Η τυραννία του μέσου…

01/07/2012 - 05:56
Όταν ο Gauss, ο Μέγας μαθηματικός της Θεωρίας των Αριθμών, τεκμηρίωσε τη λεγόμενη «κανονική κατανομή», στις αρχές του 19ου αιώνα, δε φανταζόταν, υποθέτω, τις συνέπειες της σύλληψής του στην κοσμοθεωρητική αντίληψή μας για το σύνολο, σχεδόν, των φυσικών και κοινωνικών φαινομένων.
Όταν ο Gauss, ο Μέγας μαθηματικός της Θεωρίας των Αριθμών, τεκμηρίωσε τη λεγόμενη «κανονική κατανομή», στις αρχές του 19ου αιώνα, δε φανταζόταν, υποθέτω, τις συνέπειες της σύλληψής του στην κοσμοθεωρητική αντίληψή μας για το σύνολο, σχεδόν, των φυσικών και κοινωνικών φαινομένων. Ως μαθηματική σύλληψη μας λέει ότι ένα φαινόμενο (π.χ. σωματικά γνωρίσματα, επιδόσεις, αποκρίσεις κ.λπ.) που αφορά σε ένα μεγάλο πλήθος ατόμων που συγκροτούν έναν πληθυσμό, περιγράφεται από το μέσο όρο του σχετικού μέτρου στον πληθυσμό αυτό αλλά και, υποχρεωτικά, από τις αποκλίσεις από το μέσο. Μάλιστα, το εξόχως σημαίνον είναι το δεύτερο. Η κλασσική στατιστική, που δομήθηκε γύρω από τον έλεγχο αυτής της κατανομής, ακριβώς αυτές τις αποκλίσεις μελετά για να εξαγάγει συμπεράσματα περί της υπόθεσης της κανονικότητας των φαινομένων.
Εκείνο που, υποθέτω, δεν μπορούσε να φαντασθεί ο αριθμοθεωρητικός Gauss ήταν ότι ως μοντέλο αντίληψης του Κόσμου, η κανονικότητα και ο μέσος όρος της - και κυρίως η στρέβλωσή της διά της αγνόησης των αποκλίσεων - θα μπορούσε να εξηγήσει το δομικό μοντέλο λειτουργίας του πολιτικού μας κόσμου. Κι αυτό, όχι βέβαια γιατί το πολιτικό σύστημα στρέφεται προς τα θεμελιώδη για να αντλήσει προοπτικές και συμπεράσματα, αλλά επειδή ως μοντέλο ερμηνεύει εκ των υστέρων άριστα τις παθογένειες της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας που αυτό δημιούργησε.
1. Τα πολιτικά κόμματα ως σύστημα αγνοούν τον πλούτο του ελληνικού «πληθυσμού» - στατιστικός όρος - στην κοινωνική, οικονομική, ιδεολογική και πνευματική του συγκρότηση και ποικιλομορφία. Εστιάζουν σε ένα τμήμα μόνον της κοινωνίας το καθένα, σε μιαν, κατά τους επικοινωνιολόγους, αρχετυπική «πελατεία»: έναν όρο κοινόχρηστο, όρο ύβρεως, που όμως χαρακτηρίζει την κατάπτωση του δημοκρατικού πολιτεύματος σε κομματοκρατία. Σε σχέση με την αρχική θέση του άρθρου αυτού, το ενδιαφέρον είναι ότι το παίγνιο της εξουσίας δεν επικεντρώνεται πλέον σε τάξεις - αστική, μικρο-αστική, εργατική … - ή σε πολιτικούς προσδιορισμούς - Δεξιά, Αριστερά, Κέντρο … -, αλλά σε «χώρους»: τα κόμματα εξουσίας διαγκωνίζονται στο πώς θα κατακτήσουν την καρδιά του λεγόμενου «μεσαίου χώρου». Παρά το γεγονός ότι ο όρος αυτός είναι προσκαίρως εκλογικά επιτυχής, αφού έφερε και τον Καραμανλή και τον Παπανδρέου στην κυβέρνηση, ως σόφισμα είναι θανατογόνο. Η πολιτική σούπα του επιστημονικά αδιευκρίνιστου «χώρου» και δη του «μεσαίου» οδήγησε την Ελλάδα στην κατάσταση που είναι σήμερα: πέραν του ότι λειτουργεί ως Κολυμβήθρα του Σιλωάμ για να