«για την ακριβή ενημέρωση του γραμματολόγου του μέλλοντος»

01/07/2012 - 05:56
Ανασκευή ανακριβειών τινών περί Ελύτη σε παλαιά συνέντευξη του Μανώλη Καλλιγιάννη στο δημοσιογράφο Στρατή Μπαλάσκα
Στο αγαπητό ΕΜΠΡΟΣ του Σαββάτου, της 10ης Ιουλίου 2010, δημοσιεύτηκε μια ενδιαφέρουσα αδημοσίευτη συνέντευξη του πρόσφατα εκλιπόντος, νεωτερικού Μυτιληνιού ζωγράφου, Μανώλη Καλλιγάννη - πνεύματος καινοτόμου και ανατρεπτικού - στο δημοσιογράφο Στρατή Μπαλάσκα, με τίτλο: «Άσ’ τα... ελληνικά πράγματα», μια συνέντευξη αποκαλυπτική, που όπως αναφέρει ο συντάκτης της, πάρθηκε λίγες μέρες μετά το θάνατο του Οδυσσέα Ελύτη. Πέραν του ενδιαφέροντος της συνέντευξης - αυτής καθ’ αυτήν - και ωρισμένων άγνωστων στοιχείων για τον Ελύτη, που κατατίθενται από τον Μανώλη Καλλιγάννη, υπάρχουν, ωστόσο, και αρκετές ανακρίβειες, προφανώς από έλλειψη ορθής ενημέρωσής του, όπως και κάποιοι αβάσιμοι ή αστήριχτοι ισχυρισμοί του, που θεωρώ χρέος, ως βιογράφος του Ελύτη, να ανασκευάσω, όχι, βέβαια, για να παραστήσω τον διορθωτή του - άπαγε απ’ εμού της βλασφημίας - αλλά, κυρίως, για την ακριβή ενημέρωση του γραμματολόγου του μέλλοντος, οποίος, ενδεχομένως, θα ήθελε να επικαλεστεί πληροφορίες με λάθη ή σφάλματα, τα οποία είναι φυσικό να αναπαραχθούν από τους μετέπειτα βιογράφους του ποιητή, κάτι που ασφαλώς θα έπληττε σοβαρά την εγκυρότητα και αξιοπιστία της βιο-βιβλιογραφίας του. Το κάνω μόνο από συνέπεια προς την αλήθεια, χωρίς και την ελαχίστη διάθεση να προβάλω τον πολυΐδμονα γνώστη, μολονότι κατέθεσα στα ελληνικά γράμματα τρεις ογκωδέστατους τόμους με βιογραφικά του Ελύτη και θα είχα, σε τελευταία ανάλυση, κάθε λόγο να γνωρίζω υπευθυνότερα παντός άλλου - και από πρώτο χέρι - πρόσωπα και πράγματα του βίου του.
Και θέλω εδώ να καταστήσω σαφές, σε ό,τι αφορά τα σφάλματα της συνέντευξης του Καλλιγιάννη, ότι τιμώ απεριόριστα τη μνήμη του. Η αποκατάσταση των εσφαλμένων δηλώσεων ή αναφορών του, όπως τις διατύπωσε για τον Ελύτη στο Στρατή Μπαλάσκα, δεν έχει, ουδέ πόρρωθεν - και το επαναλαμβάνω - και την παραμικρότερη πρόθεση να μειώσει (ή να υποτιμήσει) το πρόσωπό του, σεβόμενος καθ’ όλα το έργο, το ήθος και την προσφορά του, ενός καλλιτέχνη εξαίρετου, που έκλεισε με το θάνατό του τον κύκλο των χαμένων Μυτιληνιών ζωγράφων και ποιητών, της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Νομίζω ότι ακόμη και οι αυθαιρεσίες του Καλλιγιάννη «εντάσσονται» στο αντισυμβατικό και το πρωθόρμητο του χαρακτήρα του.
Μελέτησα καταλεπτώς, φράση προς φράση (ad litteram), τα αναφερόμενα στη συνέντευξή του και διορθώνω χονδρικά (grosso motto) τα κυριότερα των ανακριβειών που επισήμανα. Περιττό εδώ να πω, ότι ακόμη και σε υποτιθέμενα έγκυρα (ή «έγκυρα») φιλολογικά περιοδικά της Αθήνας, διαβάζω κατά καιρούς ένα σωρό ανευθυνότητες γύρω από τη ζωή του Ελύτη, «αποκαλύψεις» ή «πληροφορίες», που ανατροφοδοτούνται από το ένα περιοδικό στο άλλο, από τους ακόπως και αχρεωστήτως αντιγραφείς των μεταγενέστερων από τα προγενέστερα. Και ως απόδειξη της σπουδαρχίας και σπουδαιοφάνειας διαφόρων αυτοχρισμένων «οτρηρών» γραμματολόγων, δεν κάνω τώρα τελευταία - και όλως αδοκήτως - τίποτε άλλο από το να ανασκευάζω ποικίλα, τήδε κακείσαι, γραφόμενα περί Ελύτη, ή όσους σπεύδουν και με ρωτούν, μια και... «πολιτογραφήθηκα» - εκών, άκων - από ποιητής «στον εγκυρότερο - λέει - βιογράφο του Ελύτη, στα ελληνικά γράμματα», με αφορμή, προφανώς, το έργο μου Ο άγνωστος Ελύτης της Μυτιλήνης, σύμφωνα με την άποψη επώνυμου κριτικού αθηναΐκής εφημερίδας, δόξα που, το δηλώνω ρητώς, ουδέ κατ’ όναρ επιδίωξα, αφού - ανεξάρτητα από όσα έγραψα ή θα γράψω στο μέλλον - γεννήθηκα και θα πεθάνω ποιητής, που είναι η περηφάνια μου κι η αρχοντιά μου, για την οποία, άλλωστε, με βράβευσε (1989) και η Ακαδημία.
Πιο κάτω παραθέτω τις λανθασμένες ανφορές του Καλλιγιάννη στον Μπαλάσκα και την ανασκευή τους.
1) «[...] Θυμάμαι ότι ήμασταν με τον Αλβανόπουλο (sic) συμμαθητές...»!!!
Το πρόσωπο αυτό είναι ανυπόστατο στη ζωή του Καλλιγιάννη και πρόκειται, προφανώς, περί τυπογραφικού λάθους. Ο λόγος, βέβαια, για τον ποιητή Αργύρη Αραβανόπουλο, με τον οποίο ο Καλλιγιάννης ήταν συμμαθητής, φίλος και κουμπάρος (βάφτισε το γιο του Φίλιππο). Είχαν φοιτήσει κι οι δυο στο 2ο Γυμνάσιο Αρρένων Μυτιλήνης με καθηγητή τον Γεώργιο Βαλέτα και πνευματικό καθοδηγητή τους τον Αντώνη Πρωτοπάτση (γεννημένοι το 1923). Όπως, λοιπόν, σαφώς συνάγεται και από τα πιο κάτω συμφραζόμενα, πρόκειται για τον Αργύρη Αραβανόπουλο.
2) «Εμείς τον θαυμάζαμε - ο λόγος του Καλλιγιάννη για τον Ελύτη - αλλά η οικογένειά του, την οποία έτυχε να γνωρίζω από τον πατέρα μου, και προπαντός ο θείος του (sic) ο Ριρής, ο Αριστείδης Αλεπουδέλης (sic), αναφερόταν στον Ελύτη με άσχημο τρόπο… “Καλέ, ποιος Ελύτης; Αυτός δεν είναι Ελύτης, είναι αλήτης”, (trans sic) έλεγε. Διότι ο Οδυσσέας δεν ήθελε ποτέ να κάνει επάγγελμα» (sic).
Όλα όσα λέει πιο πάνω για τον Ελύτη ο Καλλιγιάννης, είναι πλήρως ανακριβή, τα τελευταία δε μάλιστα, περί του τρόπου της ζωής του και της άρνησής του να εργαστεί, κρίνονται τουλάχιστο υπερβολικά. Ας βάλουμε, λοιπόν, τα πράγματα στη θέση τους. Κατ’ αρχάς ο Ριρής δεν ήταν θείος του Ελύτη - όπως λανθασμένα αναφέρει ο Καλλιγιάννης - αλλά πρωτεξάδελφός του και το όνομά του (το Ριρής είναι υποκοριστικό) ήταν Θεόδωρος - Θοδωρής - Ριρής Αλεπουδέλης και όχι Αριστείδης Αλεπουδέλης. Ο Ριρής ήταν μονοχογιός του θείου του Ελύτη, και ιδιοκτήτης της έπαυλης της Σουράδας, Θρασύβουλου Αλεπουδέλη, μικρότερου αδελφού του πατέρα του Παναγιώτη. Ο Ριρής μαζί με τη μεγαλύτερη αδελφή του Ασπασία (Πιπίτσα) Αλεπουδέλη -σύζυγο, μετέπειτα, του μεγαλεμπόρου καπνού Χρήστου Ιωάννου- ήταν οι συγκληρονόμοι και συνιδιοκτήτες της ανακτορικής έπαυλης του πατέρα τους, στην οποία ο Ελύτης φιλοξενήθηκε -άλλοτε με την οικογένειά του, άλλοτε με φίλους του- αρκετές φορές, μια και ο πατέρας του δεν είχε δικό του σπίτι στη Μυτιλήνη.
Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις Ελύτη - Ριρή, μπορεί να μην ήταν πάντοτε οι καλύτερες (είχε κι ο Ριρής τις ιδιορρυθμίες του κι είχαν κατά καιρούς διαφορές), αλλά κατά κανένα τρόπο ο Ριρής δεν θ’ αποκαλούσε (ή θα θεωρούσε) τον πρωτεξάδελφό του Οδυσσέα αλήτη, διατυπώνοντας γι’ αυτόν τέτοιον βαρύ χαρακτηρισμό, πολλώ δε μάλλον που ο Ριρής του παραχώρησε, όχι λίγες φορές, την έπαυλη της Σουράδας για να φιλοξενηθεί (κάποτε και με φίλους του).
Μεταφέρω πιο κάτω μια περικοπή επιστολής του Ελύτη στον Tériade, της 19ης Οκτωβρίου 1966, γιατί αφορά εμμέσως και τον Ριρή. (Δες την επιστολή στο βιβλίο μου Αγαπητέ μου Tériade, σελ. 265, έκδοση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Λέσβου). Ο Ελύτης, λοιπόν, ανάμεσα σ’ άλλα, αναφέρει στον Tériade και τα πιο κάτω: «[...] Φθάνει ο ένας μήνας που πρόκειται να λείψω στην Αίγυπτο, τέλη Δεκεμβρίου ή μάλλον Ιανουαρίου (1967), όπως το έχω προγραμματίσει». Τελικά το ταξίδι του στην Αίγυπτο το πραγματοποίησε τον Φεβρουάριο του 1967 (Αλεξάνδρεια, Κάιρο, Λούξορ, Ασσουάν), παρέα με τον Ριρή, ο οποίος και του το πρότεινε, πληρώνοντας μάλιστα και τα εισιτήρια του ταξιδιού και αναλαμβάνοντας όλα τα έξοδα της διαμονής τους εκεί, μια και διέθετε οικονομική ευρωστία, μεγαλύτερος σε ηλικία από τον Ελύτη, γνωρίζοντας φυσικά την πενία του - κι οι δυο γεροντοπαλλήκαρα. (Δες στο ό.π. βιβλίο μου, σελ. 270). Για το ταξίδι αυτό με τον Ριρή στην Αίγυπτο, κάνει λόγο ο Ελύτης και στα Ανοιχτά Χαρτιά (Ίκαρος, Αθήνα, 1987, σελ. 247), στην ενότητα «Τα Όνειρα», στο κεφάλαιο «Όνειρο των Αγίων Μαύρων». («1.- Περίβολος μουσουλμανικού τεμένους πάνω στο ύψωμα. Θυμίζει την Citadelle του Καΐρου. Απόγεμα. Ο εξάδελφός μου Ρ. βγάζει φωτογραφίες. [...] Θέλω να φύγω απ’ αυτό το μέρος, μ’ ενοχλεί που ο σύντροφός μου - ο Ριρής - με καθυστερεί με τις φωτογραφίες του»). Προφανώς το... όνειρο αυτό του Ελύτη «κυοφορήθηκε» από τις εντυπώσεις του, από το κοινό ταξίδι του με τον Ριρή στην Αίγυπτο. (Δες και στο ό.π. βιβλίο μου, σελ. 282).
