Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Στην κοινοβουλευτική μας Δημοκρατία ο ρόλος της Βουλής είναι πρωταρχικός για την ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος. Το Κοινοβούλιο (Βουλή) αποτελεί το κέντρο της πολιτικής ζωής. Αυτό με την αντιπροσωπευτική δύναμη της πλειοψηφίας παρέχει την εμπιστοσύνη του και την εντολή στην πλειοψηφούσα πολιτική δύναμη, προκειμένου να αναλάβει την διακυβέρνηση της χώρας και παράλληλα αναγνωρίζει και ανακηρύσσει την Μείζονα και Ελάσσονα Αντιπολίτευση, στις οποίες -σύμφωνα με το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής- παρέχει το δικαίωμα και αναθέτει το καθήκον να ασκούν αντιπολίτευση, ήτοι τον έλεγχο της κυβερνητικής πολιτικής.
Στα δημοκρατικά πολιτεύματα ο ρόλος της Αντιπολίτευσης είναι εξίσου σημαντικός, όπως και αυτός της Συμπολίτευσης, ήτοι των βουλευτών που στηρίζουν την κυβέρνηση. Το δίπολο Συμπολίτευσης-Κυβέρνησης και Αντιπολίτευσης αποτελεί την βασική ιδέα στην φιλοσοφία του δημοκρατικού πολιτεύματος
Η συμπολίτευση στηρίζει τις νομοθετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης και η κοινοβουλευτική Αντιπολίτευση είναι επιφορτισμένη με το έργο του κοινοβουλευτικού ελέγχου στην ασκούμενη κυβερνητική πολιτική, με την κατάθεση ερωτήσεων και επερωτήσεων, αντιπροτάσεων και σχεδίων Νόμου και, ακόμα προτάσεων μομφής και δυσπιστίας.
Με την άσκηση του κοινοβουλευτικού ελέγχου διασφαλίζεται η ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος. Αντίθετα με την απουσία του ή την πλημμελή άσκησή του, λόγω αδράνειας των αντιπολιτευόμενων ή παρεμπόδισης του κοινοβουλευτικού ελέγχου, το πολίτευμα υπολειτουργεί, επικρατεί η αδιαφάνεια και, συνήθως, εμφιλοχωρεί η διαφθορά, σύμφωνα με τον κανόνα «όπου δεν υπάρχει έλεγχος, ευδοκιμεί η φαυλότητα».
Εκτός από την αντιπολίτευση στην κυβερνητική πολιτική, που ασκείται από τα κόμματα και τους βουλευτές του Κοινοβουλίου, στα δημοκρατικά καθεστώτα είναι κατοχυρωμένη -συνταγματικά και με τον Νόμο- και η εξωκοινοβουλευτική αντιπολίτευση, η οποία ασκείται από τους πολίτες, μέσω του Τύπου και των συλλογικών οργανώσεών τους (Συνδικάτα, Σωματεία), οι οποίοι έχουν το δικαίωμα να εναντιώνονται στις αποφάσεις και στα μέτρα που λαμβάνουν οι κυβερνήσεις.
Πρέπει, όμως, εδώ, να επισημάνουμε ότι τόσον οι αποφάσεις και οι ενέργειες της κυβέρνησης, όσον και οι δράσεις και οι αντιδράσεις της κοινοβουλευτικής, καθώς και της εξωκοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης οφείλουν να σέβονται την διάταξη του άρθρου 120 του Συντάγματος, σύμφωνα με την οποίαν «ο σεβασμός στο Σύνταγμα και τους Νόμους, καθώς και η αφοσίωση στην πατρίδα και την Δημοκρατία αποτελούν θεμελιώδη υποχρέωση των Ελλήνων». Κατεξοχήν, ο σεβασμός στο παραπάνω άρθρο του Συντάγματος επιβάλλεται και αφορά στην δράση της συμπολίτευσης και της αντιπολίτευσης, που πρέπει να πολιτεύονται στα πλαίσια της κοινοβουλευτικής λειτουργίας και, αυστηρά, στα πλαίσια που ορίζει το Σύνταγμα και οι Νόμοι.
Και όσον αφορά την αντιπολίτευση που ασκείται εντός του Κοινοβουλίου, οι εκπρόσωποι της Μείζονος και της Ελάσσονος Αντιπολίτευσης μπορούν να κρίνουν και να επικρίνουν την κυβερνητική πολιτική, για την οποίαν διαφωνούν, και να προσπαθούν να την αλλάξουν με τον διάλογο και την πειθώ, είναι, όμως, κοινοβουλευτικά αντιδεοντολογικό να χρησιμοποιούν αθέμιτα μέσα, όπως είναι η διαστρέβλωση των κυβερνητικών θέσεων, η κινδυνολογία και η προβολή ψευδών στοιχείων, ο εκφοβισμός και ο βιασμός της συνείδησης των βουλευτών, προκειμένου να προσβάλουν και να παρεμποδίσουν την κυβερνητική δράση.
