Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Τα εκλογικά αποτελέσματα σε οποιαδήποτε εκλογική αναμέτρηση - εν προκειμένω οι εσωκομματικές εκλογές του ΠΑΣΟΚ- είναι θεμιτό και αναγκαίο να αξιολογούνται και να αναλύονται, προκειμένου να βγουν και τα αναγκαία συμπεράσματα. Υπό αυτό το πρίσμα τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου για την ανάδειξη ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ προσφέρονται για ορισμένα συμπεράσματα. Το πρώτο από αυτά είναι ότι η σημερινή ηγεσία του κόμματος ναι μεν επαναβεβαίωσε την πρωτοκαθεδρία της, όπως άλλωστε έδειχναν και όλες οι δημοσκοπήσεις που ερευνούσαν τις προτιμήσεις όσων δήλωναν ότι θα πάνε να ψηφίσουν, αλλά με μια επίδοση που αποτελεί σαφές μήνυμα και προς την ίδια, αφού και σε ποσοστό και σε ψήφους, παρά την αύξηση των ψηφισάντων, υπολείπεται αρκετά από αυτά που πήρε στις εσωκομματικές εκλογές του 2021 που αναδείχτηκε στην ηγεσία.Το 30% που πήρε σε αυτές τις εκλογές, σε καμιά περίπτωση δεν συνιστά «ρεύμα» υπέρ της σημερινής ηγεσίας, όταν το 70% όσων πήγαν στις κάλπες έκαναν άλλες επιλογές προσώπων και αυτό το γεγονός κάτι δείχνει. Υποδηλώνει τη δυσπιστία της εκλογικής βάσης σε μια σειρά ζητήματα που ξεκινούν από τη λειτουργία του κόμματος και φθάνουν ως την ηγετική ομάδα -για μια κλειστή «παρέα» μίλησαν πολλοί που αποφάσιζε- και τη φυσιογνωμία του κόμματος. Βέβαια για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους κανένας από τους εσωκομματικούς «αντιπάλους», που κατέθεσαν υποψηφιότητα, δεν ανέπτυξε κάποια αξιοσημείωτη δυναμική, αφού οι τρεις άλλοι βασικοί διεκδικητές της ηγεσίας φάνηκε ότι είχαν ...οροφή στις προτιμήσεις του εκλογικού σώματος και διαγκωνίστηκαν μέχρι την τελευταία στιγμή, έχοντας οριακές διαφορές μεταξύ τους, ποιος ή ποια θα βρεθεί στο δεύτερο γύρο για να αντιμετωπίσει τον νυν πρόεδρο. Τελικά ο δεύτερος της εσωκομματικής αυτής κούρσας, ο Χ. Δούκας έκοψε στο φίνις το νήμα από τον Π. Γερουλάνο, και οδεύει στην αναμέτρηση του δεύτερου γύρου με τον Ν. Ανδρουλάκη καταγράφοντας ωστόσο μια «χαμηλή πτήση» στην Αθήνα, όπου εξελέξη πριν μερικούς μήνες δήμαρχος και στην Αττική συνολικά, όπου κατετάγη τέταρτος και ...καταϊδρωμένος! Εχουμε δηλαδή μια αναμέτρηση μεταξύ δυο υποψηφίων, που στη μεγαλύτερη περιφέρεια της χώρας , εκεί που κατοικεί σχεδόν ο μισός πληθυσμός της, στην Αττική, δεν ήταν στις πρώτες επιλογές όσων έσπευσαν στις εσωκομματικές κάλπες, αναδεικνύοντας μεταξύ άλλων και ένα σοβαρότατο πρόβλημα του χώρου, που επαναλαμβάνεται τα τελευταία χρόνια σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις, τη «διαφορά φάσης» ανάμεσα στις προτιμήσεις της περιφέρειας και των μεγάλων αστικών κέντρων, στην οποία μπορεί να προσδώσει κανείς πέρα από τα πολιτικά και άλλα χαρακτηριστικά. Το γεγονός ότι στην Αθήνα και συνολικά στην Αττική πριμοδοτήθηκαν οι Γερουλάνος και Διαμαντοπούλου, ενώ οι Ανδρουλάκης και Δούκας εμφανίστηκαν ισχυρότεροι εκτός Αττικής κάτι σημαίνει και δεν είναι για να το προσπερνάς έτσι, χωρίς περαιτέρω διερεύνηση.
