
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Ο εγκλωβισμός της πολιτικής διαμάχης στην αδιέξοδο και άνευ προοπτικής «σύγκρουση» περί Μνημονίου - Αντιμνημονίου, παράγει πλέον απολύτως ορατά εκτρώματα. Εκτρώματα που σχετίζονται με την υποτίμηση ή και παράκαμψη της ανάγκης για ολοκληρωμένο σχέδιο ανάπτυξης της χώρας.
Ο εγκλωβισμός της πολιτικής διαμάχης στην αδιέξοδο και άνευ προοπτικής «σύγκρουση» περί Μνημονίου - Αντιμνημονίου, παράγει πλέον απολύτως ορατά εκτρώματα. Εκτρώματα που σχετίζονται με την υποτίμηση ή και παράκαμψη της ανάγκης για ολοκληρωμένο σχέδιο ανάπτυξης της χώρας.
Άλλα που αφορούν στην εδραίωση ενός αμιγώς απολιτικού λόγου που επικαλύπτει ψευδώς θέσεις και προτάσεις - όταν κι αν υπάρχουν - διαφόρων σχηματισμών. Τρίτα, που αναφέρονται στην έλλειψη ιστορικής ανάλυσης των τωρινών γεγονότων και που επιτρέπουν την προαγωγή απίθανων νοητικών σχημάτων για το μέλλον.
Ας πάρουμε ως συνολικό παράδειγμα τη χιλιοειπωμένη ατάκα περί «Βαϊμάρης». Διοχετεύεται μία αόριστη σύγκριση της τωρινής κατάστασης της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας, υπό την κρίση, με αυτήν της Γερμανίας του Μεσοπολέμου και «συνάγεται» τάχατε το συμπέρασμα, εκ παραλληλισμού, ότι πορευόμαστε προς τις τότε αγριότητες. Αυτός ο νοητικός «πουρές» είναι προβληματικός, επιτρέπει όμως τη διοχέτευση της λαϊκής αγανάκτησης και της ανασφάλειας σε απλοϊκές αντιδράσεις, όπως η παρουσίαση της κ. Μέρκελ με μουστάκι Χίτλερ στις διαδηλώσεις... Βγάζουμε τ’ απωθημένα μας έτσι, πολιτική δεν κάνουμε όμως.
Ο Χίτλερ δεν ήταν ένας «κακός» τρελός ως άτομο, ο Ναζισμός είχε στόχευση και πρόγραμμα κι αυτό το πρόγραμμα συνέγειρε έναν ολόκληρο λαό τότε.
Γράφει ο Mark Mazower, ο τόσο προσφιλής στη νεοδιανόηση που δε διαβάζει, τα εξής: «… Στα τέλη της δεκαετίας τού 1930 […] η Νέα Τάξη πραγμάτων του Χίτλερ φαινόταν πως είναι το μέλλον της Ευρώπης. Στη φιλελεύθερη υπεράσπιση των ατομικών ελευθεριών, οι Ναζί αντέταξαν τη φυλετική ευημερία της συλλογικότητας. Στο δόγμα του φιλελευθερισμού περί τυπικής ισότητας των κρατών αντέτειναν τη δαρβίνεια πάλη και την εξουσία των φυλετικώς ανώτερων. Αντί για την ελευθερία του εμπορίου, πρότειναν το συντονισμό των ευρωπαϊκών οικονομιών ως ενιαίας μονάδας, υπό τη γερμανική ηγεσία…» Αυτό είναι το ζήτημα, κυρίως η καταληκτική φράση του αποσπάσματος.
Λέω όμως, για τους πομπούς του χωλού παραλληλισμού της Βαϊμάρης, ότι αντί να αναδεικνύουν τέτοιας τάξης ζητήματα, εξαντλούν τη ρητορική προς το αλαλιασμένο πόπολο για το εάν είναι καλό ή κακό, για εμάς τους Έλληνες, να παραμείνει ο Σόιμπλε στο Υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας μετά τις εκλογές της, π.χ.. Είναι άραγε θέμα «καλού» ή «κακού» προσώπου;
Ή μήπως είναι θέμα ανάλυσης μιας στρατηγικής για την Ευρώπη και υιοθέτησης μιας εθνικής στρατηγικής έναντι αυτής; Κι αν ναι, πού θα συμβεί αυτό: εντός ή εκτός Ευρώπης; Ποιο ρόλο παίζουν οι συναισθηματικοί λεονταρισμοί προς εσωτερική κατανάλωση όταν οι κατραπακιές πέφτουν χαλάζι, αλλά ο καλλιτέχνης δεν εννοεί να τις καταλάβει - κατά παράφραση τίτλου παλαιάς ταινίας, όπου ο καλλιτέχνης αναστέναζε απέναντι στις σφαίρες;
Ταλαιπωρείται ο πολιτικός κόσμος και οι δημοσιογράφοι για το εάν η ΧΑ είναι ναζιστικό κόμμα. Τσακώνονται στη Βουλή και τα κανάλια επί του θέματος, σε μια προσπάθεια να υπερθεματίσουν επί θεμάτων όπου συμφωνούν. Υπάρχει απλή απάντηση, για όποιον αναγνώσει το Καταστατικό της, στο ίντερνετ: στην πρώτη παράγραφο αναφέρεται η προσήλωση στις αρχές του «εθνικοσοσιαλισμού».
Δεν καταλαβαίνω προς τι όλη αυτή η συζήτηση περί του χαρακτήρα της, όταν η ίδια δηλώνει τι είναι. Ακόμα και πολιτικά, δεν καταλαβαίνω γιατί δεν καταλήγουν στο απλό σχήμα, ως προκύπτει από τις δηλώσεις της: θέλει μιαν απομονωμένη χώρα αγροτών - με τις ντοματούλες στους μπαχτσέδες τους - με παραίσθηση ιστορικού μεγαλείου, που βρήκαν πετρέλαιο και θέλουν να το μοιραστούν ανάλογα με την ισχύ προσώπων και δικτύων.
Αυτό λέγεται Τέξας. Τελεία και παύλα.
Γιατί τα κάνουν αυτά και, κυρίως, εμείς γιατί τα δεχόμαστε; Μα επειδή, νομίζω, τελικό γνώρισμα όλης αυτής της λαίλαπας που έπεσε στο κεφάλι μας είναι η αποτίναξη του ορθού λόγου και η επικράτηση του μείζονος δεινού του λαϊκισμού. Τεράστιες οι ευθύνες όσων τον υιοθέτησαν ως μέσο πολιτικής. Θα επανέλθω στο επόμενο σχόλιο.