Και περισσότερο κοινοβουλευτικά αντιδεοντολογική είναι η εξωκοινοβουλευτική αντιπολιτευτική δράση των κοινοβουλευτικών κομμάτων: η υποκίνηση οχλοκρατικών αντικυβερνητικών εκδηλώσεων, ακόμα και η συμμετοχή μελών του κοινοβουλίου σε διαδηλώσεις απεργών, η οποία συμμετοχή δεν αντιτίθεται, βεβαίως, προς το Σύνταγμα και την κείμενη νομοθεσία, προσβάλλει, όμως, το κύρος του Κοινοβουλίου και την σοβαρότητά του (είδαμε, πρόσφατα, το θλιβερό θέαμα του τ. Υπουργού Οικονομικών της προηγούμενης μνημονιακής κυβέρνησης, υπεύθυνου για την επιβολή πλήθους δυσβάστακτων αντιλαϊκών μέτρων, ο οποίος… παρήλαυνε, ως… αναγεννηθείς «αντιστασιακός», επικεφαλής αντικυβερνητικής διαδήλωσης!).
Ειδικότερα, προσβάλλεται ευθέως η θέληση των πολλών, καθώς και το ίδιο το δημοκρατικό πολίτευμα, το οποίο «δια το μη ες ολίγους αλλ΄ ες πλείονας οικείν, δημοκρατία κέκληται», στην περίπτωση που η Αντιπολίτευση, πέραν του κοινοβουλευτικού διαλόγου και των προβλεπόμενων από τον κανονισμό της Βουλής διαδικασιών, μετέρχεται μέσα και τρόπους, πέραν της πειθούς, προκειμένου να παρεμποδίσει την επιψήφιση και εφαρμογή μέτρων και προτάσεων, τα οποία, προεκλογικά, τέθηκαν υπόψη του λαού και τα οποία έτυχαν της έγκρισης της πλειοψηφίας του εκλογικού σώματος.
Αλλά και όσον αφορά στην εξωκοινοβουλευτική αντιπολίτευση, πρέπει, επίσης, και αυτή να ασκείται μέσα στα πλαίσια του Συντάγματος και των νόμων. Η οποιαδήποτε αντικυβερνητική δράση των συλλογικών οργανώσεων οφείλει να σέβεται τα δικαιώματα των άλλων πολιτών, οι οποίοι δεν ανήκουν στην αντιπολιτευόμενη οργάνωση ή και, εάν ανήκουν, δεν θέλουν να συμμετέχουν στις αντικυβερνητικές δράσεις, διαδηλώσεις, απεργίες κ.λπ.
Το Σύνταγμα, βεβαίως, κατοχυρώνει τις συνδικαλιστικές ελευθερίες των πολιτών, αλλά αυτές οι ελευθερίες ασκούνται μέσα στα πλαίσια της ισχύουσας νομοθεσίας, ώστε να μην θίγονται οι ελευθερίες, γενικά, των άλλων πολιτών. Αυτό σημαίνει ότι κανένα συνδικαλιστικό όργανο δεν έχει το δικαίωμα να εκβιάζει τους εργαζόμενους να λάβουν μέρος -παρά την θέλησή τους- στις αντικυβερνητικές δράσεις που αποφάσισε ούτε να παρεμποδίζει την εργασία αυτών που δεν συμφωνούν με τις απεργιακές κινητοποιήσεις.
Και, βεβαίως, είναι αυτονόητο ότι η δημοκρατική δεοντολογία και η τάξη επιβάλλει η οποιαδήποτε συνδικαλιστική απόφαση να μην λαμβάνεται ερήμην της πλειοψηφίας των μελών του συλλογικού οργάνου, αλλά να έχει την έγκριση, τουλάχιστον, του 51% των μελών του.
Και μια, ακόμα επισήμανση: στα δημοκρατικά Πολιτεύματα, στις ευνομούμενες και πολιτισμένες χώρες η συνδικαλιστική δράση που εναντιώνεται στην κυβερνητική πολιτική- εφόσον αυτή η πολιτική ασκείται μέσα στα πλαίσια του Συντάγματος -δεν δικαιολογείται να εκτρέπεται σε πράξεις βίας, βιαιοπραγία κατά προσώπων, καταστροφή δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας, βανδαλισμοί (και, βέβαια, είναι απαράδεκτο, σε κάθε διαδήλωση, οι εντεταλμένοι για την τήρηση της νομιμότητας και της τάξης αστυνομικοί να γίνονται... «ο σάκος του μποξ», όπου εκτονώνεται το αντικυβερνητικό μένος των διαδηλωτών).
Και τέλος, όσον αφορά το… ευφυολόγημα «Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη», που προβάλλει μια κομματική συνδικαλιστική παράταξη: μια τέτοια αυθαίρετη και δογματική θέση έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το πνεύμα και το γράμμα της δημοκρατικής Πολιτείας, όπου ΝΟΜΟΣ είναι αυτός που ψηφίζουν οι εκπρόσωποι του λαού στην Βουλή, σύμφωνα με τον οποίον όλοι οι πολίτες, εργαζόμενοι και εργοδότες, είναι ίσοι έναντι του Νόμου και σύμφωνα με τον οποίον το «δίκιο» δεν απονέμεται ανάλογα με την ιδιότητα, την κοινωνική τάξη ή το αξίωμα που κατέχουν οι πολίτες, αλλά σύμφωνα με όσα προβλέπει και κρίνει η «αδέκαστη Δικαιοσύνη».