Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Α΄ Μέρος
Όπως είναι γνωστό, κάθε χρόνο η Χριστιανική Εκκλησία τιμά από κοινού τους τρεις Μεγάλους Πατέρες και Οικουμενικούς Διδασκάλους, τον Μέγα Βασίλειο, τον Γρηγόριο τον Θεολόγο και τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο. Η εορτή αυτή εισήχθη στην Εκκλησία μας στα μέσα του 11ου αι. από τον Μητροπολίτη των Ευχαϊτών Ιωάννη Μαυρόποδα (1000-1070), όταν αυτοκράτορας του Βυζαντίου ήταν ο Κων/νος ο Θ΄ ο Μονομάχος (1000-1055). Σκοπός του Μαυρόποδα ήταν να δώσει τέλος στον φατριασμό που σοβούσε στο σώμα της Εκκλησίας για το ποιος από τους τρεις Ιεράρχες ήταν ο σπουδαιότερος και να συνενώσει τις τρεις ομάδες των Ιωαννιτών, των Γρηγοριτών και των Βασιλειτών που φιλονικούσαν μεταξύ τους.
Η εορτή των Τριών Ιεραρχών εκτός από τον θρησκευτικό της χαρακτήρα έχει και εκπαιδευτική διάσταση. Θεωρείται η εορτή των ελληνικών γραμμάτων καθόσον οι Τρεις Ιεράρχες συνέβαλαν τα μέγιστα στην ανάπτυξη της χριστιανικής διδασκαλίας σε συνδυασμό με την ανάπτυξη των αρχαίων ελληνικών γραμμάτων. Αυτός ο εκπαιδευτικός χαρακτήρας της εορτής των Τριών Ιεραρχών καθιερώθηκε στη χώρα μας στις 9 Αυγούστου του 1841 από το Ακαδημαϊκό Συμβούλιο του Οθώνειου Πανεπιστημίου (νυν ΕΚΠΑ) και γιορτάστηκε για πρώτη φορά στις 30 Ιανουαρίου του 1842. Το επόμενο έτος ο εορτασμός επεκτάθηκε σε όλες της βαθμίδες της εκπαίδευσης.
Η εορτή των Τριών Ιεραρχών είχε καθιερωθεί ως ημέρα αργίας για τα σχολεία Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Το καθεστώς αυτό ίσχυσε μέχρι και τα τελευταία χρόνια, οπότε το Υπουργείο Παιδείας «τίνων ρήμασι πειθόμενοι;» αποφάσισε να καταργήσει αυτή την αργία και να ορίσει με εγκύκλιο το 2023 πως «την 30η Ιανουαρίου, ημέρα εορτασμού των Τριών Ιεραρχών, ….πραγματοποιούνται εορταστικές εκδηλώσεις για την προσφορά των Τριών Ιεραρχών στα Γράμματα και εκκλησιασμός. Κατά τα λοιπά θα τηρηθεί το Ωρολόγιο Πρόγραμμα των μαθημάτων της ημέρας».
Όπως συμβαίνει στην ελληνική κοινωνία, υπάρχουν μερικοί «μικρόψυχοι» που θυσιάζουν την ουσία στο βωμό λογής λογής σκοπιμοτήτων και προσπαθούν να απαξιώσουν την προσφορά των Τριών Ιεραρχών στην ελληνική παιδεία και τα ελληνικά γράμματα. Έτσι, θεωρούν «όνειδος» και «ντροπή», όπως λένε, το γεγονός ότι ταυτίζουμε αυτούς τους «προδότες» του ελληνισμού με την ελληνική παιδεία! Η αλήθεια, όμως, είναι μία, πως αυτοί οι Τρεις Μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας έθεσαν παιδευτικούς στόχους που ακόμη και σήμερα η εκπαίδευση προσπαθεί μάταια να πετύχει. Οι Τρεις αποκαλούμενοι «Φωστήρες της Τρισηλίου Θεότητος» ως τελικό σκοπό της αγωγής των παιδιών δε θέτουν την «επιστήμη» μόνη, τη γνώση, γιατί ξέρουν, όπως ήξερε και ο Πλάτων «πως πάσα επιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης και της άλλης αρετής πανουργία ου σοφία φαίνεται», παρόλο ότι τη θεωρούν πολύτιμο κεφάλαιο στη ζωή των νέων. Θέτουν ως σκοπό το «ομοιωθήναι Θεώι , κατά το δυνατόν ανθρώπου φύσει» (Μεγ. Βασιλ. Περί του Αγίου Πνεύματος , 2 P.G. 32. 69B), δηλαδή την οντολογική μεταμόρφωση και θέωση του ανθρώπου μέσα από τη μετάληψη της εν Χριστώι ζωής. Ο Χριστός, η διδασκαλία του και ο τρόπος ζωής του είναι γι’ αυτούς το μόνο σταθερό σημείο προσανατολισμού της ύπαρξης του ανθρώπου.
Σκοπός της αγωγής και της παιδείας, σύμφωνα με τους Τρεις Ιεράρχες, είναι η μετατροπή του ανθρώπινου όντος σε Άνθρωπο και ο Ι. ο Χρυσόστομος ξεκαθαρίζει πως «Άνθρωπον αν καλέσαιμι τον την εικόνα του Θεού διασώζοντα…Το ταις εντολαίς του Δεσπότου κατακολουθείν, τούτο άνθρωπος» (Ιω. Χρυσοστόμου, Ομιλία ΚΓ΄εις την Γένεσιν, 3 P.G. 53.201Β). Φαίνεται, λοιπόν, πως ό τι ελκύει τον νου και την καρδιά των Τριών Μεγάλων Διδασκάλων δεν είναι απλώς η εγκόσμια γνώση και σοφία, αλλά η Ορθόδοξη Χριστιανική αλήθεια που από τη μια φωτίζει και καλλιεργεί το ανθρώπινο πνεύμα και από την άλλη μορφώνει τον χαρακτήρα του νέου ανθρώπου, με αποτέλεσμα την ανακαίνιση της κοινωνίας και την οργάνωσή της σύμφωνα με τις αρχές και το πνεύμα του Ευαγγελίου. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την επικαιρότητα των λόγων του Ι. Χρυσοστόμου: «Ει τους παίδας, προ των άλλων απάντων, επαιδεύομεν φίλους είναι τωι Θεώι και τα πνευματικά εδιδάσκομεν μαθήματα …..Πάντα αν απεπήδησε τα λυπηρά και μυρίων απηλλάγη κακών ο βίος ο παρών * εντεύθεν αν εκαρπωσάμεθα πάντες» (Ιω. Χρυσοστόμου, Προς πιστόν πατέρα, λόγος Γ΄, 19 P.G. 47. 381 D), που σημαίνει πως «αν διδάσκαμε τα παιδιά, εκτός από όλα τα άλλα, να αγαπούν τον Θεό και αν τους διδάσκαμε αυτά τα μαθήματα που σχετίζονται με το πνεύμα…. Όλα αυτά που προξενούν λύπη θα εξαφανίζονταν και η παρούσα ζωή θα απαλλασσόταν από μύριες συμφορές. Και από αυτό θα μπορούσαμε να ωφεληθούμε όλοι».
Είναι φυσικό ο στόχος που θέτουν οι Τρεις Ιεράρχες στο έργο της αγωγής και της παιδείας να σκανδαλίζει πολλούς «προοδευτικούς» και «δημοκράτες», όχι γιατί διαφωνούν κατά βάση με αυτόν, αλλά γιατί προέρχεται από τους κόλπους της Εκκλησίας. Πέρα από αυτό η εποχή μας δεν έχει κανένα πνευματικό υπόβαθρο, αλλά προωθεί με κάθε τρόπο το υλιστικό πρότυπο και προβάλλει ως απώτερο σκοπό της ύπαρξης του ανθρώπου τον πλουτισμό, τον καταναλωτισμό, την ευζωία και την καλοπέραση, πράγματα που δεν έχουν καμιά σχέση με την πνευματική διάσταση της ζωής που κηρύττει η Εκκλησία και η Θρησκεία.
Δεν είναι άσχετο το γεγονός πως τα ανθρωπιστικά αγαθά που τίθενται σήμερα ως σκοποί της παρεχόμενης στους νέους παιδείας όπως είναι η πολυμάθεια, η απελευθέρωση του ανθρώπου, το δημοκρατικό πνεύμα, η κοινωνική δικαιοσύνη κ.λπ. ή δεν αγγίζουν καθόλου τους νέους ή, και αν για κάποιο διάστημα τους συγκινήσουν και τους γοητέψουν, γρήγορα τους οδηγούν στην απογοήτευση και τον μηδενισμό. Έτσι, όμως, η ζωή του νέου ανθρώπου μετατρέπεται σε κόλαση, η ελευθερία σε άγχος, οι συνάνθρωποί του σε απειλή και η μοίρα του καταντά τραγική και αδιέξοδη (Συνεχίζεται).