Τέλος ο ισχυρισμός του Καλλιγιάννη ότι ο Ελύτης δεν ήθελε ποτέ να εξασκήσει επάγγελμα, δεν ανταποκρίνεται πλήρως προς την αλήθεια. Σε γράμμα του στον Tériade της 8ης Σεπτεμβρίου 1951, του εξομολογείται τα πιο κάτω. (Δες στο ό.π. βιβλίο μου, σελ. 97): «[...] Όταν επιστρέψω - εννοεί απ’ τις διακοπές του στο Μεγάλο Πεύκο - θα αρχίσω να ψάχνω για να βρω δουλειά. Θα το κάνω μόνο και μονο για να μου δοθεί η δυνατότητα, με τον μισθό μου, να νοικιάσω ένα μικρό διαμέρισμα και να μείνω μόνος». (Ως τότε έμενε με τη μητέρα και τ’ αδέλφια του στη Κυψέλη, στην οδό Ιθάκης 31). Και σ’ άλλα σημεία των γραμμάτων του στον Tériade, ο Ελύτης τού κάνει λόγο για τις προσπάθειές του να βρεί βιοποριστική εργασία, από τη στιγμή που αποφάσισε να διαχωρίσει τη θέση του από την εύπορη οικογένειά του. Όμως το πρόβλημα βρισκόταν αλλού. Ο Ελύτης πάσχιζε να βρει δουλειά της επιλογής του - παναπεί της αρεσκείας του - και φυσικά όχι δημοσιοϋπαλληλική. Κια βέβαια τέτοια δουλειά στα μέτρα του, ή όπως τη φανταζόταν εκείνος, δεν ήταν εύκολο να βρεθεί. Παρ’ όλα αυτά, εργάστηκε, περιστασιακά, σε τρεις περιόδους της ζωής του. Συγκεκριμένα, όπως μαρτυρεί κι ο ίδιος στα Ανοιχτά Χαρτιά (σελ. 435), μετά την απελευθέρωση, με προτροπή του Σεφέρη - διευθυντή του πολιτικού γραφείου του τότε αντιβασιλέα Δαμασκηνού - ανέλαβε τη διεύθυνση προγράμματος του νεοσύστατου, τότε, Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας (1945 - 1946), για μικρό όμως διάστημα, θέση στην οποία επανήλθε το 1953, επί κυβερνήσεως Παπάγου, για έναν ακόμη χρόνο, και πάλι το 1974, μετά από φιλική σύσταση του Δημήτρη Χορν, ως πρόεδρος, πλέον, του διοικητικού συμβουλίου του τότε Ε.Ι.Ρ.Τ., θέση στην οποία έμεινε τρεις μόλις μήνες. Και στις τρεις όμως περιπτώσεις, διαφωνώντας πάνω σε θέματα του προγράμματος, υπέβαλε παραίτηση οικειοθελώς. Εντελώς επίσης περιστασιακά έκανε κατά καιρούς κι άλλες δουλειές, αλλά μη βρίσκοντας μόνιμη απασχόληση, ήταν φυσικό να αντιμετωπίζει πάγια οικονομικά προβλήματα.
Συνεπώς οι αιτιάσεις του Καλλιγιάννη ότι ο Ελύτης δεν ήθελε ποτέ να κάνει επάγγελμα, κρίνονται υπερβολικές. Όντας ασυμβίβαστος στις ιδέες του, δεν του ήταν εύκολο ή ευχάριστο να... «συμμορφώνεται» κάθε φορά με τους όρους εργασίας που του προσέφεραν, με αποτέλεσμα να αναγκάζεται συχνά να ζητάει δανεικά, πότε απ’ τον Εμπειρίκο και πότε απ’ τον Κατσίμπαλη.
3) «[...] Και του αγόρασε ο θείος του (sic) ο Ριρής -ισχυρίζεται ο Καλλιγιάννης - ο οποίος ήταν γνωστό ότι ήταν πολύ τσιγκούνης, γεροντοπαλλήκαρο, δεν παντρεύτηκε ποτέ, του αγόρασε λοιπόν το διαμέρισμα στη Σκουφά, από το οποίο ο Ελύτης δεν κούνησε».
Αυτή την εκδοχή περί αγοράς του διαμερίσματος του Ελύτη από τον Ριρή, την ακούω - ομολογώ - για πρώτη φορά. Εγώ γνώριζα ότι για την αγορά του μικρού αυτού διαμερίσματος στη Σκουφά, βοήθησαν τον Ελύτη τ’ αδέλφια του (ο Βύρων, για την ακρίβεια, κι αυτός γεροντοπαλλήκαρο) κι όχι ο πρωτεξάδελφος και μακρινότερος βέβαια συγγενής του Ριρής. Κι ύστερα πώς συμβιβάζεται ο «πολύ τσιγκούνης» και γεροντοπαλλήκαρο Ριρής - κατά τον ισχυρισμό του Καλλιγιάννη - να έκανε για τον πρωτεξάδελφό του Οδυσσέα, μια τόσο γενναιόδωρη χειρονομία, αγοράζοντάς του ολόκληρο διαμέρισμα; Συμβιβάζονται αυτά;
4) «[...] Ξέρεις, η μάνα του - εννοεί του Ελύτη - ήταν από την Κρήτη» (trans sic).
