Θυσιάζεται στο καθήκον

12/04/2013 - 15:19

Σπαραξικάρδια αλήθεια ακούστηκε η δήλωση, ευχή ή αν θέλετε η προσευχή του προέδρου της προανακριτικής για τη λίστα-φάντασμα επιτροπής.

Σπαραξικάρδια αλήθεια ακούστηκε η δήλωση, ευχή ή αν θέλετε η προσευχή του προέδρου της προανακριτικής για τη λίστα-φάντασμα επιτροπής:

- Παρακαλώ το Θεό να βγω ζωντανός από δω μέσα!

Κι όχι πως έχει άδικο. Χοντρό παιγνίδι γίνεται, ο καθένας σηκώνει παντιέρα κατά πού φυσάει ούριος γι’ αυτόν άνεμος, το αποτέλεσμα πληρωμένο, σημειώστε Χ, κοντεύουν να τον τρελάνουν.

Θα αρρωστήσεις, χριστιανέ μου. Παράτα την προεδρία. Πού να βρεις εσύ, καλό παιδί, άκρη με τους κανίβαλους; Άσε να δοκιμάσει κανένας άλλος τα κότσια του! Να δει τη γλύκα και τα αγκάθια της καρέκλας σου!

Κι ως τον άκουγα, φτερούγησε ο νους μου μακριά, πήγε στις Θερμοπύλες, στα Ψαρά, στο Γιαμπουδάκη και τον ηγούμενο Γαβριήλ, ελευθερία ή θάνατος ακούστηκε, ανέβηκε στο Βίτσι, στο Γράμμο με τους πατεράδες μας να διδάσκουν ηρωισμό κι αυτοθυσία την οικουμένη και τον Τσώρτσηλ να δηλώνει πως οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες κι από κει γύρισε στο Μάλεμε και τα απόρθητα βουνά και φαράγγια της λεβεντογέννας Κρήτης μας, κι ως μεσουρανούσα ψυχικά και πνευματικά, προσγειώθηκα ανώμαλα στης Βολής μας τους σκοτεινούς διαδρόμους.

Κι έκλαψα, που καταντήσανε την Ελλαδίτσα μας μια πόρνη.

Κι έρχονται κομπανία τριαδική εις το τετράγωνο, να μας οδηγούν για άλλη μια φορά στην ταπείνωση και να αθωώνονται μικροί και μεγάλοι που καταχράστηκαν εμένα κι εσένα, άθρωπέ μου.

Τους βλέπω, που λες, να εισπράττουν την παχουλή αμοιβούλα τους και να θυσιάζονται για μας. Τον, πάλαι ποτέ, επονομαζόμενο Κυρίαρχο Λαό (εδώ γελάνε).

Φτάνει πια! Έλεος. Δε θέλουμε άλλες τέτοιες, των πραγμάτων επιτροπές. Παρακαλώ σας μη μας κοροϊδεύετε, μην υποτιμάτε τη νοημοσύνη του στενάζοντος Έλληνα.

Αντί να τιμωρηθούν οι όποιοι παρανόμησαν, αντί να πάρουμε τα λεφτά μας πίσω, τους πληρώνουμε κι από πάνω.

Βάλανε, λέει, το λύκο να φυλάει τα πρόβατα. Αιμορραγούν τα καημένα τα παιδάκια κι αδελφάκια ή ξαδελφάκια των όποιων τέλος πάντων είναι στη λίστα, κι ανατριχιάζω βλέποντας πάλι την αγχόνη στην Πλατεία Συντάγματος με κρεμασμένα τα κορμιά ανδρών ή ανδρείκελων, δεν έχει σημασία, του πολιτικού μας βίου.

Θυμάσαι εσύ, φίλε μου, καμμιά επιτροπή (κι αν έχουνε γίνει δα!) να έβγαλε αποτελέσματα εις βάρος κανενός; Απλά, σκορπάνε κι άλλα λεφτά, τα λεφτά μας, για τις διογκωμένες αμοιβές και δη υπερωριακά των μελών τής κάθε επιτροπής και μετά βγαίνουν αθώοι οι κατηγορούμενοι και με την άδεια της αστυνομίας (το θυμάσαι, ε, το ανέκδοτο;) επαναλαμβάνουν τα ίδια.

Και να σου πάλι ο Νώντας εξαγριωμένος.

- Αφού του το ‘πα του κύριου βουλευτή. Εγώ είμαι εδώ.

- Δεν κατάλαβα;

Απολογήθηκα.

- Πού να καταλάβεις, με τα γυαλάκια σου και τις φυλλάδες που κουλαντρίζεσαι.

- Στα νεύρα σου, ε;

- Δε μ’ ακούνε...

- Ποιοι πάλι;

- Οι Πρωθυπουργοί, ντε. Είπα τους, βρέστε κανένα γκαβό κοπέλι, κι αν έχετε δα κει μέσα φίρα, ρίξτε του εκατό χρόνια στη στενή, έτσι για πλάκα, να δει ο κοσμάκης πως ούλα καλά πάνε, μη φωνάζει, δε μ’ ακούνε.

- Πάλι με μπέρδεψες.

- Κι ούτε θα ξεμπερδευτείς. Το λέω εγώ ο Νώντας, με τ’ όνομα. Κανένας γραμματιζούμενος μηδέ κι αγράμματος κατέει ίντα κόλλυβα βράζουν. Μεγάλα τα καζάνια. Αφού κι εμένα που με βλέπεις, πρωί - βράδυ ορμηνεύω τον υπουργό, μα δε μου τα λένε σωστά.

- Ποιον υπουργό συμβουλεύεις;

- Τον εδικό μου, ντε! Θυμάσαι όντε ήθελε να πάρει σύνταξη η κυρά σου και της την εκόψανε;

- Αν το θυμάμαι λες!

- Η κεφαλή σου τα ζήτα.

- Γιατί πάλι;

- Γιατί είπα σου, πάγαινε στον υπουργό, δικός μου άθρωπος είναι, σου ‘δωκα και την κάρτα μου να σε πιστέψει πως τον εψηφίζεις, δε μ’ άκουσες. Μην παραπονιέσαι το λοιπό.

- Δεν παραπονιέμαι, Νώντα. Πονώ. Γιατί πηγαίνουμε απ’ το κακό στο χειρότερο.

- Σε τούτονα έχεις δίκιο, μα εγώ κι ως, τρώω ένα καρβέλι μαζί τους. Εσύ πείνα, γυαλάκια.

- Και τώρα, τι μαθαίνεις;

- Όποιος δε δει το σπίτι του, θα πέσει να τον πλακώσει. Κατάλαβες; Ούλοι αθώοι. Κι άσε τους μικρούς να φωνάζουν. Δεν τους περνάει. Δεν υπάρχει, πως τήνε λένε, λίστα. Την επήρε η Λαγκάδα…

Είπε κι έφυγε ο Νώντας.

Απόμεινα με τα σωθικά μου κόμπο καμωμένα και μια ευκή έκαμα, να δώσει ο Θεός να σωθεί η τσαλαπατημένη Ελλαδίτσα μας.

Μα, συν Αθηνά και χείρα κίνει.

Όλοι να βοηθήσουμε.

Φωνή λαού, οργή Θεού, λέγανε οι προγόνοι μας.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey