Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Η λειτουργία των ελαιοτριβείων της Λέσβου και η ρύπανση του περιβάλλοντος του νησιού αποτέλεσαν αντικείμενο ρεπορτάζ της εφημερίδας Καθημερινή στις 10 Οκτωβρίου. Το θέμα, που κάθε χρόνο ταλανίζει τους ελαιοτριβείς της Λέσβου και αποτελεί αντικείμενο αντιπαραθέσεων με την Περιφέρεια για την προσωρινή αδειοδότηση, που όμως δεν αποτρέπει τα πρόστιμα και την ομηρεία τόσων επιχειρήσεων στο κατεξοχήν ελαιοπαραγωγικό νησί, είχε απασχολήσει και σχετικό ρεπορτάζ του «Ε» ενόψει της έναρξης της ελαιοκομικής περιόδου.
Την προηγούμενη εβδομάδα, ο Σύνδεσμος Ελαιοτριβείων Λέσβου έστειλε απάντηση στην «Κ» που καταγράφει τις θέσεις των μελών του. Το ρεπορτάζ της εφημερίδας είχε βασιστεί στα στοιχεία των εκθέσεων των ελεγκτών περιβάλλοντος. Από την πλευρά του, ο Σύνδεσμος δίνει τη δική του διάσταση στο θέμα και μεταξύ άλλων τονίζει:
«Αναφέρεται στο άρθρο (σ.σ. της Καθημερινής) ότι το νομοθετημένο στην Ελλάδα όριο του οργανικού φορτίου των επεξεργασμένων αποβλήτων, προκειμένου αυτά να απορριφθούν σε φυσικούς αποδέκτες ή να χρησιμοποιηθούν για άρδευση, είναι 25 mg/I για το BOD5.
Tούτο, είτε πρόκειται για τα κοπρανούχα, μολυσματικά και επικίνδυνα αστικά λύματα, με τυπικό αρχικό φορτίο BOD5 250 mg/l, οπότε απαιτεί μείωση κατά 90%, είτε για απόβλητα του ελαιοτριβείου με τυπικό φορτίο BOD5 περίπου 25.000 mg/l, που περιέχουν σάκχαρα της ελιάς, καρποκύτταρα, πολυφαινόλες και ίχνη διαφυγόντος ελαίου, χωρίς μικροβιακό φορτίο, δηλαδή είδος που θα μπορούσε να είναι πρώτη ύλη παρασκευής τροφίμου. Δηλαδή και για τα απόβλητα των ελαιοτριβείων η εθνική μας νομοθεσία καθορίζει το ίδιο όριο (!) των 25 mg/l, αδιαφορώντας για τη σύνθεσή τους, τον περιορισμένο χρόνο και όγκο παραγωγής τους, για το ότι αιωνίως απορρίπτονται στους ίδιους αποδέκτες πολύ πριν γραφεί η σχετική νομοθεσία χωρίς να έχουν προκληθεί προβλήματα και, τέλος, για το ότι επένδυση για τέτοιου είδους επεξεργασία που θα υποβιβάσει το BOD5 κατά 99,9% έχει τεράστιο κόστος και εφαρμόζεται μόνο για ειδικής επικινδυνότητας απόβλητα. Για τούτο, τέτοια μονάδα δε γνωρίζουμε να υφίσταται σε καμιά ελαιοπαραγωγό χώρα».
Η εναλλακτική αναζητείται
Ως εναλλακτική επιλογή η νομοθεσία μας δίνει τη δυνατότητα να χρησιμοποιηθούν στεγανές χαβούζες για την εναπόθεση των αποβλήτων, με σκοπό να εξατμιστούν αυτά το καλοκαίρι.
Εδαφοδεξαμενές τις ονομάζει, αλλά ουσιαστικά πρόκειται για τεράστιες “χαβούζες” έκτασης 3-5 στρεμμάτων ανά ελαιοτριβείο.
Πρόκειται για επιλογή που ίσως να έχει λειτουργήσει στο θερμό και εκτεταμένο περιβάλλον της Τυνησίας, αλλά στο στενό νησιωτικό αιγαιοπελαγίτικο περιβάλλον, που αποβλέπει στην τουριστική ανάπτυξη, θα λειτουργήσει ως “νόμιμος” βιαστής του. Αλήθεια, η κατασκευή στη Λέσβο 53, όσα τα ελαιοτριβεία, τέτοιων δεξαμενών, ως αισθητικά αποστήματα στο νησιωτικό περιβάλλον, δίκην εκτροφείων κουνουπιών και όχι μόνον, πόσο θα την αναβαθμίσει;
Έτσι, με τέτοια στοιχεία και άλλα, των οποίων την αναφορά δεν επιτρέπει ο περιορισμένος χώρος του άρθρου, η εθνική νομοθεσία μας τελικά λειτουργεί σαν αντιαναπτυξιακό εργαλείο. Το αρμόδιο Υπουργείο, αντιλαμβανόμενο το πρόβλημα, έχει συστήσει επιτροπή με σκοπό τη διερεύνηση της νομοθεσίας για την αποκάλυψη υπερβολών και δυστοκιών αλλά και την εισήγηση τροποποιήσεων ώστε να καταστεί εφαρμόσιμη.
Οι εργασίες της επιτροπής αυτής έχουν ξεκινήσει ήδη από τον περασμένο Δεκέμβριο, οι δε ελαιοτριβείς της Λέσβου έχουμε καταθέσει σε αυτήν προτάσεις για συγκεκριμένες τροποποιήσεις, παραπέμποντας και στην ιταλική εμπειρία, με σκοπό τα ελαιοτριβεία, εφαρμόζοντας απλές διαδικασίες επεξεργασίας των λυμάτων τους, να λειτουργήσουν νόμιμα, οι δε όποιες επιδράσεις τους στο περιβάλλον να είναι απολύτως αντιστρεπτές. Τα πορίσματα της επιτροπής και η όποια αξιοποίησή τους από το Υπουργείο για ανασχεδιασμό της νομοθεσίας -σε πλαίσιο ρεαλιστικό, φιλoπεριβαλλoντικό αλλά και φιλοαναπτυξιακό- αναμένονται οσονούπω».
Δυσεξήγητη βιασύνη
«Επομένως, θέσεις καταδικαστικές για τους ελαιοτριβείς αυτήν τη στιγμή προδίδουν μόνο δυσεξήγητη βιασύνη.
Ωθούν, όμως, στον αντίλογο: Αντί να ερίζουμε, επικαλούμενοι γενικότητες και συμπεράσματα δομημένα μόνο με διαισθητικό τρόπο, γιατί να μην ερευνηθεί ο βαθμός επίδρασης του περιβάλλοντος της Λέσβου από τη συνεχή κάθε χειμώνα, προαιώνια μέχρι και πέρυσι, απόρριψη των υγρών αποβλήτων των ελαιοτριβείων στους φυσικούς αποδέκτες και μάλιστα στους “κλειστούς” κόλπους της; Έτσι, θα δοθεί η δυνατότητα να αποκτηθούν έγκυρα επιστημονικά δεδομένα με μετρήσεις in vivo, σε οικοσυστήματα εξ ορισμού κατά κάποιους επιβαρυμένα. Και τότε τα αποτελέσματα να ενσωματωθούν σε μια ρεαλιστική νομοθεσία με επιστημονική βάση, στερημένη από κάθε προσχηματικό χαρακτήρα.
Ήδη δύο μελέτες σχετικές με το θέμα του Πανεπιστημίου Αιγαίου υπάρχουν και έχουν δοθεί στην επιτροπή. Αλλά δεν ευνοούν τους ανησυχούντες».