Την Παγκόσμια Ύψωση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού τιμάμε και γιορτάζουμε στις 14 Σεπτέμβρη. Στο Εκκλησιαστικό Βυζαντινό Μουσείο Μυτιλήνης, στον αυλόγυρο του ιερού ναού Αγίου Θεράποντα, υπάρχουν εννιά μνημειώδη εκθέματα. Δυο σταυροί από τέμπλο, δυο «Ευλογίας», τρεις αρχιερέων και δυο «Αγιασμού». (Το κείμενο που ακολουθεί είναι συμπλήρωμα σ’ αυτό που δημοσιεύτηκε στο «Εμπρός», στις 11-9-2009).
Το σχετικό ευαγγέλιο που αναφέρεται στη «Σταύρωση» και στο Σταυρό το ‘γραψε ο ευαγγελιστής Ιωάννης (Κεφ. 19, 5-30, αποσπάσματα σε μετάφρασή μου): «Βγήκε λοιπόν ο Ιησούς έξω με το ακάνθινο στεφάνι και τον κόκκινο μανδύα και τους λέγει ο Πιλάτος, «Να ο άνθρωπος». Όταν τον είδαν οι αρχιερείς και οι υπηρέτες, κραυγάσανε, «Σταύρωσέ τον, σταύρωσέ τον». Ο Πιλάτος τους λέγει, «Πάρτε τον σεις και σταυρώστε τον, γιατί γω δεν του βρίσκω καμμιά βάση για κατηγορία»... Εκείνοι εκραύγασαν, «Άρον, άρον, αμέσως σταύρωσέ τον». Ο Πιλάτος τού λέγει, «Τον βασιλιά σας να σταυρώσω;» Αποκρίθηκαν οι αρχιερείς, «Δεν έχουμε βασιλιά παρά τον Καίσαρα». Τότε τους τον παρέδωσε για να σταυρωθεί. Αυτοί πήρανε τον Ιησούν κι έφυγαν, εκείνος βαστούσε το σταυρό του και βγήκε στο λεγόμενο Κρανίου τόπο, εβραϊκά λέγεται Γολγοθάς, όπου τον σταυρώσανε και μαζί του άλλους δυο, από το ένα μέρος κι από το άλλο και τον Ιησού στη μέση. Έγραψε ο Πιλάτος επιγραφή και την έβαλε πάνω στο σταυρό· η επιγραφή ήταν: Ιησούς Ναζωραίος Βασιλεύς Ιουδαίων»... Κοντά στο σταυρό του Ιησού στεκόταν η μητέρα του και η αδερφή της μητέρας του, η Μαρία η γυναίκα του Κλωπά και Μαρία η Μαγδαληνή. Όταν είδε ο Ιησούς την μητέρα του και τον μαθητή που αγαπούσε, να στέκεται κοντά της, είπε στη μητέρα του. "»Γυναίκα, να ο γιος σου». Μετά είπε στο μαθητή, «Να η μητέρα σου». Κι απ’ αυτή την ώρα την πήρε ο μαθητής στο σπίτι του. Ύστερα, επειδή γνώριζε ο Ιησούς ότι όλα έχουν τώρα πια εκτελεστεί, για να γίνει ολοκληρωτικά η γραφή, λέγει, «Διψώ». Εκεί βρισκότανε δοχείο γεμάτο ξίδι. Οι στρατιώτες γέμισαν ένα σφουγγάρι με ξίδι, το βάλανε στο κοντάρι και το φέρανε στο στόμα του. Όταν ο Ιησούς πήρε το ξίδι, είπε, «Τετέλεσται», κι αφού έγειρε το κεφάλι, παράδωσε το πνεύμα».
Όταν ο Ιησούς άρχισε να προλέγει το θάνατο και την ανάστασή του, τότε είπε στους μαθητές του, «Αν κάποιος θέλει να μ’ ακολουθήσει, ας αρνηστεί τον εαυτό του κι ας σηκώσει το σταυρό του κι ας με ακολουθήσει». (Ματθαίος 16, 24).
Τρεις κρεμαστήκανε πάνω στους σταυρούς, στο Γολγοθά: Ο μετανοιωμένος ληστής. Η αμαρτία μέσα του, όχι όμως πάνω του (Λουκ. κγ΄, 40, 43). Ο Ιησούς: Η αμαρτία πάνω Του, όχι όμως μέσα Του (Λουκ. κγ΄, 33). Ο αμετανόητος ληστής: Η αμαρτία μέσα του και πάνω του (Λουκ. κγ΄, 39). Ο Ιησούς Χριστός σταυρώθηκε: Με ανόμους (Λουκ. κγ΄ 33, κβ΄ 37). Από ανόμους(Πρξ. ζ΄, 52). Για ανόμους (Ρωμ. ε΄, 6).
Όταν ιστορείται τουρλαία, με τρούλο, θολωτή εκκλησιά η Ύψωση του Σταυρού ζωγραφίζεται έξω από το βήμα, στην τρίτη τάξη έτσι: «Ναός και εν αυτώ άμβωνας και επάνω αυτού ο άγιος Μόδεστος. Ιεροσολύμων πατριάρχης, βαστών τον τίμιον Σταυρόν του Χριστού· και υποκάτω του άμβωνος η αγία Ελένη η βασίλισσα και μετ’ αυτής άρχοντες πολλοί και πλήθος λαού βλέποντες άνω, έχοντες υψωμένα τα χέρια». (Διονυσίου του εκ Φουρνά, «Ερμηνεία της ζωγραφικής τέχνης», Πετρούπολη 1909).
Στο νησί
Στο σταυρό, από τον ιερό ναό του αγίου Δημητρίου, στο Μεσότοπο, που βρίσκεται στο Μουσείο Μυτιλήνης (σε ξύλο, στο 18ο αιώνα, με ύψος 66 και πλάτος 54 εκατοστά), από επίστεψη, στέψη κορυφής σε ξυλόγλυπτο τέμπλο, χρυσωμένος, με ανθέμια, ανάγλυφο στόλισμα από σπαθωτά φύλλα σε γαλάζιο χρωματισμό. Στο χρυσό κάμπο-βάθος του είναι ζωγραφισμένος, σε σκούρο καστανό χρωματισμό, δεύτερος μικρός σταυρός με την επιγραφή, με κόκκινα βυζαντινά μεγαλογράμματα, «Η CTΑΥΡΩCIC ΤΟΥ ΧΥ». Στην κορυφή, στο μικρό σταυρό, σε απλωμένο άσπρο ειλητάρι, σε οριζόντια λωρίδα, με μαύρα μεγαλογράμματα η επιγραφή «Ι.Ν.Β.Ι.» (Ιησούς Ναζωραίος Βασιλεύς Ιουδαίων). Ο ζωγραφισμένος-γραμμένος μικρός σταυρός είναι μπηγμένος σε βράχο, «κρανίου τόπο», με μικρό στόμιο από σπηλιά, όπου εικονίζεται ανθρώπινο κρανίο με δυο κόκαλα σταυρωτά, που ραντίζονται με το αίμα του Χριστού από τα καρφωμένα, πληγιασμένα πόδια του. Είναι το κρανίο με τα κόκαλα από τον Αδάμ, που δέχονται την ελευθερωτική, λυτρωτική, σωτήρια θυσία από το Σταυρωμένο Χριστό. Ο Χριστός στο ζωγραφισμένο καστανόχρωμο σταυρό έχει τα χέρια τεντωμένα προς τα πάνω, με τις παλάμες σε κίνηση ευλογίας, απ’ όπου τρέχει αίμα. Το κεφάλι, γερμένο δεξιά, ακουμπά στο χέρι του. Καστανά γένι, μουστάκι, μαλλιά, ριγμένα στους ώμους, με σταυροφόρο φωτοστέφανο, τα κόκκινα βυζαντινά μεγαλογράμματα «Ο ΩΝ». Τα γόνατα λυγίζουνε και τα πέλματα ακουμπάνε το ένα πάνω στ’ άλλο. Φορά γκρίζο περίζωμα, φαρδιά ζώνη με «λάματα», πτυχές σκούρες. Το περίζωμα χιαστί δένεται με κόμπο στο δεξί πλευρό του. Ο προπλασμός, το πρώτο χρώμα, το βασικό, και τα σαρκώματα σ’ όλο το σώμα του είναι ανοιχτόχρωμος. Το σταυρό στο επιστύλιο, πάνω από τους στύλους δοκάρι που γεφυρώνει το τέμπλο, πάνω από την Ωραία, κεντρική πύλη, θα πρέπει να πλαισίωναν από κάθε πλευρά «λυπηρά», μικρές εικόνες με την Παναγία και τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, από δεξιά κι αριστερά.
Στο σταυρό από τέμπλο, στο παρεκκλήσι Κοίμηση της Θεοτόκου στη Μονή Δαμαντρίου (πάνω σε ξύλο, στο 18ο αιώνα, με ύψος 131 και πλάτος 117 εκατοστά), «Σταύρωση» εικονίζεται πάνω σε δεύτερο σταυρό γραμμένο σε σκούρο καστανό χρώμα, με κάμπο-βάθος χρυσό. Ο Σταυρωμένος Χριστός γέρνει το κεφάλι του λίγο δεξιά. Το γένι, το μουστάκι, τα φρύδια, το «έπαρμα», ύψωμα, τριχωτό δέρμα πάνω από τα μάτια, και τα μαλλιά βαθιά καστανά, καταλήγουνε σε δυο πλόκαμους-πλεξούδες, δεξιά κι αριστερά. Στο κεφάλι αγκαθωτό στεφάνι με χρυσό σταυροφόρο φωτοστέφανο, όπου με κόκκινα βυζαντινά μεγαλογράμματα «Ο ΩΝ». Έχει απλωμένα πλάγια τα χέρια με ανοιχτές τις παλάμες και από τα καρφιά τρέχει το αίμα. Το στέρνο, το στήθος στο μπροστινό μέρος του θώρακα και τα κόκαλα γράφονται με «λάματα», πτυχές. Στην κοιλιακή χώρα ζωγραφίζονται τα σπλάχνα, τα όργανα στην κοιλότητα του κορμού. Από το δεξί πλευρό η πληγή που λογχίστηκε, τρυπήθηκε με τη λόγχη, ο Χριστός, να τρέχει αίμα. Από τη μέση και κάτω φορά ανοιχτό πράσινο περίζωμα, μπροστέλα, φαρδιά ζώνη, που δένει μπροστά, ψηλά με κόμπο και «λάματα», πτυχές, μαύρα διπλά κυματιστά. Τα γόνατα γράφονται με κύκλους και τα πέλματα-πατούσες το ‘να πάνω στ’ άλλο. Από τα καρφιά τρέχει αίμα. Πάνω από το φωτοστέφανο ένα κομμάτι, η άκρη από τον μέσα σταυρό, στην παραλληλόγραμμη πινακίδα άσπρα μεγαλογράμματα «I.Ν.Β.Ι.» (Ιησούς Ναζωραίος Βασιλεύς Ιουδαίων). Ο προπλασμός σ’ όλο το σώμα του Χριστού ανοιχτός καστανός. Κάτω από την ορθή κεραία-άκρη του σταυρού με το σύμβολο αητό του ευαγγελιστή Ιωάννη και γράφει «Εν αρχή ην ο Λόγος και ο Λόγος ην προς τον Θεόν και ο Θεός ην ο Λόγος», πάνω από το φωτοστέφανο μέσα σε καστανόχρωμη φωλιά είναι ζωγραφισμένος άσπρος πελεκάνος με τέσσερα άσπρα κλωσοπούλια-νεοσσούς. Είναι πληγωμένο το πλευρό και βουτά τη μύτη του στην πληγή. Το ίδιο κάνουνε και τα κλωσοπούλια που ραντίζονται με το αίμα από την πληγή. Η παράσταση με τον πληγωμένο πελεκάνο συμβολίζει τον Σταυρωμένο Χριστό και την απαλλαγή από δεινά, βάσανα, συμφορές και το ζωογόνο, που δίνει ζωή, αίμα από τη θυσία του. Η υπόθεση, το αρχέτυπο, το πρωτότυπο πάρθηκε από τα «εγκώμια», την ακολουθία στη Μεγάλη Παρασκευή, Τροπάρι, εκκλησιαστικό άσμα, στη δεύτερη στάση: «Ώσπερ πελεκάν, τετρώμενος την πλευράν σου, Λόγε, σους θανόντας παίδας εζώωσας, επιστάξας ζωτικούς αυτοίς κρουνούς». Σε μετάφρασή μου: «Όπως ακριβώς ο πελεκάνος, λαβωμένος στην πλευρά σου, Λόγε, τα πεθαμένα παιδιά σου ζώωσες, ζωντάνεψες, καθώς στάλαζες ζωτικές σ’ αυτά βρυσομάνες, νερομάνες». Κι ο νομπελίστας ποιητής Γιώργος Σεφέρης αποσώνει: «Και να του φέρνεις, το νερό το αγνό της βρυσομάνας».
Στη Λέσβο, ο Χριστός στο Σταυρό, σε μεταβυζαντινές τοιχογραφίες, υπάρχει στις Μονές Περιβολής και Ταξιαρχών Κάτω Τρίτους. Στο καθολικό, στην Περιβολή, ο Χριστός εικονίζεται σταυρωμένος σε μεγάλο σταυρό, με τους δυο ληστές πλάι του, δεμένοι σε μικρότερους σταυρούς. Το κεφάλι του γέρνει δεξιά και το νεκρό σώμα του από το βάρος κρέμεται τσακισμένο να γκρεμιστεί. Τα χέρια του λυγισμένα, καρφωμένα στο σταυρό. Από κάτω αριστερά η Παναγία στέκεται μόνη της, καταλυπημένη. Δεξιά στη σύνθεση ο αγαπημένος μαθητής Ιωάννης με το δεξί χέρι στο μάγουλό του. Πίσω του ο Λογγίνος. Ο καλός ληστής αριστερά έχει το κεφάλι λίγο σηκωμένο σα να μιλά στο Χριστό, ενώ ο κακός δεξιά έχει γερμένο το κεφάλι του μπροστά στο στήθος του. Η σύνθεση δεν έχει άλλα πρόσωπα. Κάτω από την οριζόντια κεραία του σταυρού, είναι ζωγραφισμένα τα κοσμικά σύμβολα, ο Ήλιος και η Σελήνη. Η Μονή Περιβολή τοιχογραφήθηκε μετά το 1550.
