Εκεί στο Χαλινάδο, λίγο πιο πέρα, αρχίζει το μεγαλείο του πευκοδάσους. Η συνεχής παρουσία του, παρά τις βαθιές χαρακιές των χυτάδων και των «αεροδιαδρόμων τους», φτάνει μέχρι κοντά στην Κώμη. Φαίνεται όμως, πως τα πράγματα δεν ήταν πάντα έτσι.
Εκεί στο Χαλινάδο, λίγο πιο πέρα, αρχίζει το μεγαλείο του πευκοδάσους. Η συνεχής παρουσία του, παρά τις βαθιές χαρακιές των χυτάδων και των «αεροδιαδρόμων τους», φτάνει μέχρι κοντά στην Κώμη. Φαίνεται όμως, πως τα πράγματα δεν ήταν πάντα έτσι.
Ο οικισμός πρέπει να επεκτεινόταν και απέναντι από το ποτάμι, προς τα ανατολικά, που το καταλαμβάνει τώρα το δάσος. Σε μια μύτη γης, ανάμεσα στο ποτάμι και σε ένα παραπόταμο του, στέκεται το υπαίθριο ιερό του Άη Δημήτρη (θέση 27). Πέτρες το σχηματίζουν, ένα πέταλο επάνω στα θεμέλια του παλιού. Ο μικρός αμφικιονίσκος του παραθύρου, μια αράβδωτη κολώνα και ένα μικρό κιονόκρανο, δείχνουν το μέγεθος του αγροτικού ιερού. Και όλα γύρω μέσα στις πευκοβελόνες. Μια χαμένη ιστορία.
Αντίθετα, στα δυτικά, εκεί που το ποτάμι συναντά το βορινό του κλάδο, στην περιοχή «Λειμώνες», ο Ταξιάρχης (άλλος ένας) καταλαμβάνει την θέση μιας παλαιοχριστιανικής βασιλικής (θέση 4). Κάτω από τον τεράστιο πρίνο, το ερείπιο φέρει τις παραστάδες της πύλης, τα θεμέλια και δύο μεγάλους αμφικιονίσκους, που δείχνουν τη διαφορά «τάξης» ανάμεσα σ’ αυτό και στο μικρό «Άη Δημήτρη». Ο αρχαιολόγος Στρατής Παρασκευαΐδης, ο «παράξενος», ο θεατράνθρωπος, ο λόγιος, είχε πάλαι ποτέ επισημάνει «εκ κεραμίνων πλακών δάπεδον». Παραδίπλα ο δρόμος περνά επάνω από μεγάλη γέφυρα, με τα δύο έμβολα από λαξευμένη πέτρα και το οδόστρωμα επάνω σε σιδεροδοκούς. Η κτητορική του επιγραφή αναφέρει ότι το έκτισε το «Γεωργικό Σωματείο Πρόοδος», της Αγίας Παρασκευής, στα 1932.