Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Σήμερα λέω να φύγουμε για λίγο απ’ τα μείζονα και τα σοβαρά θέματα με τις (δημοσιογραφικές) «ραγδαίες εξελίξεις» που κόβουν το αίμα, και να περιπλανηθούμε σε χώρους και δρώμενα της ιδιαίτερης πατρίδας, μιας πατρίδας που θέλω να πιστεύω ότι δεν διαφέρει και πολύ από άλλες «ιδιαίτερες».
Συναντώ συχνά φίλους να κάθονται στα στέκια της παραλιακής του Βαθέος και να πίνουν το καφεδάκι τους «παρά βρομ’ αλός».
Η ποιητικότατη φράση της Ιλιάδας «παρά θιν’ αλός» (Α327, δηλαδή «πλάι στη θάλασσα», όπου ο Αχιλλέας αναζητά πικραμένος τη θαλασσινή του μητέρα, τη Θέτιδα) υστερεί ως προς τη δική μας «παρά βρομ’ αλός», στην οποία προσθέσαμε εκτός από τα θέλγητρα της πρώτης των αισθήσεων, κατά καιρούς, και τη δοκιμασία των οσμών.
Κι αυτό δεν είναι το μόνο.
Βρέθηκα πολλές φορές τον φετινό υετόπληκτο χειμώνα να περπατώ στους δρόμους της όμορφης πόλης υπό βροχήν. Ήταν μια σερβαϊβαλική εμπειρία, να μην έχει πουθενά στεγνό μέρος να πατήσεις, και να ζεις έτσι το ουρανόπεμπτο φαινόμενο βαθιά και έντονα μέχρι το (βρεγμένο) κόκαλο.
Αυτή την αίσθηση την ενδυνάμωνε και την εμπλούτιζε ο χώρος γύρω από το ερειπωμένο Ξενία (με την αποτρόπαιη έννοια και όχι με την αρχαία «φιλίας σημαντική») που εξελίσσεται σε ένα οργουελικό σενάριο:
Λες, τώρα θα ξεκολλήσει ένα κομμάτι σάπιου μπετού, και αν είμαι ο «τυχερός», θα γίνω πάνδημος ήρως του Βαθέος, μπορεί και «άγιος των ξενοδόχων»!
Ανακοινώθηκε ότι αυτό το σαράκι τελικά θα το αναστηλώσουμε. Για κατεδάφιση ουδείς λόγος, μιας και δεν θέλουμε να εναντιωθούμε και να αντιποιηθούμε την εξουσία του θεού, που ως γνωστόν έκτισε τον κόσμο, και δεν τον κατεδάφισε ...
Ένα άλλο που χαίρομαι είναι οι άθλιοι, στενοί και φιδοστρεφείς δρόμοι του νησιού που δεν σε αφήνουν να γλυκοκοιμηθείς στο τιμόνι. Ανά πάσα στιγμή πρέπει να είσαι έτοιμος να αλλάξεις πίστα.
Μάλιστα κατά διαστήματα προσφέρουν και δωρεάν ξεσκόνισμα του αυτοκινήτου από πελώρια σκίνα και αρκουδόβατα που σε περιμένουν μέχρι τη μέση του δρόμου ευσταλή και ακλάδευτα. Έχουν συμβάλει κι αυτά στο να εξαφανισθούν τα πεζοδρόμια προς μεγάλη τύχη των πεζών και δη των μικρών παιδιών που έτσι σφυρηλατούνται στον τροχαίο κίνδυνο.
Μ’ αρέσει τώρα το χειμώνα να επισκέπτομαι και το Ηραίον, εκεί που γεννήθηκε η Ήρα κάτω από μια λυγαριά στις όχθες του Ίμβρασου και που στο ίδιο μέρος την έκανε ο Δίας γυναίκα του, κι ας λέει το Άργος τα δικά του.
Τα βράχια που κατρακυλούν από το ύψωμα με την πρώτη πλημμύρα και γεμίζουν το τουριστικό θέρετρο, μου θυμίζουν τους λίθους (τα κατά τον χρησμό «οστά της μητρός των») που πετούσαν πίσω τους μετά τον κατακλυσμό ο Δευκαλίωνας και η Πύρρα και γεννηθήκαμε εμείς οι Σάμιοι και οι λοιποί θνητοί.
Μ’ αρέσει ακόμα να χαζεύω καμιά σαρανταπενταριά καραβοκύρηδες του χωριού να ιδρώνουν και να αγωνίζονται μέσα στην ασυγκίνητη νοτιά, ελλείψει επαρκούς μόλου, να ξενερίσουν τα ψαροκάικα.
Είδα μάλιστα μια τέτοια μέρα και τον Άγιο Πέτρο να φεύγει από το εκκλησάκι των δύο πολιούχων και να περπατάει πάνω στη θάλασσα για να τους βοηθήσει.
Το καλοκαίρι, που όπου να’ ναι θα ’ρθει, θα ξαναπάω πολλές φορές εκεί.
Μου αρέσει και για έναν πρόσθετο λόγο: Κάνω μια ψυχολογική έρευνα. Ερευνώ τα μαζοχιστικά αισθήματα των ευρωπαίων τουριστών που έρχονται κάθε χρόνο σε έναν τόπο που, πιστός και αμετακίνητος στην τήρηση των παραδόσεων, δεν αποφασίζει τόσα χρόνια να βάλει λίθον επί λίθου…