Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Β΄ Μέρος
Στο Α΄ Μέρος του άρθρου μου αναφέρθηκα στον σκοπό που θέτουν οι Τρεις Ιεράρχες όσον αφορά την εκπαίδευση, ένα σκοπό καθαρά ανθρωπιστικό. Στο σημερινό άρθρο θα προσπαθήσω να καταστήσω αυτό σαφέστερο με ειδικές αναφορές. Θα φανεί πως ο τρόπος με τον οποίο αυτοί προσεγγίζουν τα θέματα της αγωγής και της παιδείας των νέων είναι ρεαλιστικός και απίστευτα σύγχρονος και δημιουργικός.
Πρώτα πρώτα οι Τρεις Ιεράρχες θεωρούν τα παιδιά και τους νέους ως τον μεγαλύτερο θησαυρό για μια χώρα. Ο Ι. ο Χρυσόστομος αποκαλεί τα παιδιά «χρυσά αγάλματα» και θεωρεί την αδιαφορία των μεγάλων γι’ αυτά πολύ μεγάλο αμάρτημα. «Πάντων επέκεινα των αμαρτημάτων», λέει, «εστίν η περί τους παίδας ολιγωρία» (Προς πιστόν πατέρα, λόγος Γ΄,3 P.G. 47, 351 C). Ο ίδιος ,απηχώντας ιδέες που είχε εκφράσει πολύ ενωρίτερα ο Πλάτων, λέει για τους νέους : «Άγριον η νεότης πολλών δεομένη των διδασκάλων, παιδαγωγών, τροφέων. Καθάπερ τις ίππος αδάμαστος, καθάπερ τι θηρίον ατίθασσον, τοιούτον εστι η νεότης» . Δηλαδή ο Ι. ο Χρυσόστομος παρομοιάζει τη νεότητα με θηρίο αδάμαστο και άγριο που έχει ανάγκη από κάποιο χαλινάρι, από κάποιους κανόνες και αρχές, από πειθαρχία. Αυτούς τους κανόνες και αυτές τις αρχές καλείται να θέσει η αγωγή και η παιδεία που απευθύνεται σε αυτή.
Έπειτα, οι Τρεις Ιεράρχες πιστεύουν πως ο παιδαγωγός πρέπει να διδάσκει κυρίως με το παράδειγμά του, γιατί, όπως λέει ο Μ. Βασίλειος, «ο μη ποιών και διδάσκων αναξιόπιστός εστι εις ωφέλειαν» (Ερμηνεία εις τον προφήτην Ησαϊαν , 219, P.G. 30, 497 C) , δηλαδή «αυτός που διδάσκει, αλλά δεν κάνει αυτό που διδάσκει, αυτός που διδάσκει αλλά δεν εφαρμόζει τη διδασκαλία του είναι αναξιόπιστος και δεν ωφελεί σε τίποτε τους μαθητές του. Και ο Χρυσόστομος έλεγε «τούτο διδασκαλίας αρίστης , το εν πάσαις ταις παραινέσεσιν εαυτόν παρέχειν τύπον» (Εις την προς Φιλιππησίους, ομιλία ΙΔ΄, 2. P.G. 62, 285 Α), που σημαίνει πως αυτό είναι το γνώρισμα της άριστης διδασκαλίας, ο δάσκαλος να παρέχει ως παράδειγμα της διδασκαλίας του τον εαυτό του. Και δεν είναι μόνο αυτό που δείχνει πόσο σύγχρονο είναι το παιδευτικό σύστημα που προβάλλουν οι Τρεις Ιεράρχες. Αυτοί πίστευαν πως, για να είναι αποτελεσματικό το έργο της αγωγής που δίνεται στα παιδιά, πρέπει να ασκείται με αγάπη. Ο Χρυσόστομος διακήρυττε πως μόνο η αμοιβαία αγάπη ανάμεσα στον δάσκαλο και τον μαθητή μπορεί να καταστήσει το παιδευτικό έργο αποδοτικό. «Ουδέν ούτω προς διδασκαλίαν επαγωγόν », έλεγε, «ως το φιλείν και φιλείσθαι» (Εις την πρώτην προς Τιμόθεον, ομιλία ΣΤ’, 1 P.G. 62, 529 Δ).
