Δεν υπάρχει θεωρητικό υπόβαθρο, δεν υπάρχει λογική που να μπορεί να στηρίξει τη βία ως εύλογη μορφή δράσης. Είναι μερικές φορές λυπηρό να σκέφτεται κανείς πως ακόμα και οι μεγάλες επαναστάσεις (οι μαζικές πράξεις βίας, δηλαδή, στο όνομα της αλλαγής) τελικά δε θεμελίωσαν κάτι σπουδαίο.
Δεν υπάρχει θεωρητικό υπόβαθρο, δεν υπάρχει λογική που να μπορεί να στηρίξει τη βία ως εύλογη μορφή δράσης. Είναι μερικές φορές λυπηρό να σκέφτεται κανείς πως ακόμα και οι μεγάλες επαναστάσεις (οι μαζικές πράξεις βίας, δηλαδή, στο όνομα της αλλαγής) τελικά δε θεμελίωσαν κάτι σπουδαίο. Σύντομα ο επαναστάτης έγινε δυνάστης, ο καταπιεζόμενος, καταπιεστής. Να μελετήσουμε άραγε τις λεγόμενες «εθνικές εξεγέρσεις», οπόταν και η βία παρουσιάζεται ως εύλογη μορφή αγώνα; Ακόμα και σε αυτές τις περιπτώσεις αξίζει να γνωρίζουμε πού τελειώνει ο αγώνας και πού ξεκινάει η βαναυσότητα. Όσο σκεφτόμαστε πάνω στο θέμα της βίας, τόσο μας τελειώνουν οι δικαιολογίες που οδηγούν στη χρήση της. Σήμερα είναι σύνηθες να μιλάμε για τυφλή βία, τρομοκρατία, κλειστού τύπου συγκρούσεις, στη γλώσσα των ειδικών όλα αυτά ονομάζονται «ασύμμετρες απειλές».
Η τρομοκρατία υποτίθεται θυσιάζει πολλά, έτσι ώστε στο τέλος να προκύψει κάτι καλό. Περί αυτού δεν πρόκειται; Ας δούμε, όμως, την αλήθεια. Στο Αφγανιστάν όπου η βία αποτελεί καθημερινό φαινόμενο, οι φορείς της δικαιολογούν τις πράξεις τους με μεγάλη ευκολία. «Για το καλό της πατρίδας και της Θρησκείας, στο όνομα του Μεγαλοδύναμου, οι καλοί άνθρωποι του τόπου μας θα υποφέρουν έτσι ώστε τελικά να αλλάξουμε τα πάντα.» Στο Αφγανιστάν έχουν σχεδόν συμπληρωθεί 40 χρόνια τρομοκρατίας και ασύμμετρου πολέμου. Η χώρα βρίσκεται στην ίδια και ίσως χειρότερη, άθλια κατάσταση από τότε που υποχώρησαν τα ρωσικά στρατεύματα. Με το χτύπημα την 11η/9 οι τρομοκράτες πίστεψαν πως κατάφεραν κάτι σπουδαίο κι όμως αυτό που κατάφεραν ήταν η συσπείρωση των Αμερικανών γύρω από ένα φασιστοειδή πρόεδρο και η καταδίκη της χώρας τους σε διεθνές επίπεδο. Απόδειξη: το μεγαλύτερο κύμα προσφύγων που έχει γνωρίσει ποτέ η Ευρώπη προερχόμενο από το Αφγανιστάν και τα γύρω κράτη.
Οι τρομοκρατία στη χώρα μας δε έχει μάθει τίποτα από την Ιστορία. Μετά την εξάρθρωση της «17Ν» ήρθαν στο φως διάφορες άλλες ομάδες. Οι πράξεις τους, εκτός από το θάνατο αθώων πολιτών, μεταναστών, εκτός από υλικές ζημιές και πρωτοσέλιδα, δεν έχουν καταλήξει σε τίποτα άλλο. Κι ούτε πρόκειται, βέβαια. Στον καπιταλισμό οι δυνάμεις τρομοκρατίας που χτυπούν τυφλά δρουν σαν το καλύτερο μέσο ενδυνάμωσης του status quo και όχι το αντίθετο. Αυτό είναι κάτι που δεν έχουν καταλάβει «οι δικοί μας». Πιστεύουν πως διαλύουν ένα μηχανισμό, μα στην ουσία τον κάνουν να εξελίσσεται και να αυτοεπιβεβαιώνεται. Η Αλλαγή δεν έχει στη καρδιά της βία, αλλά καλλιέργεια του πνεύματος· τόσο «μπανάλ», τόσο ξεκάθαρο. Δεν είναι ενεργός πολίτης αυτός που ρίχνει βόμβες, αλλά αυτός που μεγαλώνει σωστά τα παιδιά του. Το δεύτερο είναι απείρως πιο δύσκολο από το πρώτο, γιατί δεν απαιτεί μιας στιγμής ακροβατικά αλλά καθημερινό κόπο. Δεν είναι ενεργός πολίτης αυτός που σκοτώνει αστυνομικούς, αλλά αυτός που θα μεταδώσει τη γνώση πως το «καραβανιλίκι», η νοοτροπία του αραχτού δημοσίου υπαλλήλου, δημιουργεί γουρούνια. Πάλι το δεύτερο πιο δύσκολο από το πρώτο, γιατί πάντα η μετάδοση της γνώσης απαιτεί πολύχρονη δουλειά και υπομονή. Για να συνοψίσουμε: πιο δύσκολο είναι κανείς να σκέφτεται παρά να κλοτσάει. Όλα αυτά, βέβαια, δε θα γίνουν ποτέ δεκτά ούτε καν από το «μέσο τρομοκράτη», εκείνον δηλαδή που για διάφορους λόγους δεν έχει μάθει ποτέ ή έστω δε δέχεται πια να σκεφτεί.
Ας υπολογίσει, όμως, το εξής κι ας είναι σίγουρος γι’ αυτό: δεν τον «αγγίζουν» τον πολιτικό οι θάνατοι αθώων. Απλά του ασκούν μια κάποια αμελητέα πίεση. Σκοτώστε όσους θέλετε, «ο υπουργός το βράδυ θα τρώει παϊδάκια», όπως είπε πολύ εύστοχα ένας φίλος συγγραφέας. Κι αν ο υπουργός παραιτηθεί, η κυβέρνηση ολόκληρη, τι έγινε; Παραιτήθηκε μήπως το σύστημα; Άλλαξε; Μήπως όμως, όπως λένε, το να προκαλείς αγανάκτηση στον πολίτη, τον κάνεις να «ξυπνήσει»; Αμφίβολο. Σε κάθε εποχή ισχύει το ότι ο πολίτης δεν ξυπνά με την τρομοκρατία, αλλά χώνεται βαθύτερα στο καβούκι του. Το σύστημα της εποχής μας, ιδιαίτερα, θέλει μεγάλη μελέτη ώστε να γίνει κατανοητό και να αλλάξει, όχι με άλματα μα με μικρά επίπονα βήματα. Επίπονα για τις πνευματικές μας δυνάμεις και όχι για το σώμα, την περιουσία, τη ζωή και ελευθερία του διπλανού μας!