Τώρα τελευταία ξεσπάθωσαν στη χώρα μας διάφοροι απολογητές των Ελλήνων εργαζομένων. Δυο απ’ αυτούς γράφουν στην εφημερίδα που διαβάζω καθημερινά. Θα τους χαρακτήριζα… «αριστερούς» Ελληναράδες.
Τώρα τελευταία ξεσπάθωσαν στη χώρα μας διάφοροι απολογητές των Ελλήνων εργαζομένων. Δυο απ’ αυτούς γράφουν στην εφημερίδα που διαβάζω καθημερινά. Θα τους χαρακτήριζα… «αριστερούς» Ελληναράδες. Τους κακοφάνηκε πολύ που τώρα τελευταία διαδόθηκε εις «τας Ευρώπας» ότι οι Έλληνες εργαζόμενοι, ιδιαίτερα οι δημόσιοι υπάλληλοι, είναι τεμπέληδες. Γραφτήκανε διάφορα φαιδρά, για παράδειγμα συγκρίσεις ημερών εργασίας, διακοπών κ.λπ., κρύβοντας αυτό που ξέρουν πολλοί Έλληνες, ότι οι οχτώ ώρες στην καρέκλα του γραφείου δε σημαίνουν οχτώ ώρες χρήσιμης εργασίας. Μπορεί η απόδοση του υπαλλήλου να είναι μηδενική, ακόμα και αρνητική.
Δε θα ισχυριστώ ούτε για μια στιγμή ότι αυτά που ακολουθούν είναι τα συμπεράσματα μιας διεξοδικής κοινωνιολογικής μελέτης. Τέτοιες μελέτες πρέπει να γίνουν. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί οι υποψήφιοι διδάκτορες των τμημάτων Κοινωνιολογίας των ελληνικών πανεπιστημίων θεωρούν το θέμα αυτό ταμπού! Γιατί αυτή η σιγή; Μήπως και αυτοί εποφθαλμιούν κάποια καρέκλα στο Ελληνικό Δημόσιο;
Αυτά που ακολουθούν είναι διάφορα ενσταντανέ. Ας κάνει ο αναγνώστης τις συγκρίσεις του με τις δικές του εμπειρίες και ας βγάλει, αν μπορεί, κάποια συμπεράσματα.
Η ξαδελφούλα μου Ε.Μ. γεννήθηκε, ανατράφηκε και σπούδασε στη Ν. Υόρκη. Το 1977 η Ε.Μ. προσελήφθη σε ένα από τα τρανότερα υπουργεία, με γραφεία στο κέντρο της Αθήνας. Μπήκε, χωρίς μέσο, ένατη από δώδεκα υποψηφίους, κυρίως γιατί οι σπουδές της είχαν γίνει στα αγγλικά.
Μία από τις πρώτες δουλειές που της ανατέθηκαν, ήταν να συνεχίσει την καταγραφή όλων των μεταθέσεων των Ελλήνων διπλωματών. Οι δύο υπάλληλοι που είχαν αρχίσει την καταγραφή, σε δύο μήνες είχαν τελειώσει το ένα τρίτο των φακέλων. Η Ε.Μ. τελείωσε μόνη της τα υπόλοιπα δύο τρίτα σε ένα μήνα. Τότε πρωτοάκουσε το περίφημο «χαλάς την πιάτσα» (να υπάρχει άραγε παρόμοια έκφραση σε άλλη γλώσσα;). Όταν είπε στους συναδέλφους ότι «δεν μπορεί να γυρνάει στους διαδρόμους», της απάντησαν «δεν έχεις τηλεφωνήματα να κάνεις;»… «δεν έχεις γράμματα να γράψεις;»… «πήγαινε να δεις καμμιά βιτρίνα»… Στο διάστημα του ενάμιση μήνα που παρέμεινε η Ε.Μ. στο υπουργείο, έκανε και άλλες εργασίες: Τηλεφωνικός κατάλογος πρεσβειών και προξενείων. Έρευνα στη βιβλιοθήκη της Βουλής για ορκωμοσίες κυβερνήσεων κ.τ.λ..
