Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Αρχές του Μάρτη 2015, μια από τις «συστημικές» εταιρείες δημοσκοπήσεων παρουσίασε τα ευρήματα της έρευνάς της περί των συναισθημάτων των πολιτών σχετικά με τα τεκταινόμενα της τρέχουσας διαπραγμάτευσης και τη στάση ή στρατηγική της νέας ελληνικής κυβέρνησης.
Σε πρώτο επίπεδο, η κυβέρνηση θα πρέπει να αισθάνεται ικανοποίηση: το 65% περίπου των πρόσφατων εκλογέων -ανεξαρτήτως εκλογικής προτίμησης- θεωρεί θετική την προσέγγιση της. Σε δεύτερο επίπεδο όμως τα πράγματα είναι πιο σύνθετα: το δείγμα των εκλογέων ρωτήθηκε για τα γενικότερα τρέχοντα συναισθήματα του, αποδίδοντας μονολεκτικό χαρακτηρισμό τους. Τα «θετικά» συναισθήματα, π.χ. αξιοπρέπεια ή υπερηφάνεια, άθροιζαν σε 85,6% των ερωτηθέντων.
Περιέργως, τα «αρνητικά» συναισθήματα, π.χ. φόβος ή ντροπή, άθροιζαν σε 85,5% των ερωτηθέντων. Με άλλα λόγια, για μια ακόμα φορά, προκύπτει ότι ο ανορθολογισμός είναι γλίσχρο έδαφος για την πολιτική σκέψη και πράξη: το μοντέλο του «υπερήφανα ντροπιασμένου» ή του «αξιοπρεπούς φοβισμένου» δεν οδηγεί πουθενά, πέραν μιας πρόσκαιρης αίσθησης κυριαρχίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πολιτικά κυρίαρχος, σήμερα, ως κόμμα και Λόγος. Η Κυβέρνηση είναι; Η απάντηση δεν είναι βεβαία.
Η κυριαρχία του ΣΥΡΙΖΑ στηρίζεται σε ένα πανδήμως αποδεκτό αφήγημα, που λέει περίπου: «...Η καθημαγμένη ελληνική κοινωνία αποδέχθηκε καρτερικά και επί έτη πλήθος περιοριστικών μέτρων, έχασε μισθούς, συντάξεις και άπειρες θέσεις εργασίας, πλήρωσε δυσθεώρητους φόρους, υποτίμησε εργασιακά δικαιώματα, ελευθερίες και δυνατότητες, έχασε το καλύτερο ανθρώπινο δυναμικό της, βυθίστηκε στην ύφεση, ιστορικά κόμματα διαλύθηκαν...
Ως Έλληνες κάναμε ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατό να αντιμετωπίσουμε τη μεγάλη οικονομική κρίση. Αντ’ αυτών, αντιμετωπίζουμε εχθρότητα, βαναυσότητα, ταπείνωση και τιμωρητική διάθεση... Κυρίως, από τους Γερμανούς στους οποίους σταθήκαμε ανοιχτόκαρδα το 1953, ως λαός, παρά τα δεινά και τη συμπεριφορά τους στην Κατοχή...».
Αντικειμενικά, κάθε μία από τις λέξεις αυτές είναι ορθή. Το ερώτημα είναι εάν το όλον συγκροτεί επιχείρημα πολιτικής στρατηγικής ή εάν είναι μια ακόμα εσωστρεφής επιβεβαίωση της γνωστής «αχαριστίας του ευεργετημένου» που ελαφραίνει την αγωνία και δικαιολογεί το θυμό μας ως πολίτες!
Ως Αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ συγκρότησε συνεκτικά το αφήγημα αυτό και κυριάρχησε. Η έλλειψη στρατηγικής της τότε Κυβέρνησης του έστρωσε το χαλί.
Το θέμα είναι ότι η σημερινή Κυβέρνηση δεν καλείται να το περιφέρει διεθνώς, ζητώντας από τους «άλλους» να καταλάβουν τα λάθη τους και τα πάθη μας. Αντιθέτως καλείται, κατά την άποψη μου, να επιλέξει ή έστω να ελιχθεί ανάμεσα σε τρία ταυτόχρονα διλήμματα:
1ο. Οικονομία έναντι πολιτικής. Το δίλημμα αυτό δεν είναι εθνικής κλίμακας, αλλά παγκόσμιας. Είναι ίσως το κορυφαίο και πλέον σύνθετο πρόβλημα της σύγχρονης δημοκρατίας.
Είναι στρατηγικά σωστό -ή λάθος- να το «εθνικοποιεί», να το ταυτίζει με το ελληνικό ζήτημα και την τρέχουσα κρίση μας; Τέτοιας κλίμακας πρόβλημα δεν μπορεί να παραμετροποιηθεί στα μέτρα μιας χώρας κι ενός πρόσκαιρου ζητήματος λογιστικής χρηματοροής. Ιδιαίτερα, όταν συνοδεύεται αυτοβούλως από επιχειρήματα περί γενικευμένης διαφθοράς και φοροδιαφυγής. Ο λόγος απλός: κάθε κακόπιστος συνομιλητής διευκολύνεται στο να αποδίδει τις αιτίες της κρίσης στον πολιτισμό της πρότερης δανεικής χλιδής μας και να εκφεύγει της ουσίας. Άλλα πράγματα χρειαζόμαστε... άλλης κλάσης ανάλυση είναι αναγκαία.
