Με αφορμή την πρόσφατη επέτειο της 25ης Μαρτίου, μπορούμε να κάνουμε κάποιες παρατηρήσεις, οι οποίες ξεφεύγουν από το αν έγιναν ή όχι οι παρελάσεις και από τι επεισόδια συνοδεύτηκαν.
ΕΜΒΟΛΑ
Με αφορμή την πρόσφατη επέτειο της 25ης Μαρτίου, μπορούμε να κάνουμε κάποιες παρατηρήσεις, οι οποίες ξεφεύγουν από το αν έγιναν ή όχι οι παρελάσεις και από τι επεισόδια συνοδεύτηκαν. Οι εδώ παρατηρήσεις σχετίζονται με το γεγονός ότι ο χαρακτήρας μιας επετείου πρέπει να καθορίζεται από τα ιστορικά γεγονότα που συνδέονται με αυτή και τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε το νόημά τους μέσα στο ιστορικό παρόν.
Η ίδρυση του ελληνικού κράτους το 1830 οφείλεται κατά κύριο λόγο στην επέμβαση των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων που εξέφρασαν αποφασιστικά τη θέλησή τους στη Ναυμαχία του Ναυαρίνου με την καταστροφή του τουρκοαιγυπτιακού στόλου. Γιατί όμως έκαναν αυτή την παρέμβαση; Ίσως να έπαιξε ρόλο η πίεση που άσκησε η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη. Τα κατορθώματα των Ελλήνων στα δύο πρώτα χρόνια της επανάστασης ήταν έκπληξη για την Ευρώπη και προκάλεσαν τη συμπάθεια των Ευρωπαίων.
Ωστόσο, οι ευρωπαϊκές δυνάμεις ενδιαφέρονταν κυρίως για κάτι άλλο. Με την προοπτική του διαμελισμού της οθωμανικής αυτοκρατορίας, του «μεγάλου ασθενούς» όπως χαρακτηριζόταν τότε, ενδιαφέρονταν να επενδύσουν τα συμφέροντά τους σε ένα κρατίδιο που θα ήταν οικονομικά και πολιτικά εξαρτημένο από αυτές. Έτσι το ελληνικό κράτος από την ίδια του τη σύσταση απέκτησε μια τυπική περισσότερο, παρά ουσιαστική αυτονομία, παραμένοντας υποταγμένο στα συμφέροντα των μεγάλων πολιτικών δυνάμεων.
Οι μεγάλες και ισχυρές δυνάμεις ήταν αναμενόμενο να επιδιώξουν να δημιουργήσουν μία μικρή εξαρτημένη δύναμη, την οποία να μπορούν να καθοδηγούν με κριτήριο το δικό τους συμφέρον. Το ζήτημα είναι τι κάναμε και τι κάνουμε εμείς. Προσπαθούμε μέσα από τη δημιουργικότητα, την αξιοκρατία και την κοινωνική δικαιοσύνη να γίνουμε ισχυροί και πραγματικά ανεξάρτητοι ή παραμένουμε αιχμάλωτοι στα πάθη μας και με αυτό τον τρόπο αιχμάλωτοι στην ξένη εξάρτηση; Δυστυχώς, η ελληνική κοινωνία και το ελληνικό κράτος εκ της συστάσεώς του το 1830 και μέχρι σήμερα έχει επιλέξει το δρόμο της διαιώνισης των παθών του, άρα το δρόμο της διαιώνισης της εξάρτησής του.
Μπορεί ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδας, ο Ιωάννης Καποδίστριας, να θέλησε το ελληνικό κράτος να είναι ένα κράτος που θα υποτάσσει τα επιμέρους συμφέροντα των διαφόρων ισχυρών προσώπων και ομάδων στο συλλογικό συμφέρον, όμως δεν τον άφησαν να πραγματοποιήσει αυτή την πολιτική. Τον δολοφόνησε η οικογένεια των Μαυρομιχαλαίων, προκειμένου να διατηρήσει την τοπική της εξουσία και την απαλλαγή της από τους φόρους. Στην περίπτωση της οικογένειας των Μαυρομιχαλαίων, έχουμε το διαχρονικό σύμβολο της ελληνικής παθολογίας με τη μορφή των διαφόρων επιμέρους ατομικών, οικογενειακών, τοπικών, συντεχνιακών και κομματικών συμφερόντων, τα οποία κατορθώνουν να επιβάλλονται και να αποδυναμώνουν το κράτος.
Το πρόβλημα αυτής της παθολογίας που αρχίζει μετά την επανάσταση του 1821, συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Ό,τι ζούμε τα τελευταία δύο χρόνια υπό τον τίτλο «κρίση», δεν είναι τίποτα άλλο παρά μία ακόμη κλιμάκωση του ίδιου προβλήματος. Και το πρόβλημα αυτό δεν είναι παρά ο άρρωστος εαυτός μας. Όσο ο εαυτός μας παραμένει ασθενής και αιχμάλωτος στα πάθη του, τόσο εύκολα ευάλωτος θα καθίσταται στην εξάρτησή του από τους ξένους. Πίσω από τον εμφύλιο που έθεσε σε κίνδυνο την επανάσταση του ’21, πίσω από τη δολοφονία του Καποδίστρια, πίσω από τη σημερινή κρίση κρύβεται το ίδιο πρόβλημα, η ίδια κατάρα, ο άρρωστος εαυτός μας, ο εαυτός μας που παραμένει αιχμάλωτος μέσα σε διάφορα επιμέρους συμφέροντα, υπονομεύοντας το συλλογικό μας συμφέρον.
Μέσα σε αυτή την αιχμαλωσία των επιμέρους οικογενειακών, τοπικών, συντεχνιακών και κομματικών συμφερόντων κινήθηκαν τόσα χρόνια, τόσο πολιτικοί όσο και πολίτες, τόσο συντεχνίες του Δημοσίου όσο και συμφέροντα και καρτέλ της αγοράς. Μπορεί το μέγεθος της ευθύνης του καθενός από αυτούς να είναι διαφορετικό, ωστόσο η αρρώστια είναι η ίδια. Είναι καιρός πια η ελληνική κοινωνία να απεγκλωβιστεί από αυτή την αιχμαλωσία, παρέχοντας τη στήριξή της σε μία πολιτική βούληση που θα μεθοδεύσει τη διάνοιξη όλων αυτών των επιμέρους συμφερόντων προς την αρμονία και τη δύναμη του συλλογικούς συμφέροντος. Όσο η ελληνική κοινωνία δεν το κάνει αυτό, θα είναι καταδικασμένη να εορτάζει κενές επετείους.