Όμως οι Τρεις Ιεράρχες είχαν άποψη και για πρακτικά παιδευτικά ζητήματα. Μιλούσαν και για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να γίνεται η διδασκαλία! Έτσι, πίστευαν πως η διδασκαλία πρέπει να είναι βιωματική, εποπτική και ποικίλη, όχι μονολιθική και πληκτική. Ο ιερός Χρυσόστομος τόνιζε πως «τον παιδεύοντα ου δια ρημάτων μόνον, αλλά και διά πραγμάτων παιδεύειν χρη» (Εις το κατά Ιωάννην, Ομιλία Π’, 1 P.G. 59. 433 C), πως ο δάσκαλος πρέπει να εκπαιδεύει τους μαθητές του όχι μόνο με λόγια, θεωρητικά, αλλά και με την πράξη, και συμπληρώνει πως «Τούτο δε αρίστου διδασκάλου, ποικίλλειν τον λόγον» (Εις τον προήτην Ησαϊαν, 5. P.G. 56, 46C), δηλαδή πως είναι άριστος παιδαγωγός αυτός που ποικίλλει τη θεωρία του με παραδείγματα.
Και δεν είναι μόνο αυτό. Οι Τρεις Ιεράρχες προχωρούν ακόμη περισσότερο και εκφράζουν παιδαγωγικές απόψεις που θα μπορούσαν να ωφελήσουν κάθε σύγχρονο παιδαγωγό που θα τις ασπαζόταν και θα προσπαθούσε να τις εφαρμόσει. Συνιστούν, για παράδειγμα, πως η διδασκαλία πρέπει να γίνεται με διάλογο ανάμεσα στον διδάσκοντα και τον διδασκόμενο, γιατί αυτός γεφυρώνει το χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στις γενεές, αλλά και με χαρούμενο και ευχάριστο ύφος, γιατί αυτό καθιστά το έργο της αγωγής καρποφόρο και αποδοτικό. Ο ιερός Χρυσόστομος παρομοιάζει τον διάλογο με το αγκάλιασμα της μητέρας και λέει πως ό τι είναι το αγκάλιασμα της μάνας για το παιδί είναι ο διάλογος για την ψυχή. Όπως ο εναγκαλισμός δημιουργεί έναν αδιάσπαστο σύνδεσμο ανάμεσα στη μητέρα και το παιδί, έτσι ο διάλογος δημιουργεί πνευματική σχέση και συνάφεια ανάμεσα στις ψυχές. Ο ήρεμος διάλογος και η πειθώ κάμπτουν την επιθετικότητα και την αντιδραστικότητα των νέων. Από την άλλη πλευρά ο Μ. Βασίλειος διδάσκει για το χαρούμενο ύφος πως «βίαιον μεν μάθημα ου πέφυκε παραμένειν , τα δε μετά τέρψεως και χάριτος εισδυόμενα μονιμώτερόν πως ταις ψυχαίς ενιζάνει» (Ομιλία εις τον πρώτον ψαλμόν, 3 P.G. 29, 213 Α), δηλαδή το μάθημα που επιβάλλεται με τη βία από τη φύση του δεν παραμένει και δε διαρκεί, ενώ αυτό που γίνεται με ευχάριστο και χαριτωμένο τρόπο γίνεται μονιμότερο και παραμένει στις ψυχές.
Ακόμη και με τον τρόπο αντιμετώπισης των σφαλμάτων των μαθητών και της θεραπείας τους ασχολήθηκαν οι Τρεις Ιεράρχες. Ο Ιω. ο Χρυσόστομος λέει χαρακτηριστικά: « Ούτος άριστος ιατρείας τρόπος, μη μόνον τέμνειν, αλλά και επιδεσμείν τα έλκη , μη μόνον ελέγχειν , αλλά και παρακαλείν και παραμυθείσθαι» (Ότι επικίνδυνον και τοις λέγουσι και τοις ακούουσι το προς χάριν δημηγορείν, 1 P.G. 50, 653 B), που σημαίνει πως ο έλεγχος των διδασκομένων πρέπει να γίνεται με φειδώ, κατ’ ιδίαν, χωρίς τραχύτητα , αλλά με προσηνή διάθεση , ευσπλαχνία, μακροθυμία και ανεκτικότητα και πάντα με σκοπό τη βελτίωση του μαθητή. Κάτι ανάλογο τονίζει και ο Μ. Βασίλειος γράφοντας «Πατρικήι μεν ευσπλαχνίαι, λόγωι δε επιστημονικώι τα αμαρτήματα των νέων επανορθούσθαι δει» (Όροι κατά πλάτος, ερώτ. 15, P.G. 31, 953 Β).
Όπως φαίνεται από τα παραπάνω, οι Τρεις Ιεράρχες είχαν αναπτύξει ένα ολοκληρωμένο παιδευτικό σύστημα που έχει διαχρονική αξία και πολλά από αυτά που τονίζονται από αυτούς μπορεί να έχουν τις ρίζες τους στους αρχαίου Έλληνες παιδαγωγούς, αλλά εφαρμόζονται και σήμερα στα ελληνικά σχολεία, με μικρή, όμως, επιτυχία. Όμως δεν είναι μόνο αυτά (Συνεχίζεται).