Ωστόσο αυτό που φαίνεται να έκρινε εν πολλοίς το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου και ενδεχομένως και την τελική επιλογή της ηγεσίας, όπως άλλωστε σημειώναμε από αυτό το βήμα, ήταν η μαζικότητα της συμμετοχής και ποιο θα ήταν το εκλογικό σώμα που θα έσπευδε να πάει στις κάλπες. Οι 300 και κάτι χιλιάδες μέλη και φίλοι που προσήλθαν στις κάλπες ναι μεν είναι μια αξιοπρόσεκτη συμμετοχή, αλλά δεν είναι εντυπωσιακά μεγαλύτερη της προηγούμενης αντίστοιχης εσωκομματικής διαδικασίας του 2021, όπου είχαν ψηφίσει 270 χιλιάδες και αρκετά κάτω από τις εκτιμήσεις που μιλούσαν για 350 και πλέον χιλιάδες που πολλοί ανέμεναν να ψηφίσουν. Τελικά δεν σηκώθηκαν όλοι από τον ...καναπέ τους για να ψηφίσουν, παρά το ενδιαφέρον που προκάλεσαν σε ένα μεγάλο ακροατήριο, που καταγραφόταν σε όλες τις δημοσκοπήσεις, οι διεργασίες γύρω από την εκλογή νέας ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ. Η ισχνή αύξηση των ψηφισάντων σε σχέση με την προηγούμενη, με δεδομένη την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ, τη διεύρυνση της δυσαρέσκειας από την κυβέρνηση της ΝΔ, καθώς και τη δημοσκοπική ενίσχυση του ΠΑΣΟΚ τον τελευταίο καιρό που το έφεραν στη δεύτερη θέση, ήρθε να καταδείξει ότι το ΠΑΣΟΚ «επέστρεψε» τόσο όσο και παρά την εξόχως ευνοϊκή συγκυρία και τις αισιόδοξες εκτιμήσεις, απέχει ακόμη πολύ από τη φάση της «απογείωσης», που πολλοί προσδοκούν. Και πολύ «φοβόμαστε» ότι μετά το αποτέλεσμα της πρόσφατης εσωκομματικής κάλπης και της αναμενόμενης αυριανής εκλογής του νέου αρχηγού και ανεξαρτήτως ποιος θα είναι, η προσδοκία της όποιας «απογείωσης» φαντάζει ...ψαλιδισμένη κατά πολύ! Και πως να μην είναι, όταν το δίλημμα για την αυριανή αναμέτρηση εκλογής νέας ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ είναι αν θα δωθεί μια «δεύτερη ευκαιρία» στον Ν. Ανδρουλάκη, που ήδη έχει δείξει σαφή «δείγματα γραφής» της πολιτικής λειτουργίας του και των δυνατοτήτων του ως επικεφαλής του κόμματος που ηγείται τα τελευταία χρόνια, ή αν θα έχουμε «αλλαγή ηγεσίας» με την εκλογή του Χ. Δούκα, που «λανσάρει» ως συγκριτικό πλεονέκτημα του τη νίκη του στο Δήμο της Αθήνας, μια άλλη εκδοχή του συριζαίικου λαϊκισμού με έντονο αντιΜητσοτακικό λόγο, θεωρώντας ότι έτσι θα αποδομήσει το κυβερνών κόμμα και θα καταστήσει το ΠΑΣΟΚ ξανά κυβερνητικό. Ο μεν Ανδρουλάκης- και οι περί αυτόν- παρά τις διαβεβαιώσεις του ότι θα προχωρήσει σε διορθωτικές κινήσεις εμμένει ότι λίγο πολύ καλά τα έκανε, και κακώς τον αμφισβήτησαν, αφού το κόμμα βρίσκεται σε ανοδική πορεία, έστω ...τσιμπολογώντας, φαίνεται να έχει ...οροφή, ο δε Δούκας, παρά το γεγονός ότι εμφανίστηκε ως ο κύριος αντίπαλος της νυν ηγεσίας, δεν φαίνεται να έχει πείσει ότι μπορεί να διαχειριστεί επαρκώς και το δήμο της Αθήνας, όπου μάλιστα στο μικρό διάστημα που ηγείται πέρα από την απρόσμενη νίκη του δεν έχει να επιδείξει κάποια εντυπωσιακά δείγματα γραφής που να τον καθιστούν τον «κατάλληλο» και τον «επαρκή» για να ηγηθεί και του κόμματος. Τελικά τα «δυο καρπούζια σε μια μασχάλη» έπαιξε το ρόλο του στην τελική κρίση του κόσμου και απ ότι φαίνεται θα μετρήσει και στην αυριανή επιλογή για τη νέα ηγεσία.
Οπως και να έχει πάντως οι εσωκομματικές διαδικασίες του ΠΑΣΟΚ ομολογουμένως προκάλεσαν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης και των μέσων ενημέρωσης, πολλοί έστρεψαν τα ...μάτια τους στο ιστορικό αυτό κόμμα, που λόγω των εξελίξεων στον ΣΥΡΙΖΑ, των διεργασιών στο κυβερνών κόμμα και συνολικά των αναταράξεων που συντελούνται στο πολιτικό τοπίο, προσβλέπουν σε αυτό έναν αυξημένο ρόλο, ως ένα κόμμα της αντιπολίτευσης που μπορεί να αρθρώσει λόγο, να πάρει πρωτοβουλίες και να πρωταγωνιστήσει στις πολιτικές εξελίξεις που αναμένονται εν όψει και της επόμενης εκλογικής αναμέτρησης, όπου θα κριθεί και η αντοχή της σημερινής κυβέρνησης, αλλά και η δυναμική του χώρου που στοχεύει , έτσι τουλάχιστον δηλώνουν όλα τα στελέχη του, στην διακυβέρνηση της χώρας. Οποια και αν είναι η τελική έκβαση της εσωκομματικής αυτής αναμέτρησης στο ΠΑΣΟΚ, που ολοκληρώνεται αύριο με την ανάδειξη προέδρου, το ερώτημα της επόμενης μέρας για το πολιτικό σκηνικό συνολικά είναι αν αναμένεται κάποια έκπληξη για τους ευρύτερους πολιτικούς συσχετισμούς, όπου τα ανοιχτά μέτωπα είναι υπαρκτά και οι απρόβλεπτοι παράγοντες είναι βέβαιο ότι επηρεάσουν καταστάσεις. Σε περιόδους όπου οι αναταράξεις στο πολιτικό σκηνικό είναι δεδομένες, κάθε πρόβλεψη για τα μελλούμενα αν δεν είναι «πρόχειρη» σίγουρα έχει πολλούς αστάθμητους παράγοντες που την επηρεάζουν. Ωστόσο οι προσδοκίες πάντα υπάρχουν, προφανώς με την «οπτική» που βλέπει, ή που θέλει να βλέπει κανείς τα πράγματα. Και η συμμετοχή 300 και χιλιάδων πολιτών στον πρώτο γύρο των εσωκομματικών εκλογών του ΠΑΣΟΚ για την ανάδειξη νέας ηγεσίας, σε συνδυασμό με τον κατακερματισμό και το «μπάχαλο» που συμβαίνει στο ΣΥΡΙΖΑ, δημιουργεί προσδοκίες και επιβεβαιώνει αυτό που δείχνουν και οι δημοσκοπήσεις τον τελευταίο καιρό. Το «εκκρεμές» της κεντροαριστεράς