Ο Βασίλης Λεμπιδώνης το παρόν βιβλίο το έγραψε στη «φωτεινότατη Λέσβο. Έχει τόση δύναμη το φως της και το παρακαλώ ευλαβικά πάντα, να μου αποκαλύπτει τις ολοζώντανες εικόνες που κρύβει τόσο ιερά μέσα του», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Βασίλης Λεμπιδώνης
Πεζοτράγουδα
Μυτιλήνη 2010, σελ. 150
Ο Βασίλης Λεμπιδώνης γεννήθηκε στην Πάτρα τον Αύγουστο του 1955. Τελείωσε το γυμνάσιο στην Ελληνογαλλική Σχολή Πειραιώς. Το ίδιο έτος ξεκίνησε τις σπουδές του στο Fribourg της Ελβετίας «Cours d’Introduction aux Études Universitaires en Suisse» και τις τελείωσε στο Παρίσι, στη Σχολή Ανωτάτων Σπουδών Κοινωνικών Επιστημών EHESS και στη Σορβόννη, Paris I. Από το 1988 εργάζεται ως υπάλληλος στο Υπουργείο Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής.
Όπως γράφει στον πρόλογό του, το παρόν βιβλίο το έγραψε στη «φωτεινότατη Λέσβο. Έχει τόση δύναμη το φως της και το παρακαλώ ευλαβικά πάντα, να μου αποκαλύπτει τις ολοζώντανες εικόνες που κρύβει τόσο ιερά μέσα του», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Στις 150 σελίδες στεγάζονται 37 πεζοτράγουδα, χωρισμένα σε δύο ενότητες με τους τίτλους «Αναμνήσεις» και «Το σχολικό ατύχημα».
Από τη δεύτερη ενότητα, ως μικρό δείγμα γραφής αντιγράφουμε ένα απόσπασμα από πεζοτράγουδο με τον τίτλο «Το τέλος»:
«Όταν χάνονται παιδιά, / ανοίγουνε οι ουρανοί κι αναβλύζουν / ζωηρά κι ορμητικά νερά, / λάσπες ξεραμένες, πιτσιλιές από παντού, / χαρακώνουνε βαθιά μνήματα κι άσπρα / φέρετρα, λευκά, / χαρακώνουνε και την ψυχή, / μ’ αλλεπάλληλες ξερές γραμμές, σαν με / γρατσουνιές, / ίδιες μ’ αυτές που μείνανε ανεξίτηλες / στις όχθες του Ισθμού, / όταν οι άνθρωποι παλιά, / σέρνανε τα πλοία με πλεχτά καλώδια / από σύρμα, / σαν με αυλακιές, / όπως αυτές που μένουν στις παλάμες / απ’ τα χέρια, / όταν, με ψιλές τριχιές, τραβάνε οι / ανθρώποι στη γιορτή του Πάσχα τη / νίκη των όρθιων νεκρών, / τις βαριές καμπάνες του Προφήτη / Ηλία, / στου Περάματος την ανηφόρα. / Εκεί κοντά, / τίναξε τα πόδια του το άσπρο άλογο / σημαίνοντας το τέλος, / πάνω σ’ ένα φράχτη από σύρμα / αγκαθωτό· / κόκκινες σταγόνες αίμα κατρακύλησαν / στο φυσερό στόμα σαύρας από κάτω / του, / που τη κατάπιε φίδι ακίνητο.»