Θεέ και Κύριε! Πού ακούστηκε; Η μάνα του Ελύτη Κρητικιά; Γεραγώτισσα ήταν η άμοιρη, γεννημένη στον Παπάδο, από πατέρα Παπαδιανό (Βρανά Νικολάου - Χατζημιχαλάκη) και μάνα Μεσαγρινή (Μελισσηνή Χατζηβασιλείου). Παναπεί Μυτιληνιά αναντάμ-μπαμπαντάμ. Να σχολιάσω;
5) «[...] Υπάρχει ένα ποίημα καταπλητικό το οποίο δεν είναι τίποτα άλλο από το σπίτι του το πατρικό “Η θάλασσα μπαίνει - έμπαινε είναι το σωστό - στον κήπο...” είναι το σπίτι του Ελύτη το πατρικό (sic), που αν πας από την άλλη πλευρά του πλακόστρωτου - ποια άλλη πλευρα; - έχεις αυτή την αίσθηση... Η θάλασσα μπαίνει μέσα στον κήπο. Λοιπόν η Μυτιλήνη - και εδώ ο λόγος για το πατρικό του (sic) - ήταν η κατεξοχήν έμπνευσή του».
Ο Ελύτης - και φυσικά η οικογένειά του - δεν είχε κανένα σπίτι στη Μυτιλήνη. Είχε πολλά συγγενικά του, μα κανένα δικό του. Όπως αναφέρω στο βιβλίο μου Ο Άγνωστος Ελύτης της Μυτιλήνης (Εκδόσεις «Αιολίδα»), στο Πέμπτο Κεφάλαιο του Α΄ τόμου, «Γενεαλογικά - Οικογενειακά» (σσ. 183 - 184), και σύμφωνα με έγκυρη πληροφορία και μαρτυρία σε μένα της πρωτεξαδέλφης του Ελύτη, Μερόπης Βρανά - Δουκαρέλλη «ο πατέρας του Ελύτη είχε αποφασίσει (τότε) ν’ αγοράσει στη Μυτιλήνη θερινή έπαυλη, ανάλογη εκείνης του αδελφού του Θρασύβουλου στη Σουράδα, για να εγκαταστήσει εκεί την οικογένειά του -μιλάμε για πριν το 1918- για τις καλοκαιρινές τους διακοπές στη Λέσβο, επιφορτίζοντας τον πατέρα της -και κουνιάδο του- Στρατή Βρανά (που εκτός από τις ελαιουργικές του δραστηριότητες στη Γέρα διεκπεραίωνε και μεσιτικές εργασίες στη Μυτιλήνη), να φροντίσει για την ανεύρευση και αγορά καταλλήλου οικήματος σε εξοχική περιοχή, ο οποίος μάλιστα το είχε βρει και προχωρήσει και σε διαπραγματεύσεις. Όμως, ο αδόκητος θάνατος (1918) της θυγατέρας του (Μυρσίνης) ανέτρεψε άρδην τα σχέδια του πατέρα Αλεπουδέλη, φέρνοντας τα πάνω κάτω. Οι έντονες κρίσεις και τα κλονισμένα νεύρα της γυναίκας του, που αρνιόταν, εξαιτίας του πένθους της, να ξαναδεί τη Μυτιλήνη (σάματι να της έφταιγε το νησί), για να μην τη δουν, στην κατάσταση που βρισκόταν, οι συγγενείς της στη Γέρα, τον ανάγκασαν ν’ αναθεωρήσει την απόφαση για αγορά σπιτιού στο νησί και να στραφεί σε άλλους προσανατολισμούς...» Άρα ο Ελύτης δεν είχε πατρικό σπίτι στη Μυτιλήνη. Σε ό,τι αφορά το πατρογονικό των Αλεπουδέληδων -όπου γεννήθηκε ο πατέρας του- στον Καλαμιάρη της Παναγιούδας, ούτε κήπο πλάι στη θάλασσα διέθετε, ούτε στη θέση που βρίσκεται θα μπορούσε να μπει η θάλασσα στον κήπο του -χώρος μικρός, με λίγα οπωροφόρα δέντρα, κυρίως ροδιές- και μάλιστα από την... άλλη πλευρά του πλακόστρωτου. Συνεπώς το ποίημα του Ελύτη δεν αναφέρεται στο πατρογονικό των Αλεπουδέληδων και δεν πρόκειται περί αυτού - αν αυτό υπονοεί ο Καλλιγιάννης.
6) «[...] Θυμάμαι ότι ο Τεριάντ τον φιλοξενούσε - εννοεί τον Ελύτη - πάρα πολλές φορές (η αραιογράφηση δική μου)... (...) στην περίφημη “βίλα Νατάσα”». (Ο Καλλιγιάννης αναφέρεται στη “Villa Natacha” του Tériade στο Saint-Jean-Cap-Ferrat της Νίκαιας στη Νότια Γαλλία, που ήταν η θερινή κατοικία του).
Το «πάρα πολλές φορές» είναι νομίζω υπερβολικό. Οι φορές που φιλοξενήθηκε ο Ελύτης στη Villa Natacha, ήταν μετρημένες και δεν υπερέβησαν τα δάχτυλα του ενός χεριού. Σχετικές πληροφορίες, καταλεπτώς, μπορεί να διαβάσει ο αναγνώστης στο βιβλίο μου Αγαπητέ μου Tériade. Βέβαια ο Ελύτης βρέθηκε περαστικός - με διάφορες ευκαιρίες - αρκετές φορές στη Villa Natacha, αλλά εδώ μιλάμε για φιλοξενία (διανυκτέρευση).
7) «[...] “βίλα Νατάσα”. Λεγόταν έτσι γιατί έτσι λεγόταν από όταν την αγόρασε». (Εννοεί ο Tériade). Αυτή η άποψη του Καλλιγιάννη είναι ασύστατη. Το όνομα Natacha ήταν το όνομα της πρώτης ερωμένης του Tériade - το είχε πει κάποτε ο ίδιος στον αρχιτέκτονα των μουσείων του Γιώργο Γιαννουλέλλη - της Natacha Villiez, που πέθανε στα 23 μόλις χρόνια της από φυματίωση, η οποία υπήρξε και η πρώτη ιδιαίτερη γραμματέας του. (Τώρα αν η βίλλα λεγόταν και προ της αγοράς της Villa Natacha, ε τότε θα έπρεπε να μιλάμε για σενάριο κινηματογράφου.). Μετά το θάνατο της Natacha Villiez ο Tériade προσέλαβε γραμματέα του την Angéle Lamotte, μια νεράιδα ψυχικής ομορφιάς, ποιητικής ευαισθησίας και σπάνιας μετριοφροσύνης, που κι αυτή χάθηκε πρόωρα, στις 15 Ιανουρίου 1945 (σύμφωνα με τους βιογράφους του Tériade), μετά από βασανιστική αρρώστια, για να πάρει τη θέση της η αδερφή της Margueritte Lang, μέχρι που μπήκε στη ζωή του ως γραμματέας του, και μετέπειτα σύζυγός του, η Alice Tériade, μια πανέξυπνη Γαλλίδα, που στάθηκε δίπλα του με υποδειγματική στοργή και αφοσίωση. (Περαιτέρω λεπτομέρειες περί Tériade μπορεί ν’ αναζητήσει ο αναγνώστης στο ό.π. βιβλίο μου Αγαπητέ μου Tériade).
Στη συνέντευξη Καλλιγιάννη υπάρχουν και μερικές άλλες μικροανακρίβειες που, βέβαια, δεν υπάρχει λόγος εδώ να τις... «λεπτολογήσω», μολονότι αρέσκομαι στη μικροχειρουργική, γιατί αν θα το έκανα, θα κινδύνευα να πλατειάσω - αν δεν πλατείασα κιόλας - και τότε, πολύ φοβάμαι, ότι τόσο εμένα, όσο και τους αναγνώστες του Εμπρός, θα μας έπαιρνε το τραίνο και αναπόφευκτα θα μας πήγαινε στην... Κοπεγχάγη.

* Ο Δημήτρης Νικορέτζος είναι καθηγητής Φυσικής και συγγραφέας (ποιητής, δοκιμιογράφος και κριτικός της λογοτεχνίας).
 

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey