Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Γ΄ ΜΕΡΟΣ
Στο Β΄ Μέρος αυτού του άρθρου ασχοληθήκαμε με την οικτρή κατάσταση στην οποία βρίσκεται η ελληνική οικογένεια και τον αρνητικό ρόλο που παίζει ως παράγοντας αγωγής και παιδείας. Το έργο του γονιού στην διαπαιδαγώγηση των παιδιών έρχεται να συνεχίσει το σχολείο. Οι δάσκαλοι στην ουσία πρέπει να διδάσκονται από τους γονείς το αναντικατάστατο της θυσιαστικής πατρότητας και μητρότητας στο θέμα της αγωγής, ένα πνεύμα που κάποτε οφείλει να αντικαταστήσει τον επαγγελματισμό και τον προγραμματισμό στην Παιδεία και την Εκπαίδευσή μας. Γίνεται, όμως αυτό; Δυστυχώς όχι! Η παιδεία είναι μια συνεργατική διαδικασία και απαιτεί τη συνεργασία και συνεχή επαφή δασκάλου και γονιού. Όμως, ο γονιός επισκέπτεται το σχολείο μόνο για να πάρει τον έλεγχο του παιδιού του ή για να «μαλώσει» τον δάσκαλο για κάτι το «ανάρμοστο» που, κατά την κρίση του, έκανε αυτός σε βάρος του παιδιού του! Ο γονιός δεν έχει συνειδητοποιήσει πως, αν εκείνος έδωσε στο παιδί το «ζην», ο δάσκαλος το προετοιμάζει για κάτι πιο σημαντικό, το «ευ ζην».
Κι εδώ μου έρχεται στο νου η «παραβολή του σπορέως» (Κατά Ματθ. ΙΓ΄ 1-9). Ο Χριστός λέει: «Άλλοι σπόροι έπεσαν στη γη τη μαλακή και εύφορη και απέδωσαν καρπούς…». Σπορέας είναι και ο δάσκαλος και σπέρνει τους σπόρους της γνώσης και της αρετής στο μυαλό και την ψυχή των μαθητών. Είναι το έδαφος αυτό κατάλληλα επεξεργασμένο και δουλεμένο από την οικογένεια; Όχι. Γι’ αυτό και η προσπάθεια του σχολείου αποτυγχάνει.
Και δεν είναι μόνο αυτό. Σήμερα η εκπαίδευση ως θεσμός και κοινωνική κατάκτηση περνά βαθιά κρίση, με ευθύνη όλων των παραγόντων που σχετίζονται μ’ αυτή, της Πολιτείας, των εκπαιδευτικών, των συνδικαλιστών, των γονέων και των μαθητών. Παρόλο ότι αυτή διδάσκει την αρετή, η κοινωνία μας δεν βελτιώνεται, όπως δείχνουν τα σκάνδαλα που έρχονται στο φως καθημερινά, αλλά αντίθετα δηλητηριάζεται περισσότερο και ασφυκτιά μέσα στο βόρβορο στον οποίο όλο και πιο βαθιά βουλιάζει. Δικαστικοί παραβιάζουν τον όρκο τους, αστυνομικοί συνεργάζονται με εγκληματίες, πολιτικοί προδίδουν το συμφέρον των πολιτών, για να εξυπηρετήσουν τα προσωπικά τους συμφέροντα, κληρικοί και ιερωμένοι καταπατούν τον νόμο του Θεού και τη διδασκαλία του Ευαγγελίου. Γενικά, η διαφθορά διαβρώνει όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής.
Αυτό εύκολα μπορεί να εξηγηθεί. Η εκπαίδευση, το σχολείο, προβάλλει το λεγόμενο «κοινωνικό ιδεώδες» και προσπαθεί να πείσει τα παιδιά πως πρέπει να θυσιάζουν το ατομικό τους συμφέρον στο γενικό καλό, σύμφωνα και με τις πολιτικές αρχές του Περικλή που έλεγε: «Εγώ νομίζω πως μια πόλη, αν βρίσκεται σε καλή κατάσταση σαν σύνολο, ωφελεί πιο πολύ τους πολίτες απ’ ό τι αν έχει ευτυχισμένους πολίτες σαν άτομα, αλλά σαν σύνολο δυστυχεί. Γιατί, αν ένας άνθρωπος ευτυχεί σαν άτομο, αν καταστραφεί η πατρίδα, καταστρέφεται κι αυτός, αν όμως δυστυχεί σαν άτομο, πολύ περισσότερο διασώζεται, αν ζει σε μια ευτυχισμένη πατρίδα» (Θουκ. Β 60. 2-3). Ενώ, όμως, το σχολείο προσπαθεί να καλλιεργήσει στους μαθητές το «κοινωνικό και πολιτειακό ιδεώδες», η Κοινωνία καλλιεργεί το «ατομικιστικό ιδεώδες». Ενώ το σχολείο δείχνει στους μαθητές τον δρόμο της αρετής, της τιμής και της αξιοπρέπειας, της ηθικής και της δικαιοσύνης, η Κοινωνία και τα ΜΜΕ δείχνουν στους μαθητές τον δρόμο της κακίας και της ανηθικότητας, της ανεντιμότητας και της αδικίας. Αυτή είναι η κακοδαιμονία της παιδείας που παρέχεται στους νέους! Οι μαθητές και οι νέοι γενικότερα, σαν αληθινοί Ηρακλείς, στέκονται στο σταυροδρόμι της αρετής και της κακίας και προβληματίζονται ποιο δρόμο να ακολουθήσουν. Τελικά προτιμούν τον εύκολο και ευχάριστο δρόμο της κακίας, τον δρόμο της άνεσης και της «αρπαχτής», του εύκολου πλουτισμού και της απανθρωπιάς. Γι’ αυτό και το σχολείο έχει καταντήσει να κάνει τα παιδιά «έξυπνους διαβόλους», όπως είχε πει κάποιος.
Ένα παρόμοιο φαινόμενο είχε παρουσιαστεί στην Αθήνα του 5ου αι. π.Χ. Μετά τη νίκη των Αθηναίων εναντίον των Περσών οι σοφιστές πρόβαλαν το ατομικιστικό ιδεώδες και δίδασκαν την ανάγκη της με οποιοδήποτε τρόπο ατομικής προόδου. Αυτή τη βιοθεωρία καταπολέμησαν ο Σωκράτης, ο Σοφοκλής και ο Περικλής που πρόβαλαν και προώθησαν το κοινωνικό και πολιτειακό ιδεώδες. Τότε όμως οι Αθηναίοι ευτύχησαν να έχουν ένα μεγάλο πολιτικό, τον Περικλή, που κατόρθωσε με την πολιτική του να εναρμονίσει αυτές τις αντίπαλες και αντίρροπες δυνάμεις, να τις συμβιβάσει και να μην τις αφήσει να συγκρουστούν. Αντίθετα, στην Ελλάδα των τελευταίων χρόνων, όταν οι δάσκαλοι μιλούν για δημοκρατία, για ισότητα, για δικαιοσύνη, για τιμιότητα κλ.π., όταν προβάλλουν τις αξίες εκείνες στις οποίες στηρίχτηκε το ελληνικό μεγαλείο της αρχαιότητας, οι μαθητές μειδιούν και τους θεωρούν γραφικούς! Και οι αρμόδιοι περιορίζονται απλώς σε εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις!
Και οι μαθητές έχουν απόλυτο δίκιο… Γιατί βλέπουν -παλιά δεν είχαν αυτή τη δυνατότητα- να κυριαρχεί στην πολιτική, και όχι μόνο, ζωή η ανηθικότητα, η επιδίωξη της ικανοποίησης των ατομικών συμφερόντων, η αδιαφορία για το δημόσιο συμφέρον, η αναποφασιστικότητα, η υποκρισία, η έλλειψη σταθερότητας. Η κατάσταση θυμίζει τον 4ο αι. π.Χ., τον αιώνα του μαρασμού και της παρακμής της αθηναϊκής δημοκρατίας, τότε που τη δημόσια ζωή χαρακτήριζε ένα πνεύμα καχυποψίας, που οι Αθηναίοι απέφευγαν να πάρουν αποφάσεις για ζητήματα που παρουσίαζαν δυσκολίες (Δημοσθ., Κατά Φιλίππου, Α 38), αργούσαν να πάρουν αποφάσεις ή καθυστερούσαν να τις εκτελέσουν (Δημοσθ., Περί Παραπρεσβείας 185, 186 ) και δε συμμετείχαν στις συνεδριάσεις της Εκκλησίας του δήμου, αλλά απασχολούνταν με τα προσωπικά τους προβλήματα (Ισοκρ., Αρεοπαγιτικός , 83).
Είναι περιττό να τονίσει κανείς τον ρόλο που παίζει το παράδειγμα των μεγάλων, με την ενάργεια και την εποπτικότητά του, στην ηθικοποίηση της νεολαίας. Ο Δημόκριτος έλεγε «πατρός σωφροσύνη μέγιστον τέκνοις παράγγελμα» (Diels -Kranz, Αποσπ. Προσωκρ. ΙΙ 68 Β 208), ενώ ο Πλάτων ζητούσε από τον νομοθέτη να φροντίζει, ώστε οι ηλικιωμένοι να μη κάνουν και να μη λένε αισχρά πράγματα, για να μη δίνουν το κακό παράδειγμα στους νέους, γιατί, «όπου αναισχυντούσι γέροντες ανάγκη και τους νέους ενταύθα είναι αναιδεστάτους» (Νόμοι Ε 729 b, c). Και ο Ξενοφών έλεγε πως δεν αρκεί να διδάσκει κάποιος την αρετή, αλλά χρειάζεται και να την εφαρμόζει στην ιδιωτική του ζωή και πως «μέγα συμβάλλεται εις το μανθάνειν σωφρονείν τους παίδας ότι και τους πρεσβυτέρους ορώσιν ανά πάσαν ημέραν σωφρόνως διάγοντας» (Κύρου Παιδεία Α ΙΙ 8 ). Ο Τζέημς Μάλνγουιν έλεγε πως «τα παιδιά ποτέ δεν κατάφεραν καλά να ακούνε τους μεγάλους, αλλά ποτέ δεν απέτυχαν να τους μιμούνται». Όταν, λοιπόν, τα παιδιά βλέπουν πολιτικούς, δικαστικούς, ιερωμένους, αστυνομικούς, και μάλιστα ανώτατων βαθμίδων, να «δαιμονίζονται», γιατί να μη «δαιμονιστούν» και αυτά; Σήμερα συμβαίνει τα σχολεία να βγάζουν πολυμαθείς ακόλαστους, κι ένας πολυμαθής κι ακόλαστος είναι πολύ πιο επικίνδυνος από έναν αμαθή αλλά σώφρονα. Ας μη κατηγορούμε, λοιπόν, τα παιδιά και ας μη προσπαθούμε να τα διορθώσουμε. Ας προσπαθήσουμε να διορθώσουμε τον εαυτό μας. Τότε και αυτά από μόνα τους θα διορθωθούν…