![Emprosnet_Logo_no_background_new.png](/images/Emprosnet_Logo_no_background_new.png)
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Οι θερινές διακοπές τελείωσαν. Σε δύο μέρες ανοίγουν τα σχολεία. Οι αυλές τους θα γεμίσουν και πάλι με παιδικές φωνές και γέλια και οι αίθουσές τους με αγωνία και άγχος. Γιατί όλα δείχνουν πως η Πολιτεία, παρ’ όλες τις βαρύγδουπες εξαγγελίες της για εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις κ.λπ., δεν έχει κατορθώσει να ανταποκριθεί στις ανάγκες των παιδιών και να μετατρέψει το σχολείο από «φυλακή», όπως το βλέπουν οι μαθητές, σε «κυψέλη» παραγωγής γνώσης και αρετής. Βέβαια, για το αποτέλεσμα αυτό υπεύθυνοι είναι όλοι οι παράγοντες που εμπλέκονται στην παιδαγωγική διαδικασία, αλλά πιο πολύ ευθύνεται το κράτος που λαμβάνει τις σχετικές αποφάσεις και σχεδιάζει όλες τις σχετικές δράσεις.
Σε ένα άρθρο της με τίτλο Παιδεία το θειότερον η Κελεσίδου [Νέα Παιδεία 58, 1991, σσ. 6-22] λέει πως «την παιδεία πρέπει να την αναλαμβάνουν μόνον όσοι τη θεωρούν ως το ‘θειότερον’ γι’ αυτούς και τους άλλους: δάσκαλοι, αρμόδιοι για θέματα παιδείας πρέπει να είναι μόνον όσοι - όπως ο αληθινός ιερέας την πίστη του, ο αληθινός καλλιτέχνης το καλλιτέχνημά του- τη θεωρούν λειτούργημα, όπου θα καταθέτουν την εμπειρία και τη γνώση τους, τόσο από αγάπη για τον παραλήπτη της, δίχως αυταρχικότητα, όσο και συνείδηση ότι καλλιεργούν ανθρώπους, για να γίνουν προσωπικότητες, αλλά και ανθρώπους, για να γίνουν πολίτες. Αρμόδιος για θέματα παιδείας είναι όποιος χρόνια ασχολήθηκε και στη θεωρία και στην πράξη με το μέγα αυτό θέμα της πολιτειακής ζωής». Μετά από την 35ετή θητεία μου στην εκπαίδευση και την προσφορά μου σ’ αυτή σε θεωρητικό και πρακτικό επίπεδο από ποικίλες θέσεις κατέληξα να θεωρώ την παιδεία το ‘θειότερον’ όλων, όπως ο Πλάτων, και κρίνω πως έχω το δικαίωμα να μιλήσω γι’ αυτή και τις προοπτικές της.
Βέβαια, υπάρχουν πολλοί ποιοτικοί παράγοντες που επηρεάζουν την εκπαιδευτική διαδικασία. Ένας από τους βασικότερους είναι το σχολικό βιβλίο και σε αυτό θα επικεντρώσω τη σκέψη μου. Το βιβλίο είναι απαραίτητο συμπλήρωμα ενός Αναλυτικού Προγράμματος. Πολλοί υποστηρίζουν πως το Αναλυτικό Πρόγραμμα καθορίζει το ουσιαστικό περιεχόμενό του - σ’ αυτό δεν έχουν άδικο - και πως ένα καλό σχολικό βιβλίο προϋποθέτει ένα καλό Αναλυτικό πρόγραμμα. Τονίζεται ακόμη πως το βιβλίο δεν είναι μόνο μέσο που διοχετεύει τις γνώσεις στους μαθητές ούτε συμπλήρωμα της διδασκαλίας που έλαβε χώρα στην τάξη, αλλά είναι παράλληλα παράγοντας διαμόρφωσης του χαρακτήρα του μαθητή και «εργαλείο» ή «εγχειρίδιο» δουλειάς. Πράγματι, αυτό είναι το μέσο με το οποίο ο διδάσκων θα επικοινωνήσει με τον μαθητή και το όργανο που θα χρησιμοποιήσει, για να πετύχει τους στόχους που θέτει. Είτε ως βιβλίο που προορίζεται για τον μαθητή είτε ως βιβλίο που προορίζεται για τον καθηγητή αυτό θα ανοίξει διάλογο ανάμεσα στον διδάσκοντα και τον διδασκόμενο και θα βοηθήσει τον πρώτο στη διδακτική του πράξη .
Από τα παραπάνω συνάγεται πως, για να μπορέσει να παίξει με αποτελεσματικό τρόπο τον ρόλο του ένα σχολικό βιβλίο πρέπει να είναι «καλό». Γεννιέται, όμως, το ερώτημα για το ποια είναι τα ποιοτικά χαρακτηριστικά ενός «καλού» σχολικού βιβλίου και σε ποιο βαθμό τα υπάρχοντα διδακτικά εγχειρίδια ευθύνονται για την «κατάντια» στην οποία έχει περιέλθει τα τελευταία χρόνια η εκπαίδευση. Γενικά, όσοι ασχολούνται με αυτό το θέμα προσπαθούν να προσδιορίσουν τα χαρακτηριστικά ενός «καλού» σχολικού διδακτικού βιβλίου και τα συνοψίζουν σε τρεις ενότητες: α) την ενότητα της γλώσσας, β) την ενότητα του περιεχομένου και του τρόπου προσφοράς του διδακτικού αγαθού και γ) την ενότητα της καλαισθητικής εμφάνισης και της λειτουργικότητάς του . Υπάρχει, όμως, και κάτι άλλο. Λέγεται πως πετυχημένη διδασκαλία είναι αυτή κατά την οποία ο διδάσκων πετυχαίνει τους στόχους που θέτει στον λιγότερο χρόνο και με τον μικρότερο κόπο. Αλήθεια, τα υπάρχοντα σχολικά βιβλία βοηθούν τους διδάσκοντες να πετύχουν τους στόχους τους με αυτό τον τρόπο; Η απάντηση είναι σαφώς «όχι».
Πολλοί αρχαίοι Έλληνες διανοούμενοι είχαν τονίσει τη μεγάλη σημασία της «αρχής» για κάθε πράγμα. Ο Λουκιανός έλεγε πως «η αρχή είναι το ήμισυ του παντός» και ο Πλάτων πως «αρχή παντός έργου μέγιστον», πως το πιο σημαντικό σε ένα έργο είναι η αρχή, ενώ ο μαθητής του ο Αριστοτέλης πίστευε πως «πλείον ή το ήμισυ του παντός εστι η αρχή», δηλαδή η αρχή είναι περισσότερο από το μισό του όλου. Και ο Σοφοκλής τόνιζε πως «έργου παντός ην τις άρχεται καλώς, και τας τελευτάς εικός εσθ’ ούτως έχειν», που σημαίνει πως «σε κάθε έργο, αν κανείς κάνει καλή αρχή, τότε είναι φυσικό και το τέλος να είναι καλό». Θέλω να πω πως τις βάσεις για την παραπέρα εξέλιξή του το παιδί τις παίρνει στο δημοτικό σχολείο, για να μην πω στο νηπιαγωγείο, και δυστυχώς τα βιβλία που χρησιμοποιούνται σε αυτό πιο πολλά προβλήματα δημιουργούν παρά λύνουν.
Θα πει κανείς: μα είναι δυνατό να μην είναι παιδαγωγικά επαρκή βιβλία, όπως το α΄ τεύχος του βιβλίου της Γλώσσας της ΣΤ΄ Δημοτικού που έγραψε μια ομάδα από έξι συγγραφείς, με επικεφαλής μια καθηγήτρια Πανεπιστημίου, έκρινε τριμελής επιτροπή αποτελούμενη από μια καθηγήτρια Πανεπιστημίου, μια Σχολική Σύμβουλο και ένα εκπαιδευτικό που εργάστηκαν όλοι κάτω από την επίβλεψη δυο Συμβούλων του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου; Η απάντηση είναι «είναι δυνατό», γιατί η παρουσία, για παράδειγμα, των καθηγητών του Πανεπιστημίου δεν εξασφαλίζει και την επάρκεια, γιατί μπορεί αυτοί να είναι πολύ ικανοί στη δουλειά τους, αλλά να μην έχουν καμιά σχέση με ό,τι γίνεται στο Δημοτικό σχολείο (Συνεχίζεται).