Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Επιδίωξη όλων των ανθρώπων από αρχαιοτάτων χρόνων ήταν η κατάκτηση της ευτυχίας. Οι αρχαίοι Έλληνες και γενικότερα οι άνθρωποι δεν έδιναν αξία απλώς στη ζωή, στο «ζην», κάτι που έτσι και αλλιώς είναι δεδομένο για όλους, αλλά επιδίωκαν την ευτυχισμένη ζωή, το «ευ ζην». Θεωρούσαν την ευτυχία το μεγαλύτερο αγαθό της ζωής και ήθελαν να τη χαίρονται και να την απολαμβάνουν. Ο Πλάτων έλεγε πως «όλοι ισχυρίζονται, ακόμη και οι πιο φαύλοι, πως η ευτυχία είναι το πιο σημαντικό από τα αγαθά της ζωής» (Ευθύδημος 279 c 7: Την ευτυχίαν πάντες φασί και οι πάνυ φαύλοι μέγιστον των αγαθών είναι»), ενώ ο Αριστοτέλης παρατηρούσε πως «θέτουμε την ευτυχία σαν απώτερο σκοπό των ενεργειών μας» (Ηθικά Νικομ. 1176 a 71: Ευδαιμονίαν τέλος τίθεμεν των ανθρωπίνων) .
Ήταν, λοιπόν, επόμενο οι διανοούμενοι της αρχαίας Ελλάδας να ασχοληθούν με αυτό το θέμα. Μελέτησαν το θέμα και προσπάθησαν να βρουν τα συστατικά της ευδαιμονίας/ ευτυχίας και τους παράγοντες εκείνους που μπορούν να την εξασφαλίσουν. Ο Αριστοτέλης κωδικοποιώντας κατά κάποιο τρόπο τις απόψεις που εκφράστηκαν σχετικά είπε πως δε στηρίζουν όλοι οι άνθρωποι την ευτυχία τους στον ίδιο παράγοντα. Είπε, λοιπόν, πως άλλοι τη στηρίζουν στο «έχειν», δηλαδή στα υλικά και κοινωνικά αγαθά που διαθέτουν, στοιχεία εξωτερικά, όπως το χρήμα, τα αξιώματα κ.λπ., άλλοι τη στηρίζουν στο «είναι», δηλαδή στις σωματικές, πνευματικές και ηθικές αρετές, στοιχεία εσωτερικά, και άλλοι στο «δοκείν», στην εντύπωση και γνώμη που έχουν οι άλλοι γι’ αυτούς, κάτι που δεν είναι καθόλου σταθερό και μπορεί να είναι ψεύτικο και απατηλό. Πιο συγκεκριμένα, ο Αριστοτέλης σύμφωνα με τον Διογένη τον Λαέρτιο έλεγε πως «η ευδαιμονία στηρίζεται σε τρεις κατηγορίες αγαθών: αυτά που σχετίζονται με την ψυχή που θεωρεί τα πιο σημαντικά ως προς τη δύναμή τους, μετά αυτά που σχετίζονται με το σώμα, όπως είναι η υγεία, η δύναμη, η ομορφιά και τα παρόμοια , και τρίτα στη σειρά αυτά που είναι εξωτερικά, όπως είναι ο πλούτος, η ευγενική καταγωγή, η δόξα και τα παρόμοια» (Διογ. Λαερτ. V 30).
