άδομεν»! Έτσι συνόψισε ο Θουκυδίδης την πορεία της Αθηναϊκής Πολιτείας προς την καταστροφή.
Αλλά προς τί ανάλογες αναφορές; Εδώ έχουμε διαγωνισμό για τους ευθείς απογόνους της κωμωδίας, από τον κ. Χαϊκάλη έως τους νεο-παγείς πολιτικά υπερήφανους!
Είναι να μη βλέπεις πια τηλεόραση, για να σώσεις ό,τι απομένει από τα νεύρα σου... Αλλά και να θυμάσαι ότι η ελληνική απόδοση του επωνύμου του Ciccio Ingrazia σημαίνει «χωρίς αμυχή»... και ο νοών νοείται!