στην Ελλάδα, άρχισε μετά από 10 και πλέον χρόνια, να επιστρέφει ξανά στο ΠΑΣΟΚ. Η αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για το κόμμα αυτό είναι υπαρκτή, αλλά οφείλεται περισσότερο στα «χάλια» που παρουσιάζει ο ΣΥΡΙΖΑ, με τα «τραγελαφικά» που συμβαίνουν στο χώρο αυτό, παρά σε κάποια «γοητεία» που εκπέμπει το ίδιο το ΠΑΣΟΚ, τουλάχιστον με τα μέχρι πρότινος δεδομένα που εξέφραζε η ηγεσία του. Γι αυτό και είναι πολύ νωρίς να εκτιμήσουμε, πόσο μεγάλη , πόσο γρήγορη και πόση διάρκεια θα έχει αυτή η προσδοκώμενη... επιστροφή του ΠΑΣΟΚ, όταν ακόμη δεν γνωρίζουμε ποια θα είναι η νέα ηγεσία, τόσο του επικεφαλής προέδρου , όσο και της ηγετικής ομάδας, που θα αναλάβει να προσδώσει δυναμική στο χώρο, να τον κάνει πιο ελκυστικό και πιο ανταγωνιστικό στο πολιτικό σκηνικό της χώρας μας. Οπως και να έχει η νέα ηγεσία του ΠΑΣΟΚ καλείται άμεσα , στοχευμένα και με τεκμηριωμένο λόγο να δώσει σαφή «δείγματα γραφής» της πολιτικής του πρότασης, ως ένα εν δυνάμει κόμμα εξουσίας που διεκδικεί την διακυβέρνηση της χώρας. Βέβαια για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, το ΠΑΣΟΚ μπορεί να βρίσκεται δημοσκοπικά στη δεύτερη θέση, μετά την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ και να καλείται να παίξει το ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης -και δεν αποκλείεται αν οι εξελίξεις στο ΣΥΡΙΖΑ πάρουν δραματικές διαστάσεις και προκύψει και νέα διάσπαση και αποχώρηση βουλευτών να αναδειχθεί και κοινοβουλευτικά στην αξιωματική αντιπολίτευση, διαθέτοντας πολυπληθέστερη κοινοβουλευτική ομάδα- ωστόσο εξακολουθεί να υστερεί δημοσκοπικά σχεδόν πάνω από 10 μονάδες από το κυβερνών κόμμα, ενώ απέχει άλλες τόσες περίπου για να μπορεί να διεκδικήσει την κυβέρνηση και να ...επιστρέψει δυναμικά στο κέντρο των εξελίξεων. Οι πολιτικές εξελίξεις του επόμενου διαστήματος και εν όψει των ερχόμενων εθνικών εκλογών θα είναι αυτές που μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα θα δείξουν αν το ΠΑΣΟΚ μπορεί να ξανανέβει στο τρένο της ιστορίας με προορισμό την διακυβέρνηση της χώρας, ή αν το έχασε οριστικά. Βέβαια πολλά θα εξαρτηθούν από τα αποτελέσματα της σημερινής κυβέρνησης Μητσοτάκη , που καλείται να διαχειριστεί τα μικρά και μεγάλά προβλήματα της χώρας, αλλά και από τις εν γένει διεργασίες στο πολιτικό σκηνικό, που η αλήθεια είναι βρίσκεται σε έντονη κινητικότητα, σε όλο το φάσμα του. Οι εξελίξεις στο ΠΑΣΟΚ απλά προηγήθηκαν και ακολουθούν τα τεκταινόμενα στο ΣΥΡΙΖΑ, οι διεργασίες στα δεξιά της ΝΔ και οι εσωκομματικές τριβές στο κυβερνών κόμμα που δημιουργούν εκ των πραγμάτων ένα «θολό» τοπίο που μένει να αποσαφηνιστεί που θα καταλήξει. Εν αναμονή λοιπόν ...