Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Ακούω κάποιους να δηλώνουν ότι θα απόσχουν από την ψηφοφορία στις επερχόμενες εκλογές. Είναι, κυρίως, πρώην οπαδοί του ΠΑΣΟΚ και κάποιοι της ΝΔ, οι οποίοι στις εκλογές του 2015 ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, πιστεύοντας ότι έτσι θα έπαιρναν πίσω όσα τους έκοψαν οι Σαμαράς/Βενιζέλος από τη σύνταξη και όσα τους υποχρέωσαν να πληρώσουν για τον ΕNΦΙΑ.
Σήμερα, δηλώνουν απογοητευμένοι, διότι, όχι μόνον δεν πήραν πίσω τα «κομμένα», αλλά πλήρωσαν κι από πάνω κι άλλα περισσότερα, για να… προικίσουν το Γ΄ Μνημόνιο Τσίπρα/Καμμένου.
Παρ’ όλα αυτά, συνεχίζουν να επιμένουν ότι δεν ήταν αναγκαία η επιβολή των προ του ΣΥΡΙΖΑ Μνημονίων και ότι οι Παπανδρέου, Σαμαράς και Βενιζέλος ενήργησαν ως «εχθροί του λαού» και διέκοψαν -από… σαδιστικά, πιθανώς, ένστικτα κινούμενοι- την ευτυχία των Ελλήνων.
Κάποιοι, μάλιστα, επιμένουν να βρίσκουν και ελαφρυντικά στην πολιτική Τσίπρα/Καμμένου, οι οποίοι, παρά τις διακηρύξεις και υποσχέσεις τους -αντί να επιστρέψουν στις κερκίδες της πολιτικής, απ’ όπου, διαχρονικά, επιδίδονταν στο ασφαλές πετροβόλημα των «αστικών κομμάτων»- δέχτηκαν να εφαρμόσουν ένα επαχθέστερο και μακρύτερης διάρκειας Μνημόνιο «θυσιάζοντας» την «αριστερή ιδεολογία» τους, προκειμένου να… σώσουν το λαό από τα Μνημόνια των Σαμαροβενιζέλων!
Στην πραγματικότητα όλοι αυτοί που αλλαξοπίστησαν, αποβλέποντας στα «παχιά πιλάφια» και τα «ουρί» του αλλόθρησκου Παραδείσου, ντρέπονται να ομολογήσουν ότι πιάστηκαν κορόιδα από έναν τυχοδιώκτη πολιτικό που εκμεταλλεύτηκε το ναυάγιο της χώρας, που είχε προκαλέσει η οικονομική κρίση, για να κάνει το ρεσάλτο και να καταλάβει το ναυαγισμένο καράβι.
Δεν έχουν τη γενναιότητα να αναγνωρίσουν ότι η προσφυγή της χώρας στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και η υπαγωγή της στο καθεστώς του Α΄ και Β΄ Μνημονίου, ήταν -παρά τα λάθη και τις αστοχίες που διαπράχθηκαν και από τις ελληνικές κυβερνήσεις και από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς- ο μόνος τρόπος για να αποφευχθεί η άτακτη χρεοκοπία της χώρας και να εξασφαλιστεί η επιβίωση των κατοίκων της.
Και ότι αντίθετα, η παράταση -επί το επαχθέστερον- του μνημονιακού καθεστώτος για άλλα τέσσερα χρόνια, αλλά και η επιβολή της αποπνικτικής δημοσιονομικής πολιτικής των πλεονασμάτων 3,5% , μέχρι το 2022, και των 2,2% μέχρι το 2060 ότι είναι αποτελέσματα του τεράστιου ελλείμματος αξιοπιστίας, που προκάλεσε η αλλοπρόσαλλη πολιτική των Βαρουφάκειων παιγνίων, των επονείδιστων Δημοψηφισμάτων και της παγκοσμίως γνωστής colotumpa Τσίπρα!