αποκτήσει οντότητα και στέγη το σύνολο των κοινωνικών αλλοιώσεων και μεταλλάξεων της Μεταπολίτευσης, το μείζον είναι ότι αποκρύπτει και συσκοτίζει την πραγματικότητα και τη μόνη ελπίδα διεξόδου μας. Δεν υπάρχει μία «μέση» Ελλάδα, αλλά πολλές Ελλάδες που λειτουργούν παράλληλα και που προς το παρόν καταπιέζονται αφόρητα από τη διαδεδομένη «μέση», την ελισσόμενη νοικοκυροσύνη. Πρέπει να καταλάβουμε επιτέλους ότι δεν υπάρχουν μόνον οι μπεσατζήδες αλλά και οι μπεσαλήδες. Και ο νοών νοείτω, διακλαδικώς… Η μόνη ελπίδα μας είναι να μπορέσουν να ανασάνουν κι οι πολλοί δεύτεροι. Προϋπόθεση είναι τα κόμματα να απορρίψουν την ιδεολογία του «μέσου όρου»…
2. Το πολιτικό σύστημα αγνοεί τη σημασία και τις ανάγκες των «άκρων» της κατανομής των θέσεων, επιδιώξεων, δυνατοτήτων και επιδόσεων της κοινωνίας. Ας πάρουμε για παράδειγμα το εκπαιδευτικό μας σύστημα, όπου το φαινόμενο είναι πρόδηλο: οι μαθητές που για οίους λόγους δυσκολεύονται στο σχολείο, όπως επίσης και οι προικισμένοι, καταπιέζονται τοποθετούμενοι «εκτός συστήματος» όσον αφορά στην ικανοποίηση των αναγκών και των προσδοκιών τους. Οι πρώτοι, όσον κι αν βασιλεύει ο μετα-μοντέρνος «φιλάνθρωπος» παιδαγωγισμός, δε βοηθούνται αυθεντικά στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων τους, αλλά δήθεν «υποστηρίζονται» στο να συρθούν στο μέσο όρο. Εκεί όπου για πάντα θα είναι μέτριοι, ενώ θα μπορούσαν να αριστεύουν στο χώρο της έκκεντρης επιλογής του. Για το χαρτί, ρε γαμώτο… Οι δεύτεροι, οι προικισμένοι, είναι τα μεγάλα θύματα: με το απίστευτο πρόταγμα της πάταξης της «ελίτ», ένα από τα κορυφαία σφάλματα της Αριστεράς στην Ελλάδα, πνίγονται στο ρυθμό και τη σχετική ευκολία του μέσου όρου. Όσο συνεχίζεται ο εξισωτισμός της επίδοσης προς το μέσο όρο στο Σχολείο - δηλαδή, όλοι «ίδιοι» - που επιπλέον εμφανίζει μια συνεχή φθίνουσα τάση, τόσο το πρόβλημα θα εντείνεται. Χάνονται παιδιά, συνέχεια, στο πέλαγος της αγραμματοσύνης και της αμφιβολίας. Κι αυτό πρέπει να το καταλάβει το «νέο» Σχολείο έγκαιρα: αυτό το «νέο» δε δομείται με διαδραστικούς πίνακες και υπολογιστές στην τάξη, ανέτοιμους εκπαιδευτικούς και άθλια βιβλία και ύλη. Το Σχολείο είναι άνθρωποι, διακριτοί άνθρωποι κι η χώρα δεν αντέχει να τους «πουλά» και να τους χάνει…
3. Το πολιτικό σύστημα δεν αντιλαμβάνεται την άμεση συνέπεια των ανωτέρω: η πρόταξη του μέσου όρου οδήγησε αναπόφευκτα, σε βάθος χρόνου, στην επικράτηση του μέτριου και της μετριότητας σε όλα τα επίπεδα, τους κλάδους, τους οργανισμούς, τους θεσμούς. Και μόνον ότι στην τρέχουσα δημόσια συζήτηση περί της ανάγκης ανανέωσης του καταρρεύσαντος πολιτικού συστήματος επικρατεί το ερώτημα και ο φόβος περί της έλλειψης ικανών ή διαφορετικής αντίληψης στελεχών που θα μπορούσαν να κληθούν να αναλάβουν το έργο της ανασυγκρότησης της χώρας, αποτελεί την αδήριτη επιβεβαίωση του αποτελέσματος της επικράτησης του μέσου όρου.