Ξεχωριστή στη μνήμη τής Ε.Μ. έμεινε η εξής περίπτωση: Διπλωμάτες, μερικοί με το βαθμό υπουργού, έρχονταν στο υπουργείο και έδιναν τα στοιχεία τους. Η Ε.Μ. τα έγραφε διά χειρός σε κάρτα. Ο κλητήρας παρελάμβανε την κάρτα και την πλαστικοποιούσε. Η διαδικασία αυτή διαρκούσε ένα τέταρτο της ώρας. Οι εντολές των προϊσταμένων όμως ήταν ξεκάθαρες: Έπρεπε να πουν στους διπλωμάτες να επιστρέψουν στο υπουργείο για να παραλάβουν την κάρτα σε δέκα μέρες!
Το «δέκα μέρες» μού θύμισε μια δικιά μου εμπειρία: Πάω στο αρμόδιο γραφείο της Μελβούρνης για να ανανεώσω το αυστραλιανό μου διαβατήριο. Με καθίσανε σε μια καρέκλα και σε δέκα λεπτά μου φέρανε το ανανεωμένο μου διαβατήριο. Στην Ελλάδα η ανανέωση του διαβατηρίου μου πήρε δέκα μέρες!
Υπήρξα και εγώ δημόσιος υπάλληλος στην Ελλάδα. Πανεπιστημιακός δάσκαλος επί συμβάσει, εξομοιωμένος μισθολογικά με τη βαθμίδα του καθηγητή, άρα, κατά το νόμο, με τα καθήκοντα της βαθμίδας με την οποία ήμουν εξομοιωμένος μισθολογικά.
Η δεκαετία στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου υπήρξε πολύ ικανοποιητική. Και το μάθημα πήγε καλά, και η έρευνα ακόμη καλύτερα. Υπήρξαν φυσικά τα παρατράγουδα, τρικλοποδιές κ.τ.λ.. Κάποιος, που στην Ψωροκώσταινα περνάει για τρανός οικολόγος, είπε, όταν δήλωσα ότι δεν έχει νόημα να βγάζουμε περιβαλλοντολόγους μπλαμπλάδες και ότι πρέπει να οργανώσουμε εργαστήρια, ότι «θα μου ρίξει γροθιά». Ο ίδιος με είπε εργασιομανή και το εξαιρετικά χρήσιμο φασματόμετρο που μας χάρισαν οι Ιρλανδοί, το αποκάλεσε «απόσυρση». Κριτήρια νεόπλουτου βουτυρομπεμπέ! Τίποτε τέτοιο δε μου συνέβηκε στην εικοσιπενταετία που ήμουν δάσκαλος στο RMIT (Βασιλικό Ινστιτούτο Τεχνολογίας Μελβούρνης) της Αυστραλίας!
Τελειώνω αναθεωρώντας αυτά που έγραψα στην αρχή αυτού του άρθρου. Ότι υπάρχει στην Ελλάδα μια σχετική «σιγή» γύρω από το θέμα της αποδοτικότητας των δημοσίων υπαλλήλων, μια «ομερτά». Στην «Ελευθεροτυπία» της 25/8 υπήρχε μια ειδησούλα που τα λέει όλα. Την παραθέτω:
«Οι 34 μεγάλες εφορίες… κοιμούνται.
Σε καθεστώς αδράνειας βρίσκονται οι 34 μεγαλύτερες εφορίες που εισπράττουν περίπου το 70% των φορολογικών εσόδων. Οι 12 εξ αυτών δεν είχαν ελέγξει ούτε μία υπόθεση τον περασμένο Ιούνιο! Σε 6 εφορίες κάθε ελεγκτής πραγματοποίησε σχεδόν δύο ελέγχους, μόνο. Περισσότερες από 360.000 υποθέσεις εκκρεμούν.»
* Ο Διονύσης Συκιώτης είναι χημικός περιβαλλοντολόγος.