Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Φέτος, παραμονή του Αγίου Δημητρίου, η κυρία Μαριάννα, έψαχνε ματαίως την παρέα της, για να εκκλησιαστεί. Είναι συνήθειά μας τα τελευταία χρόνια να πηγαίνουμε στον εσπερινό. Διασχίζουμε την εμποροπανήγυρη με τα εσώρουχα, τα κατσαρολικά, τα γυαλιά, τα κεριά και τις πλαστικές λεκάνες και φτάνουμε μπροστά στο πλήθος που παλεύει να εισχωρήσει στην εκκλησία, την ώρα που από τα μεγάφωνα ακούγεται το απολυτίκιο.
«Είσαι μικρή, για να το θυμάσαι όλο απέξω» σχολιάζει κάθε φορά η Μαριάννα, για να πάρει, κάθε χρόνο, την ίδια απάντηση: «Όταν ήμουν παιδί, το απόγευμα, η γιαγιά μου απολάμβανε το καφεδάκι της και μου διάβαζε τη σύνοψη».
Παίρνουμε το αντίδωρο και χαζεύουμε ανάμεσα στο πλήθος, ψάχνοντας να αγοράσουμε κάτι, «έτσι για το καλό»: ταψιά για γεμιστά και μπακλαβά, ανδρικές κάλτσες και γυαλιά μυωπίας, περίεργα σκεύη, που δεν είναι ποτέ ξεκάθαρο αν και κατά πόσον θα φανούν χρήσιμα στο νοικοκυριό. Κάπου-κάπου η δημοτική αστυνομία κάνει έφοδο, για να ελέγξει τη νομιμότητα των μικροπωλητών.
Όσοι δεν έχουν άδεια, παρατούν όπως είναι την πραμάτεια τους, για να αποφύγουν το αυτόφωρο. Τα τελευταία χρόνια, ένα μεγάλο πλιάτσικο από περαστικούς και προσκυνητές προσπαθεί να προλάβει τις κατασχέσεις των μπόγων: άνθρωποι και παιδιά βουτούν οτιδήποτε από τους πάγκους: είδαμε στο παρελθόν, ηλικιωμένο να τρυπώνει στο διπλανό στενό, κρατώντας τρία σουτιέν και δυο βαμβακερά φορέματα, που μάλλον απίθανο να ταίριαζαν στο ίδιο πρόσωπο.
Στεκόμαστε με τις ώρες μπροστά στους πάγκους με τα κεραμικά: τα περισσότερα είναι φτηνοκατασκευές, μάλλον άτεχνες. Κάτι όμως η αγάπη για το είδος, κάτι το δέλεαρ της χαμηλής τιμής, πάντα φεύγουμε από εκεί με γεμάτα χέρια. Την τελευταία φορά ανακάλυψα τις κεραμικές κολοκύθες - κηροπήγια που έχασα το προπερασμένο καλοκαίρι από τη βεράντα, στην Πέτρα. Όσο για τα ξύλινα και τα μαγνητάκια με τα χιουμοριστικά και τα «ευφάνταστα» μηνύματα, εκεί πέφτει πολύ γέλιο: καρδιές με ρομαντικά και σόκιν σχόλια, βαφτιστικά, παροιμίες, αποφθέγματα, λαϊκές θυμοσοφίες, συνορεύουν με τις τελευταίες δημιουργίες της Λένας Μαντά και της Χρύσας Δημουλίδου, με πλαστικά λουλούδια και ανατολίτικα αρωματικά sticks, που σε μένα τουλάχιστον η μυρωδιά τους προκαλεί λιποθυμία.
Η μαύρη αλήθεια είναι ότι τριγυρίζοντας ανάμεσα στις μυρωδιές και στις γεύσεις, ενδίδουμε πάντα στο βρώμικο. Καλά η αφεντιά μου: ανοικοκύρευτη, πάντα αμαγείρευτη, δεν προξενεί εντύπωση, όταν μασουλά hot dog, αφήνοντας τη μουστάρδα να σχηματίζει στάμπες εκ περιτροπής στα ρούχα μου και στο δημόσιο δρόμο.
Εκείνη που γίνεται ξαφνικά ευένδοτη στο ανθυγιεινό είναι η κυρία Μαριάννα. Αν και δεινή μαγείρισσα, μολονότι υστερική με την καθαριότητα, φλερτάρει αδιακρίτως με κάτι παστέλια με καβουρδισμένα αμύγδαλα και ψημένα καρύδια, που ετοιμάζονται σε τσίγκινα μικρά καζάνια, επί τόπου, δυο βήματα από λουκουμάδες που τηγανίζονται σε λάδι βαρύ κι η τσίκνα τους μπουχτίζει τους περαστικούς.
Φέτος που μια προγραμματισμένη υποχρέωση με υποχρέωσε σε ένα ταξίδι αστραπή στο νησί, η κυρία Μαριάννα, μου έστειλε μήνυμα, παραμονές της γιορτής του Αγίου Δημητρίου. Γιατί οι θρησκευτικές γιορτές και τα πανηγύρια έχουν έντονο το στοιχείο της κοινωνικότητας. Γιατί οι παλιές συνήθειες είναι συνήθως κι οι καλύτερες.
Γιατί από καιρό σχολίαζα ότι φέτος θα συμπληρώσω τη σειρά των ταψιών, αποκτώντας και τα στενότερα. «Να τα κάνεις τι; Αφού δεν μαγειρεύεις ούτε φτιάχνεις γλυκά»! «Εσύ, να δω πού θα φορέσεις τρία ποδηλατικά κολάν κοντά, σε έντονα μπλε και κόκκινα χρώματα, λες και θα διαγωνιστείς σε τσίρκο»; «Εγώ προπονούμαι». «Ε, κι εγώ αναζητώ έναν άντρα να ξέρει από μαγειρική! Αυτόν, στην «Πολίτικη κουζίνα», για παράδειγμα, που ήταν και κούκλος».
Ό, τι επαναλαμβάνεται, είναι ό, τι αγαπιέται, αυτό που απολαμβάνεις να προσφέρεις στον εαυτό σου και να το μοιράζεσαι. Το στερήθηκα φέτος το πανηγύρι. Κι η φιλενάδα μου δεν καλοπέρασε: «Σου άναψα κερί, αλλά τι τα θες; Δεν το ευχαριστήθηκα. Αν δεν είσαι μαζί, να σε τραβολογώ από τους πάγκους με τα μαχαίρια και να σε κοροϊδεύω που δεν ξέρεις να ξεχωρίζεις τα νούμερα στα κόσκινα, δεν το χαίρομαι»! Να είμαστε γερές του χρόνου, κυρία Μαριάννα! Αποκλείεται μέσα σε έναν μόνο χρόνο να μυηθώ στα οικοκυρικά.
Καλυψώ Λάζου