4. Τέλος, το πολιτικό σύστημα φαίνεται να ευνοεί το μέσο όρο παντού διότι δι’ αυτού επιτυγχάνεται κάτι κρισιμότατο για την επιβίωσή του: ο συμψηφισμός της ευθύνης. Μεταξύ του κλέφτη και του εντίμου, ο μέσος όρος είναι ο ολίγον ένοχος ή ο παρά κάτι αθώος. Με άλλα λόγια, μια κατάσταση εύκολα διαχειρίσιμη ή παρακάμψιμη, μέσα στο κλίμα νομικισμού και ελεγχόμενης πληροφόρησης των Μ.Μ.Ε. που κυριαρχεί. Ιδιαίτερα, όταν ευσχήμως πλάθεται η εικόνα της συλλογικής συνενοχής και έχει αναχθεί σε επαναστατική αλλαγή η διαφάνεια και η καταπολέμηση της διαφθοράς. Σε πολιτικούς όρους, επιδιώκεται η αναχρηματοδότηση του χρέους και η ανάκτηση της διεθνούς αξιοπιστίας της χώρας μέσω της διατυμπάνισης της εντατικής θεραπείας της «ενδημούσας» ασθένειας της «απατεωνίασης». Απαράδεκτα πράγματα, προσβλητικά… Ποιοι είναι οι γιατροί, ποιοι οι ασθενείς και ποια η επιδημιολογία της εθνικής μας ασθένειας. Κανείς δε μας λέει, πολιτικά. Και κυρίως δεν αναλαμβάνει την ευθύνη να μας εξηγήσει το πώς καταλήξαμε έθνος μικρο-απατεώνων, εφόσον αληθεύει η διάγνωση. Κι ύστερα, μας εξοργίζει το δάκτυλο της Αφροδίτης…
Η κρίση στην Ελλάδα δεν είναι δημοσιονομική ή οικονομική. Είναι πρωτίστως πολιτισμική κρίση και κρίση του πολιτικού συστήματος, εκ της οποίας γεννάται και διατηρείται ως αποτέλεσμα το δημοσιονομικό μπάχαλο. Γι’ αυτό, η αντιμετώπισή της με τη λογιστική κοπτορραπτική της τετραμερούς (Κυβέρνηση και Τρόικα) είναι αδιέξοδη. Η κοινωνική έκρηξη, την οποία διάφοροι προβλέπουν και φοβούνται, δε θα προέλθει αποκλειστικά από την οικονομική δυσπραγία των Ελλήνων, αλλά από την απόρριψη του κρατούντος μοντέλου που αγνοεί την ποικιλομορφία του ελληνικού λαού, τις ανάγκες και δυνατότητες των έκκεντρων ομάδων του, που διατηρεί τη μετριότητα και τις διεργασίες συμψηφισμού των σφαλμάτων. Το κωμικοτραγικό της ιστορίας είναι ότι οι ευέλπιδες αλλαγές δεν έχουν καθαυτό δημοσιονομικό κόστος. Έχουν όμως το βαρύτατο κόστος της έντιμης και δημοκρατικά νομιμοποιημένης αντικατάστασης ενός θνήσκοντος πολιτικού συστήματος και προσωπικού. Αυτό θα είναι το νέο πολιτικό κόστος των ημερών μας, στην ανάληψη του οποίου θα κριθούν οι πάντες…

* Ο καθηγητής Ανδρέας Ι. Τρούμπης είναι Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αιγαίου.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey