Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Όταν ακόμα και σοβαρές προσωπικότητες του συντηρητικού χώρου, δεν άντεξαν στον πειρασμό να «πειράξουν» και αυτοί τον προβληματισμό της κοινωνίας, με ανοησίες περί «κινδύνου» να καταργηθούν οι σταυροί από τα σχολεία, αλλά και τα… Χριστούγεννα, το κοινό μεσοβδομαδιάτικο ανακοινωθέν Αλέξη Τσίπρα και Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου, χαρίζει μέχρι και την τελευταία από τις εντυπώσεις, υπέρ του κυβερνώντος κόμματος. Καθώς έτσι όπως ήρθαν τα πράγματα -και με δεδομένο ότι η ελληνική κοινωνία δεν έχει (στην καλύτερη) μπει ποτέ στη διαδικασία να αξιολογήσει σοβαρά το τι μπορεί να είναι αυτός ο περίφημος διαχωρισμός «Εκκλησίας-Κράτους» ή δεν θέλει (στην χειρότερη) να μπει- ο Αλέξης Τσίπρας μπορεί πλέον να ισχυρίζεται για το αποτέλεσμα της ιστορικής (πράγματι) αυτής συμφωνίας μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας, ό,τι… θέλει: Από το ότι διαχώρισε πράγματι το Κράτος από την Εκκλησία και στο ότι «στρίμωξε» την Εκκλησιαστική ηγεσία για το αριστερό ακροατήριο, ως και ότι σεβάστηκε στο απόλυτο τον ρόλο και τη σημασία της Εκκλησίας για το πιο συντηρητικό ακροατήριο. Σε επίπεδο τίτλων ειδήσεων εξάλλου, εκείνο που «παίζει», είναι ότι «η κυβέρνηση έβγαλε από το δημόσιο του παπάδες».
Το ότι βέβαια δεν είναι καθόλου έτσι τα πράγματα, έχει ελάχιστη σημασία προς το παρόν, αφού οι εξελίξεις που δρομολόγησε ο «διάλογος» της σημερινής κυβέρνησης με την ηγεσία της σημερινής ηγεσίας της Εκκλησίας, με ένα… σατανικό τρόπο, κατάφερε να κάνει άνω κάτω την Πολιτεία και κατ’ επέκταση το πολιτικό σύστημα. Αφού διαφαίνεται ήδη, πως η ΝΔ, που έχει σαφέστατα λιγότερο «ουδέτερη» θέση μεταξύ Κράτους και Εκκλησίας, ενοχλείται σφόδρα στην θέα Τσίπρα-Ιερώνυμου, ανακοινώνοντας από κοινού κάποια κομμάτια της συμφωνίας που θα προωθούσε σίγουρα και μία κυβέρνηση της ΝΔ. Σε τόσο μεγάλο μάλιστα βαθμό, που η κριτική της στο αποτέλεσμα της συμφωνίας, μετατοπίζεται από την πάγια αφετηρία προσέγγισής της προς το επίμαχο θέμα. Με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για τον σε εξέλιξη θρίαμβο σε επικοινωνιακό επίπεδο του Αλέξη Τσίπρα, που είναι εκείνος που τσαλακώθηκε λιγότερο από οποιονδήποτε άλλο μπήκε σε διαδικασία να τα «βάλει» με την Εκκλησία. Έστω και αν φανερά τα έβαλε τόσο… όσο θα του εξασφάλιζε να μην έχει την τύχη του συγχωρεμένου Τρίτση επί κυβερνήσεως ενός με (χαρακτηριστικά… θρησκευτικού ηγέτη) όπως ο Ανδρέας, ή του Σημίτη που πέτυχε «πύρρεια» νίκη επί του λαοφιλούς, συγχωρεμένου κι αυτού, Χριστόδουλου, τότε με τις ταυτότητες.
Στα σοβαρά τώρα όμως, το αποτέλεσμα της συμφωνίας Τσίπρα-Ιερώνυμου επάνω σε ένα θέμα που παραμένει… «ταμπού», από όλες τις ευρωπαϊκές, μόνο στην δική μας χώρα, δεν είναι σίγουρα όσο εντυπωσιακό προσπαθεί να το δείξει η κυβέρνηση, αλλά δεν είναι και για πέταμα. Οι «αναγνώσεις» είναι φυσικά πάμπολλες, άρα και τα αντίστοιχα συμπεράσματα επί αυτής, όμως κάποια σημεία του περιεχομένου της που ανακοίνωσαν οι δύο ηγέτες, αποτελούν παρακαταθήκη για το μέλλον, αν και εφόσον βεβαίως επικυρωθούν από τους ίδιους τους ιερείς. Τα οποία (σημεία) ελπίζεται κάποια στιγμή, όταν και οι συνθήκες θα είναι λίγο ευνοϊκότερες για να απομακρυνθούμε από το… Ιράν και να έρθουμε πιο κοντά στη λειτουργία ενός σύγχρονου κράτους, να αξιοποιηθούν και να γίνει προς όφελος τόσο του Κράτους και της Εκκλησίας, όσο και της κοινωνίας, επιτέλους πραγματικότητα αυτός ο περίφημος «διαχωρισμός».
Από τα αναμφισβήτητα θετικά της συμφωνίας εξάλλου, είναι ότι η Εκκλησία, αναλαμβάνοντας η ίδια να πληρώνει τους ιερείς της, με τη μορφή βέβαια μιας ετήσιας επιδότησης του κράτους, αλλά και μπαίνοντας στη διαδικασία να αξιοποιήσει την «εκκλησιαστική περιουσία» (με συνέταιρο το κράτος αλά ΤΑΙΠΕΔ), μπαίνει οριστικά στο δρόμο εκσυγχρονισμού της. Ταυτόχρονα, βέβαια, η Εκκλησία αποκτά μέσω αυτού του νέου καθεστώτος, μία πολύ πιο συγκεκριμένη οικονομική αυτοτέλεια, χάρη… στο κράτος. Αλλά και μία τεράστια διαπραγματευτική ισχύ (όπως λένε εκείνοι που ασκούν δριμεία κριτική στους χειρισμούς της κυβέρνησης), ως ένας πανίσχυρος οικονομικός κολοσσός, που θα μπορεί να ασκεί ανάλογη (πολιτική) πίεση ή… στήριξη.
Κάπου εδώ όμως, μπορεί ίσως να διακρίνει κανείς μία «παγίδα» στο δρόμο της Εκκλησίας: Η οποία, αν δεν διαχειριστεί σωστά στα χρόνια που θα έρθουν τα νέα της προνόμια ή τα χρησιμοποιήσει αλόγιστα -όπως αρέσκεται να το κάνει- ως μοχλό πίεσης στο εγγύς μέλλον, θα της γυρίσει μπούμερανγκ. Και τότε, η εντελώς η πραγματική, αθεόφοβη διάσταση του ζητήματος, που περικλείεται στην… οικονομοτεχνική διαπίστωση ότι η χρηματοδότηση του κλήρου που καθιερώθηκε (το 1945) ως αντιστάθμισμα για την απαλλοτρίωση της περιουσίας της από το κράτος, έχει τελικά ξεπληρωθεί εδώ και πολλές δεκαετίες, ίσως δεν θα θεωρείται πια «βλάσφημη» για την ελληνική κοινωνία. Αν δεν λειτουργήσει λοιπόν συνετά, τότε και η Εκκλησία που βάζει πάντα μπροστά τον λαό σε κάθε διεκδίκηση ή προάσπιση συμφερόντων της, δεν θα μπορέσει να αποφύγει τελικά την τύχη πολλών κοσμικών. Πολιτικών σχηματισμών, συμπεριλαμβανομένων όσων έχασαν το… ποίμνιό τους. Και σε αυτό το όχι και τόσο επιστημονικής φαντασίας σενάριο, τον διαχωρισμό Εκκλησίας και Κράτους, θα τον έχει επιτύχει τελικά η ίδια η κοινωνία.