Στο μονόχωρο τρουλωτό ναό της Μονής Ταξιαρχών Κάτω Τρίτους, στο καθολικό, με άσπρα βυζαντινά μεγαλογράμματα, πάνω από την οριζόντια κεραία, διαβάζουμε την επιγραφή: «Η CΤΑΥΡΩCΙC ΤΟΥ ΧΥ», στο βόρειο τοίχο. Είναι πολυπρόσωπη σύνθεση σε σχετικά καλή κατάσταση. Ο Χριστός εικονίζεται καρφωμένος στο σταυρό, νεκρός, τσακισμένος και βασανισμένος. Το κεφάλι γέρνει δεξιά του με τα μονογράμματα κεφαλαία γύρω από το φωτοστέφανο «ΙC ΧC». Φορά περίζωμα γύρω από τη μέση, με «λάματα», πτυχές που δένει με κόμπο πάνω στην κοιλιά. Τα πόδια λυγισμένα από το βάρος, και τα χέρια σηκωμένα ψηλά, καρφωμένα με ανοιχτές τις παλάμες. Στην κοιλιά του γράφονται τα σπλάχνα του. Οι πατούσες πλαγιαστές ακουμπάνε σε υποπόδιο-ποδαρικό. Αριστερά στο Χριστό εικονίζεται ο καλός ληστής με την επιγραφή «Ο ΔΙΜΑC», με τα χέρια δεμένα πίσω από το σταυρό. Είναι γενειοφόρος, έχει φωτοστέφανο στο κεφάλι (πολύ σπάνιο σε εικονογράφηση) και κοιτάζει το Χριστό. Το φωτοστέφανο το ‘βαλε ο αγιογράφος από τα λόγια του Χριστού, ότι ο ληστής αυτός θα ‘ναι μαζί του στον Παράδεισο. Δεξιά, ο άλλος ληστής ο Γέστας, δεμένος κι αυτός στο σταυρό. Το κεφάλι του γέρνει προς τα κάτω. Αριστερά στο σταυρό εικονίζεται η Παναγία, με βυζαντινά μεγαλογράμματα στο φωτοστέφανο «ΜΡ ΘΥ». Τη συμπαραστέκονται τέσσερις γυναίκες φίλες της, που είναι: Μάρθα, Μαρία, Μαγδαληνή και Σαλώμη (ΕVΑΝGΕLIΑ ΑΡΟCRΥΡΗΑ, για τις γυναίκες και τους ληστές). Η Παναγιά, με σηκωμένο το κεφάλι, κοιτάζει το σταυρωμένο περίλυπη κι ακουμπά τα χέρια στο στήθος της φίλης της. Κι οι άλλες γυναίκες κοιτάζουνε το Χριστό. Δεξιά στο σταυρό πρώτος ο Ιωάννης, με σηκωμένο το κεφάλι προς το Σταυρωμένο φαίνεται να κλαίει. Μπροστά από το πρόσωπό του έχει τα χέρια σταυρωμένα. Πίσω του ο Εκατόνταρχος με σηκωμένο το κεφάλι προς το Χριστό και το δεξί χέρι σε κίνηση λόγου. Πίσω από τις γυναίκες, κοντά στο σταυρό, εικονίζεται ο στρατιώτης που λογχίζει το σώμα του Χριστού. Πίσω από τη σύνθεση με τις μορφές, σ’ όλο το πλάτος είναι ζωγραφισμένη η Ιερουσαλήμ με τις επάλξεις της. Στο ύψος της οριζόντιας κεραίας του σταυρού τα κοσμικά σύμβολα, με τον Ήλιο και τη Σελήνη. Το μνημείο τοιχογραφήθηκε τον 16ο αιώνα.
Τα αντιμήνσια
Στη Λέσβο υπάρχουνε κι αρκετά «αντιμήνσια» με τον Σταυρό. Το αντιμήνσιο είναι ύφασμα που χρησιμοποιείται ως φορητό θυσιαστήριο κι αναπληρώνει την Αγία Τράπεζα (πρόθεση αντί και το λατινικό μένσα, που σημαίνει τράπεζα ή αντιτραπέζι), για την τέλεση της θείας λειτουργίας σε μέρη όπου λείπει τελείως (πλοίο, ύπαιθρος κ.λπ.) ή υπάρχει αλλά είναι ακαθιέρωτη (παρεκκλήσι, ερημητήρι). Το αντιμήνσι αρχικά ήταν από μικρή λεπτή σανίδα, όπου ζωγραφιζόταν η συνηθισμένη παράσταση του Σταυρού και του Τάφου του Χριστού με τους Ευαγγελιστές. Αργότερα αντικαταστάθηκε με ύφασμα λινό. Χρησιμοποιείται για να τελείται πάνω σ’ αυτό η θεία λειτουργία «εν παντί τόπω της δεσποτείας Κυρίου».
Στην Ιερή Μονή Υψηλού υπάρχουνε τα εξής αντιμήνσια: Στα 1588 χρωματιστό. Στη μέση παριστάνεται ο σταυρός και στη βάση ο Τάφος του Χριστού απ’ όπου βγαίνει ο Κύριος όπως στην «άκρα ταπείνωση». Γύρω στον Τάφο υπάρχουν τα σύμβολα της Σταύρωσης, δηλαδή η λόγχη, ο σπόγγος και το δοχείο με το ξίδι. Στις γωνιές οι τέσσερις Ευαγγελιστές με ζωηρά χρώματα βαστάνε όλοι το ευαγγέλιο. Πλάι στο Σταυρό μεγαλογράμματη βυζαντινή επιγραφή: «ΘΥCIΑCΤΗΡΙΟΝ ΘΕΙΟΝ ΚΑΙ ΙΕΡΟΝ ΤΟΥ ΤΕΛΕΙCΘΑΙ ΕΝ ΑΥΤΩ ΤΑC ΘΕΙΑC ΙΕΡΟΥΡΓΙΑC EN ΠΑΝΤΙ ΤΟΠΩ ΤΗC ΔΕCΠΟΤΕΙΑC ΚΥΡΙOΥ† ΚΑΘΙΕΡΩΘΕΝ ΚΑΙ ΑΓΙΑCΘΕΝ ΠΑ ΡΑ ΤΟΥ ΠΑΝΙΕΡΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΗΘΥΜΝΉC KΥΡΟΥ ΝΕΟΦΥΤΟΥ ΕΙC ΟNΟΜΑ ΤΩΝ ΑΓΊΩΝ ΠΑΝΤΩΝ ΕΝ ΕΤΕΙ ΄ζ κ στ΄» ΜΗΝΙ ΙΟΥΝΙΩ. Ι(ΝΔΙΚΤΙΟ) ΝΟC Β΄. Κάτω από τον τάφο υπάρχει η υπογραφή «Τζανέτως ιερεύς». Το όνομα Τζανέτος επικρατεί στην Ερεσό. Ίσως πρόκειται για κάποιο ιερομόναχο. Στη Μονή Υψηλού υπάρχουν ακόμα αντιμήνσια στα 1622, 1730, αχρονολόγητο και 1825, με την παράσταση του Σταυρού και τα σύμβολα της σταύρωσης. (Ιακώβου Γ. Κλεομβρότου, Μητροπολίτου Μυτιλήνης «ΜΥΤΙLΕΝΑ SΑCRΑ», τόμος πρώτος, Η Ιερά Μονή Υψηλού, ιστορία-τέχνη, Αθήναι 1970).
Στην Ύψωση του Τιμίου Σταυρού υπάρχουνε στη Λέσβο ένα παρεκκλήσι στην Παναγιούδα κι ένα ξωκκλήσι στο στρατόπεδο Κουφό Βουνό Κάτω Τρίτους.
Στο «Προσκυνητάριον» (1787) διαβάζουμε: «Αυτού είναι ο θρόνος της αγίας Ελένης, οπού εκάθητο και εφύλαττε την εύρεσιν του τιμίου σταυρού, και από αυτού καταβαίνοντες έτερα επτά σκαλούνια, είναι τόπος ως υπόγαιον, και αυτού ευρέθη ο ζωοποιός Σταυρός, ομού και οι άλλοι δύο των συσταυρωθέντων τω Χριστώ δύο ληστών».