Υπάρχει, όμως, και το επιχείρημα πολλών απογοητευμένων και μετανοιωμένων ότι όλοι οι πολιτικοί είναι ίδιοι, εξίσου ανίκανοι, ψεύτες και φαύλοι. Και ότι όποιος κι αν εκλεγεί θα κάνει τα ίδια με τους σημερινούς τυχάρπαστους που μας κυβερνούν.
Κατ’ αρχάς πρέπει να επισημάνουμε ότι η καφενόβια «αξιολόγηση» που καταλήγει σε ατεκμηρίωτες και αναπόδεικτες γενικεύσεις αυτού του τύπου -σε όποιο πολιτικό ή κοινωνικό σύνολο και αν αναφέρεται- είναι άδικη, διότι πολλές φορές η Ιστορία και η εμπειρία μας έχει καταγράψει περιπτώσεις που διέψευσαν -και μπορεί να διαψεύσουν και στο μέλλον- τέτοιες αφοριστικές γενικεύσεις.
Ναι, υπήρξαν και πολιτικοί που αγωνίστηκαν με αυταπάρνηση και γνήσια πατριωτική πίστη, προκειμένου να υπηρετήσουν τα συμφέροντα του λαού και της χώρας.
Ναι, πολλές φορές οι πολιτικοί ηγέτες αποδείχτηκαν κατώτεροι των περιστάσεων, υπήρξαν άθλιοι λαϊκιστές, κατευθυνόμενοι από ιδεοληψίες και μικροπολιτικές σκοπιμότητες, οι οποίοι με την πολιτική τους παρεμπόδισαν την πρόοδο της χώρας, τα κακά όμως μιας κακής διακυβέρνησης, σε κάθε περίπτωση, δεν συγκρίνονται με τα κακά που μπορεί να επιφέρει ο εκφυλισμός των θεσμών της αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας και η ακυβερνησία της χώρας, στην οποία οδηγεί η αποχή των πολιτών από την εκλογική διαδικασία.
Στα δημοκρατικά καθεστώτα οι εξουσίες πηγάζουν από το λαό κι αυτές οι εξουσίες ασκούνται με την ψήφο του λαού και την ανάδειξη των αντιπροσώπων του στο Κοινοβούλιο. Και εάν κάποιοι αδιαφορούν ή αρνούνται να ασκήσουν το συνταγματικό δικαίωμά τους και να επιλέξουν αυτούς που νομοθετούν και κυβερνούν επ’ ονόματί τους, τότε το δικαίωμα αυτό -νομοτελειακά- από τους πολλούς θα περιέλθει στους ολίγους και, με ευθύνη των απεχόντων, η Δημοκρατία θα μετεξελιχθεί σε ολιγαρχία και σε φαυλοκρατία.
Αλλά και στην περίπτωση που όλοι οι πολιτικοί ηγέτες και όλοι οι κομματικοί σχηματισμοί φαίνονται ίδιοι, κάποιοι θα υπάρχουν που εγγυώνται «το μη χείρον».
Μήπως, λοιπόν, πρέπει, ως πολίτες, με ευθυκρισία και τόλμη να θέτουμε στη δοκιμασία άσκησης εξουσίας εκείνους τους πολιτικούς, οι οποίοι έχουν, τουλάχιστον, αποδείξει στην διάρκεια της ζωή τους κάποιες αρετές;
Και μήπως πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι και χωρίς το σπάνιο είδος των χαρισματικών ηγετών, έστω και με τα μικρότερα μεγέθη πολιτικών, πρέπει να πορευτούμε στην πολιτική μας ζωή, αναλαμβάνοντας ως πολίτες την ευθύνη της υποστήριξης κάθε προσπάθειας που -έστω βήμα, βήμα- αποβλέπει στην πρόοδο της χώρας και -χωρίς διχαστικά «πρόσημα»- στην βελτίωση των συνθηκών της ζωής μας;