Συνεχίζοντας από την Γέφυρα του Μαλλιόντα προς Ερεσό, ο δρόμος μπαίνει σ’ ένα «στενό» σε πέτρινες «πόρτες», με κάθετα βράχια. Αριστερά, ένα εκκλησάκι και μετά αμυγδαλιές και ένα παραπόταμο του Μαλλιόντα.
Συνεχίζοντας από την Γέφυρα του Μαλλιόντα προς Ερεσό, ο δρόμος μπαίνει σ’ ένα «στενό» σε πέτρινες «πόρτες», με κάθετα βράχια. Αριστερά, ένα εκκλησάκι και μετά αμυγδαλιές και ένα παραπόταμο του Μαλλιόντα. Αυτό «ξενερίζει» το πλάτωμα, τον επίπεδο τόπο του Πορτού, που συναντάμε μετά. Γύρω τα ηφαιστειογενή υψώματα έχουν χαρακτηριστικές μυτερές κορφές, όγκοι ηφαιστειακής λάβας που πάγωσε και στερεοποιήθηκε σε ορθογώνιες κολόνες.
Μάντρες σαν φίδια διασχίζουν τους γυμνούς τόπους ακόμα και στις σχεδόν κάθετες πλαγιές. Στον μικρό «κάμπο» με τα νερά και τους μεγάλους τεχνητούς νερόλακκους υπάρχουν σπιτάκια με περιβόλια και ένα γύρω οι πετρόχτιστες μάντρες με τα κοπάδια που κυριαρχούν στον τόπο. Μέρη κάπως εύφορα, απρόσιτα. Φαίνεται ότι κατά τους Μεταβυζαντινούς χρόνους φιλοξένησε εδώ μεγάλο οικισμό, με αρχές που επεκτείνονται στην εποχή της Αιολικής Ερεσίας. Εδώ στο φόντο επικρατεί η φιγούρα του Σκούντου, ενώ στον άμεσο περίγυρο το μάτι σκοντάφτει στο Ράχτο του Λουτρού, ένα γέννημα κωνικού σχήματος από ηφαιστειακούς στύλους.
Στην κορυφή του, κάτι σαν κτίσμα μάς θυμίζει τη γύρω ύπαρξη της ζωής σε πολύ μακρινούς τόπους.