«Περί του μοναστηρίου του Τιμίου Σταυρού. Εξερχόμενοι δε από την πόρταν του Δαβίδ πάλιν προς δυσμάς ως ήμυσι ώραν, ευρίσκομεν μέσα εις μίαν κοιλάδα το Ιερόν μοναστήριον του Τιμίου Σταυρού, περιστοιχισμένον με τοίχη υψηλά, και οχυρομένον με ποδαρικά μεγάλα και στερεά ευρυχωρώτερον από τα λοιπά όλα της Ιερουσαλήμ μοναστήρια· εν τω μέσω αυτού έχει τον ναόν μεγάλον και θαυμάσιον, με τρούλαν υψηλήν, η οποία βαστάζεται από τρεις μεγάλαις καμάραις, και εξ κολώναις, ένδοθεν ο ναός όλος ζωγραφισμένος, το έδαφος αυτού εστρωμένον με ψηφίδια διαφόρων χρωμάτων, το οποίον είναι βεβαμένον με τα αίματα των οσίων Πατέρων, οπού προ χρόνων ικανών εθανάτωσαν οι ωμώτατοι Άραβες· υποκάτου της αγίας τραπέζης, είναι τρύπα στρογγυλή· Και εις αυτόν τον τόπον ήτον πεφυτευμένον το ξύλον, από το οποίον κατεσκευάσθη ο τίμιος και ζωοποιός Σταυρός του Σωτήρος ημών· αυτού ευρίσκεται και μέρος από το Τίμιον Ξύλον του Ζωοποιού Σταυρού».
Για το μοναστήρι του Τιμίου Σταυρού, που πήγαμε στα Γεροσόλυμα με τη συχωρεμένη μάνα μου Έλλη και προσκυνήσαμε, υπάρχουνε πολλοί θρύλοι και παραδόσεις, όπως ότι ιδρύθηκε από την αγία Ελένη και Μέγα Κωνσταντίνο, ή από τον Ιουστινιανό. Μία άλλη παράδοση αναφέρει πως στο χώρο του μοναστηριού ο Λωτ φύτεψε τα τρία ραβδιά, που ο Θεός είχε δώσει στον Αβραάμ με τη μορφή τριών αγγέλων. Αυτό έγινε μετά την καταστροφή στα Σόδομα και το αμάρτημα της αιμομιξίας που έκανε ο Λωτ με τις κόρες του. Ο Λωτ για να ξεπεράσει τα εμπόδια του Πονηρού, πότιζε τα τρία ραβδιά με νερό από τον Ιορδάνη ποταμό για να του συχωρεθούν οι αμαρτίες. Τα ραβδιά φυτρώσανε κι έγιναν ένα δέντρο από τρισύνθετο ξύλο, πεύκο, κυπαρίσσι και κέδρο. Αυτό το δέντρο το κόψανε για να πάρουνε ξυλεία όταν χτίζανε το Ναό του Σολομώντα. Επειδή τα καδρόνια και τα δοκάρια δεν αλφαδιάζανε πουθενά, πεταχτήκανε σαν άχρηστα και καταραμένα. Μ’ αυτά τα ξύλα ο Καϊάφας έδωσε εντολή να κατασκευαστεί ο μαρτυρικός αλλά Ζωοποιός Σταυρός του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Η ελληνική λαϊκή μούσα τραγούδησε, ύμνησε με στίχους, με ποιητικά λόγια τον σταυρό:
«Κλίνον, σταυρέ πανάγιε,
κλίνον την κορυφήν σου,
σταυρέ παναγιώτατε,
ξύλον ευλογημένον,
για να φιλήσω τις πληγές
υιού μου και Θεού μου,
για να περιπλακήσωμαι
σώμα του Ιησού μου,
το στόμα το γλυκύτατον
για να καταφιλήσω,
τα μάτια του, το πρόσωπο,
τα χέρια και τα πόδια,
του αποχαιρετίσασθαι
το δικό μου τέκνον
και την σφαγή την άδικη·
κλίνον, σταυρέ μου, κλίνον».
Είναι ο λαϊκός θρήνος από την Παναγιά στη σταύρωση του Γιου Της.