Απανωτές παρεμβάσεις λάβαμε για το Σταθμό Γεωργικής Έρευνας της Λέσβου. Η πρώτη προερχόταν από τον παλιό διευθυντή του, το Στρατή Τσιρτσή. Ακολούθησε η Ένωση Ελλήνων Χημικών, ο βουλευτής τής Ν.Δ. Σπύρος Γαληνός και σήμερα, η παρέμβαση του καθηγητή Νίκου Ζούρου.
Απανωτές παρεμβάσεις λάβαμε τις τελευταίες ημέρες για το Σταθμό Γεωργικής Έρευνας της Λέσβου. Η πρώτη δημοσιεύθηκε στο φύλλο του Σάββατο και προερχόταν από τον παλιό διευθυντή του, το Στρατή Τσιρτσή. Ακολούθησε η Ένωση Ελλήνων Χημικών, ο βουλευτής τής Ν.Δ. Σπύρος Γαληνός και σήμερα, από την εφημερίδα αυτή, η παρέμβαση του καθηγητή Νίκου Ζούρου.
Η Ένωση Ελλήνων Χημικών και ιδιαίτερα ο πρόεδρος του Περιφερειακού Τμήματος, Ηλίας Πολυχνιάτης, κάνει συνεχείς παρεμβάσεις για το θέμα, πάνω από 10 χρόνια. Ίσως ακόμη πιο μακρόχρονη είναι η παρακολούθηση του θέματος από το Στρατή Τσιρτσή, ο οποίος γνωρίζει πολύ καλά τη σημασία της έρευνας στην ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής.
Εμείς πάλι ως εφημερίδα παρακολουθούμε το ζήτημα από το 2003. Όταν σχεδόν όλοι είχαν ξεχάσει ακόμη και την ύπαρξη του Σταθμού. Αργότερα, μαζί με το θέμα που αφορά στη λειτουργία του Σταθμού, ασχοληθήκαμε και με το Εργαστήριο Ελαιολάδου. Τουλάχιστον τέσσερις φορές αναφερθήκαμε, με εκτενή ρεπορτάζ, μέσα στο 2010 στις καθυστερήσεις ενεργοποίησης του Εργαστηρίου.
Από την εποχή που υπουργός Γεωργίας ήταν ο Γιώργος Δρυς, ήταν σαφές ότι ο Σταθμός όδευε για κλείσιμο. Το 2003 είχε επισκεφθεί τη Μυτιλήνη ο τότε πρόεδρος του ΕΘΙΑΓΕ, Νίκος Μαραβέγιας, ο οποίος μάς είχε αποκαλύψει ότι στα πλάνα του προέκρινε την αξιοποίησή του ως πρότυπου αγροκτήματος.
Όταν υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης ήταν ο Αλέξανδρος Κοντός, ο Σταθμός έφθασε ένα βήμα πριν να κλείσει και τυπικά. Πιθανότατα διασώθηκε από την κόντρα τότε της διοίκησης του ΕΘΙΑΓΕ με τον υπουργό.
Το τελευταίο διάστημα εμφανίστηκαν νέες απόψεις, σύμφωνα με τις οποίες ο Σταθμός μπορούσε να στελεχωθεί με προσωπικό και να λειτουργήσει στα επίπεδα που λειτουργούσε τη δεκαετία τού 1980.
Κάποιες άλλες απόψεις προκρίνουν την αξιοποίησή του ως θεματικού ινστιτούτου παράλληλα με εκείνα που θα δημιουργηθούν σε άλλες περιοχές της χώρας.
Παρά το ότι θεωρούμε θετικό το ενδιαφέρον που εκφράζεται για το Σταθμό από πολλές πλευρές, οφείλουμε να κάνουμε ορισμένες επισημάνσεις. Η αγροτική έρευνα έχει πολύ υψηλό κόστος και δεν μπορεί να κατακερματίζεται, πολύ περισσότερο δεν έχει κανένα νόημα να μελετάται η αντιμετώπιση του δάκου στο Ινστιτούτο Ελαίας και Υποτροπικών Φυτών των Χανίων στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο της Αθήνας και το Σταθμό Γεωργικής Έρευνας του Κάτω Τρίτους. Όπως επίσης είναι σπατάλη πόρων να μελετάται η καταπολέμηση του καταρροϊκού πυρετού στο Σταθμό Γεωργικής Έρευνας του Κάτω Τρίτους, το αρμόδιο Ινστιτούτο τού ΕΘΙΑΓΕ και την Κτηνιατρική Σχολή της Θεσσαλονίκης.
Η σωστή αξιοποίηση του επιστημονικού δυναμικού και η μείωση του κόστους της έρευνας επιβάλλει να αναμορφωθεί το σύστημα αγροτικής έρευνας. Επίσης είναι ανάγκη τα αποτελέσματα της έρευνας να φθάνουν στους παραγωγούς και να ενσωματώνονται στις παραγωγικές μεθόδους που χρησιμοποιούν. Ένα τρίτο στοιχείο, που συνήθως διαφεύγει από πολλούς, είναι η μεγάλη σημασία που αποκτά η αγροτική έρευνα να παραμείνει δημόσιο αγαθό.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, δεν έχει κατά την άποψή μας κανένα νόημα να διεκδικούμε την επιστροφή στη δεκαετία τού 1980. Αντίθετα, θεωρούμε ότι η άποψη του Περιφερειακού Τμήματος Ελλήνων Χημικών μπορεί να αποτελέσει τη βάση και την αφετηρία για μια σοβαρή προσέγγιση του θέματος. Υπό αυτό το πρίσμα, μπορούμε να πούμε ότι είναι αναγκαίο να δημιουργηθεί ένα Ινστιτούτο Νησιωτικής Αγροτικής Οικονομίας. Το οποίο δε θα υποκαθιστά τα άλλα ινστιτούτα, αλλά θα έχει μια συγκεκριμένη και σαφή θεματολογία.
Ορισμένα από τα ζητήματα που μπορεί να καλύψει αυτό είναι:
- Η μελέτη και η ανάδειξη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τον νησιωτικών προϊόντων.
- Η μελέτη και η ανάπτυξη εφαρμοσμένης έρευνας στη λειτουργία των αγροτικών εκμεταλλεύσεων στα νησιά.
- Η ταυτοποίηση και η προστασία των τοπικών ποικιλιών και των τοπικών φυλών κτηνοτροφικών ζώων.
- Η ανάπτυξη πρότυπων αγροτικών εκμεταλλεύσεων, που θα δείχνουν στους παραγωγούς νέες μεθόδους παραγωγής.
Το Ινστιτούτο μπορεί να λειτουργήσει στο πλαίσιο του νέου φορέα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, αλλά επίσης μπορεί να λειτουργήσει με ευθύνη της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου ή του Πανεπιστημίου Αιγαίου.