2ο. Σημειολογία του προβλήματος έναντι του προβλήματος ουσίας. Ας δεχθούμε ότι επετεύχθησαν λεκτικές «νίκες» ή πρόοδος επί της διαδικασίας. Η «τρόικα» ονομάζεται «Brussels Group», το Μνημόνιο «Πρόγραμμα», η παράταση «γέφυρα» και οι ελεγκτές «τεχνικά κλιμάκια». Ας σημειωθεί ότι η «τρόικα» όπως την ξέραμε έγινε «κουαρτέτο» -προστέθηκε και τέταρτο μέλος, εκπρόσωπος του Μηχανισμού Στήριξης, οι εκπρόσωποί της είναι ακριβώς τα ίδια φυσικά πρόσωπα, υπάρχουν διπλές αξιολογήσεις -και στις Βρυξέλλες και στην Αθήνα, η αξιολόγηση «τρέχει» κανονικά στο ...Χίλτον!
Η μόνη σταθερά είναι η κα Παναρίτη, απολύτως μνημονιακή ΓΑΠική ανακάλυψη, που μιλά για τις διαπραγματεύσεις σε ιδιωτικό Κολλέγιο των Αθηνών... περίεργος συμβολισμός θα έλεγα. Και η πραγματική οικονομία, σε όλα τούτα;
3ο. Συνέχεια του Κράτους έναντι α-συνέχειας της πολιτικής. Η Ελλάς στηρίζει τη διεθνή πολιτική θέση της, την ασφάλεια και τις διεκδικήσεις της σε ένα δύστροπο σύστημα Διεθνούς Δικαίου. Σ’ αυτό στηρίζονται, ανεξαρτήτως του πώς το έχει χειρισθεί το πολιτικό μας σύστημα διαχρονικώς, όλες οι παρεμβάσεις: από τα «Εθνικά θέματα» -Κυπριακό, «μακεδονικό», ΑΟΖ, κ.ο.κ.- έως τις γερμανικές αποζημιώσεις.
Το γεγονός αυτό σημαίνει πρωτίστως την αποδοχή της συνέχειας του Κράτους: οι κρατικές δεσμεύσεις τηρούνται απαρέγκλιτα, όποια κι αν είναι η εν ενεργεία Κυβέρνηση. Όποια απομάκρυνση από αυτό το σχήμα, σημαίνει αναίρεση κεντρικού δόγματος περί της συμμετοχής της Ελλάδας στο διεθνές σύστημα, ιδιαίτερα δε του θεμελιακού ηθικού επιχειρήματος που συστηματικά επικαλούμαστε ως χώρα.
Επ’ αυτών των διλημμάτων, ακούω κι ακούμε, θνητή φλυαρία από το πολιτικό σύστημα. Ίσως και θνήσκουσα, δυστυχώς. Το πρόβλημα είναι ότι δεν απαιτείται απάντηση ξεχωριστή σε κάθε ένα ξεχωριστά από τα διλήμματα αυτά· απαιτείται απάντηση στο συνδυασμό τους. Και κυρίως, ότι τα διλήμματα αυτά δεν αντιμετωπίζονται μέσω επικοινωνιακού χειρισμού, χαρισματικών προσωπικοτήτων και πολυμελών «συνεργείων» και βολικών αφηγήσεων.
Τα διλήμματα αυτά ετέθησαν από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό, εν ονόματι της χώρας. Ο αυτο-εγκλωβισμός σ’ αυτά, όσο δεν επιλέγονται απαντήσεις, καραδοκεί κι ο επικοινωνιακός χειρισμός έχει σύντομη ημερομηνία λήξης.
Όλος αυτός ο ανούσιος βερμπαλισμός τύπου Βαρουφάκη, Κωνσταντοπούλου, Κοτζιά, Καμμένου..., ο αστείος καυγάς με το σύμπαν, οδηγεί πουθενά; Αλήθεια είναι ικανοποιημένος με την εικόνα και ουσία παραγωγής του πρώτου νομοσχέδιου της Κυβέρνησης, «αυτό που γράφτηκε εδώ και δε μεταφράστηκε από e-mail»;
Ή μήπως του αρέσει η μετουσίωση της πρωτόγονης «πασοκοστρεφούς» προεκλογικής πρόβλεψης του περί «ζουρνά και νταουλιών» σε πράξη υπό τη σκηνοθετική επιμέλεια και υπερπαραγωγή του κ. Καμμένου στις παρελάσεις, ξέρετε αυτές που έμελλαν να καταργηθούν...
Μιας και στο δημόσιο λόγο, αφελώς αρκούμαστε να εξηγούμε δύσκολα πράγματα με απλοϊκές εικόνες, έχει κυριαρχήσει η έννοια της «κωλοτούμπας του Τσίπρα» έναντι όλων των ανωτέρω.
Ουδέν βλακωδέστερο και ρηχότερο, πολιτικά. Επειδή ακόμα κι αν ήταν νοητικά ικανοποιητική τέτοια μεταφορά ή παρομοίωση, ο κ. Πρωθυπουργός δεν εκτελεί αυτή την γυμναστική άσκηση: επιχειρεί «σπαγγάτο», δηλαδή αυτή την έκταση των ποδών εκατέρωθεν του κορμού, έως ότου το σώμα αγγίξει το έδαφος, ευθυγραμμιζόμενο με αυτό.
Κωλοτούμπα κάνουν και τα μωρά. Το σπαγγάτο απαιτεί θεληματική εξάσκηση, ευλυγισία, συστηματικότητα, αλλιώς καραδοκεί η αποτυχία και η εξάρθρωση των ισχίων. Άσε που εάν δεν ελέγξεις την κίνηση, κινδυνεύεις να βροντήξεις τη γενετήσια περιοχή στο πάτωμα... και πονάει πολύ!