Και ο Επίκτητος πιστεύει πως η ευδαιμονία του ανθρώπου είναι αχώριστα ενωμένη με την αρετή, με το «φρονίμως και καλώς και δικαίως ζην», αλλά θεωρεί βασικό στοιχείο της την αυτάρκεια, δηλαδή στη δυνατότητα που έχει κάποιος να ικανοποιεί τις απαραίτητες σωματικές και πνευματικές ανάγκες χωρίς να διαταράσσει την ηρεμία και την ισορροπία της ψυχής. Φαίνεται πως με αυτό συμφωνούσε και ο Σωκράτης ο οποίος έλεγε πως η ολιγάρκεια είναι αυτή που οδηγεί στην ευτυχία. Ξεκινώντας από το αξίωμα πως το θείο είναι απόλυτα ευτυχισμένο διερευνούσε τους λόγους αυτού του δεδομένου. Κατέληγε στην παραδοχή πως ο Θεός είναι απόλυτα ευτυχισμένος, επειδή είναι αυτάρκης και δεν έχει ανάγκη από τίποτε* δεν εξαρτάται από κανένα. Έτσι κατέληγε πως όσο πιο λίγες ανάγκες και επιθυμίες έχει κάποιος, τόσο πιο πολύ πλησιάζει το θείο και αποκτά τις ιδιότητές του. Αποκτά δηλαδή την ευδαιμονία. Δεν είναι άσχετος ο αρχαίος πλατωνικός λόγος πως πλούσιος δεν είναι αυτός που έχει πολλά, αλλά αυτός που αρκείται σε λίγα. Κάποιος παρομοίαζε την ευτυχία του ανθρώπου με ένα κλάσμα που έχει αριθμητή τη μονάδα (=ο άνθρωπος) και παρονομαστή τις ανάγκες και τις επιθυμίες του. Όσο οι επιθυμίες και οι ανάγκες του ανθρώπου λιγοστεύουν τόσο μεγαλύτερο μερίδιο ευτυχίας αποκτά αυτός.
Ο Αριστοτέλης, όμως, δίνει μια άλλη διάσταση σε αυτή την αυτάρκεια. Υποστηρίζει πως αυτή προεκτείνεται από το άτομο στην οικογένεια και στην κοινωνία, επειδή ο άνθρωπος είναι από τη φύση του «πολιτικόν ον» (Ηθικά Νικομ. 1097 b 8-11). Σύμφωνα με αυτά, η ευδαιμονία του ανθρώπου εξαρτάται από την ύπαρξη σ’ αυτόν διαφόρων σωματικών και ψυχικών αρετών και ορισμένων εξωτερικών αγαθών, αλλά η ατομική αυτή ευτυχία δεν μπορεί να είναι ανεξάρτητη από τη γενική ευδαιμονία και ευτυχία του συνόλου, της πολιτείας, μια και ο άνθρωπος ζει σε πολιτείες. Κάτι παρόμοιο υποστήριζε και ο Περικλής. Έλεγε πιο συγκεκριμένα: « Εγώ νομίζω πως μια πόλη που ευημερεί σαν σύνολο ωφελεί πιο πολύ τους πολίτες παρά, αν οι ίδιοι ευτυχούν, ενώ η πόλη σαν σύνολο δυστυχεί. Γιατί ένας πολίτης που βρίσκεται σε καλή κατάσταση ατομικά, όταν καταστρέφεται η πατρίδα, καταστρέφεται και αυτός μαζί, ενώ, αν δυστυχεί μέσα σε μια πόλη που βρίσκεται σε καλή κατάσταση, πολύ περισσότερο διασώζεται» ( Θουκ. ΙΙ 60).
Εξάλλου, οι αρχαίοι Έλληνες διανοούμενοι, όπως ο Πλάτων, παραδέχονται πως για την ευτυχία των πολιτών απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη «βέλτιστης πολιτείας», μιας πολιτείας που φροντίζει για τη σωματική, πνευματική και ηθική τελειοποίηση των πολιτών. Βέβαια, κανένα σημερινό κράτος δεν είναι ικανό να εξασφαλίσει την απαραίτητη γι αυτό τον σκοπό αυτάρκεια. Όμως, όσο μεγαλύτερη είναι η εξάρτηση ενός κράτους από ένα άλλο ή από άλλα, τόσο πιο αδύνατο θεωρείται, γιατί στερείται ένα μεγάλο μέρος από την αυτονομία και την ελευθερία του. Ας μη ξεχνούμε πως ο Περικλής ταύτιζε στον Επιτάφιό του την ευδαιμονία με την ελευθερία και έλεγε «το εύδαιμον το ελεύθερον». Βέβαια, η αυτάρκεια που θεωρείται προϋπόθεση της ανθρώπινης ευδαιμονίας δεν έχει μόνο θετικά αποτελέσματα. Έχει και αρνητικά. Μπορεί να οδηγήσει στην αλαζονεία και στην απομόνωση. Και αυτά με τη σειρά τους διαρρηγνύουν τον κοινωνικό ιστό. Σε κάθε τι , λοιπόν, χρειάζεται το «μέτρο».