Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Παλαιότερα, οι στρατιωτικές δαπάνες λέγονταν πολεμικές και τα υπουργεία Άμυνας υπουργεία Πολέμου. Με το πέρασμα του χρόνου, η ορολογία άλλαξε κι αυτό διότι, μετά από δύο παγκόσμιους πολέμους και την ίδρυση του ΟΗΕ, διακηρύχθηκε ως στόχος το τέλος των πολέμων. «Ποτέ πια πόλεμος - Ποτέ πια φασισμός» ήταν η παγκόσμια απαίτηση μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στη διάρκεια του ψυχρού πολέμου, ο καλπασμός των στρατιωτικών δαπανών αποδιδόταν αποκλειστικά στον ανταγωνισμό των τότε δύο υπερδυνάμεων. Αν αυτός ο ανταγωνισμός τερματιζόταν, θα τερματιζόταν και το κυνηγητό των εξοπλισμών, υποστήριζαν ορισμένοι. Ωστόσο, το γεγονός ότι μεταψυχροπολεμικά οι στρατιωτικές δαπάνες έχουν σημειώσει πρωτοφανή αύξηση δείχνει ότι οι αιτίες είναι βαθύτερες και βρίσκονται μέσα στο ίδιο το κυρίαρχο σύστημα των διεθνών σχέσεων.
Η διόγκωση των στρατιωτικών δαπανών σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο δείχνει ότι, παρά το τέλος του ψυχρού πολέμου και του διπολισμού, ο κόσμος δεν έγινε πιο ασφαλής. Ακόμα ότι η κίνηση προς έναν πολυπολικό κόσμο συνοδεύεται από νέους ανταγωνισμούς και δεν εγγυάται αυτομάτως τη διεθνή ειρήνη.
Η αναζήτηση της στρατιωτικής ισχύος συντηρεί εντός των μεγάλων δυνάμεων ισχυρά στρατιωτικοβιομηχανικά συμπλέγματα, τα οποία αναπαράγονται στο βαθμό που εκτελούν παραγγελίες των αντίστοιχων κυβερνήσεων και εξασφαλίζουν μερίδιο στο διεθνές εμπόριο όπλων. Για να ανθεί το εμπόριο αυτό χρειάζονται στους εξαγωγείς διεθνείς εντάσεις και πόλεμοι.
Η πιο πρόσφατη ετήσια έκθεση του έγκυρου SIPRI (Stockholm International Peace Research Institute) αναφέρει ότι το 2015 οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες ανήλθαν στα 1.676 δισεκατομμύρια δολάρια, που σημαίνει ημερήσια αφαίμαξη από τις οικονομίες και τις κοινωνίες περίπου 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Επειδή αμφισβητείται η δυνατότητα του αφοπλισμού, καλό είναι να θυμόμαστε ότι ακόμα και στη διάρκεια του ψυχρού πολέμου υπήρξαν συμφωνίες για τον έλεγχο των εξοπλισμών και τη μείωσή τους, με κορυφαία εκείνη για την απόσυρση από την Ευρώπη και την καταστροφή των πυραύλων μέσου βεληνεκούς (1987). Ωστόσο και μεταψυχροπολεμικά είχαμε συμφωνίες για μειώσεις στα στρατηγικά πυρηνικά οπλοστάσια, τις λεγόμενες «START», με πιο πρόσφατη εκείνη ανάμεσα στους Ομπάμα και Μεντβέντεφ το 2010, που ονομάστηκε «Νέα START».
Ταυτόχρονα, κάποιοι μηχανισμοί εξακολουθούν να υφίστανται για τον έλεγχο και τη διαφάνεια στις στρατιωτικές δαπάνες. Ειδικότερα, ο ΟΗΕ προσκαλεί ετησίως τις χώρες-μέλη να ενημερώνουν λεπτομερώς για τις δαπάνες αυτές.
Επί πολλά χρόνια, μετά τη λήξη του ψυχρού πολέμου, σημειώθηκαν σημαντικές μειώσεις στις παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες, αλλά η τάση αυτή ανεκόπη με την ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ από τον Τζορτζ Μπους τον νεότερο που μίλησε για «διαρκή πόλεμο» και έκανε επεμβάσεις στο Αφγανιστάν (2001) και το Ιράκ (2003). Η νέα τάση εντάχθηκε στο πλαίσιο της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ. Λεγόταν χαρακτηριστικά ότι «τα McDonalds για να επιτύχουν χρειάζονται τις McDonell Daglas», δηλαδή τις μεγάλες στρατιωτικές βιομηχανίες. Από την άλλη, νέα βήματα προς τη στρατιωτικοποίηση σημειώθηκαν στη Ρωσία, ιδιαίτερα στη διάρκεια της προεδρίας Πούτιν, ενώ το Ουκρανικό τροφοδότησε τη ρωσοφοβία στις χώρες του πρώην «υπαρκτού σοσιαλισμού», με αποτέλεσμα μεγάλες αυξήσεις στις στρατιωτικές δαπάνες, σε αντίθεση με τη δυτική Ευρώπη, όπου σημειώθηκαν μειώσεις, ιδιαίτερα στα χρόνια της κρίσης (Έκθεση SIPRI 2015).
Η είσοδος του κόσμου σε πολυδιάστατη κρίση, με αφετηρία τις ΗΠΑ το 2008, κατέστησε αναγκαία την αλλαγή της αμερικανικής πολιτικής και έτσι εξελέγη ο Μπαράκ Ομπάμα, πρώτος Αφροαμερικανός πρόεδρος στην ιστορία της χώρας, ο οποίος και αποφάσισε την αποχώρηση τόσο από το Ιράκ όσο και από το Αφγανιστάν. Όμως, σημαντικές μειώσεις στις στρατιωτικές δαπάνες των ΗΠΑ δεν επιβλήθηκαν από την κυβέρνηση Ομπάμα.
Η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των χωρών για τις στρατιωτικές δαπάνες θεωρείται αναγκαία από τον ΟΗΕ για την οικοδόμηση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Αντίστοιχη διαδικασία ακολουθείται και σε επίπεδο περιφερειακών οργανισμών σαν τον ΟΑΣΕ.
Οι πρόσφατες εξελίξεις γύρω από τη Συρία, όπου σημειώθηκαν δύο επιθέσεις, η μία με χημικά όπλα και η άλλη με πυραύλους, υποτίθεται ως απάντηση στην πρώτη, σκόρπισαν νέες ανησυχίες σε όλον τον κόσμο. Έγινε λόγος ακόμα και για το ενδεχόμενο σύρραξης ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Ρωσία, με κίνδυνο εξέλιξής της σε παγκόσμιο πόλεμο.
Γι’ αυτό έχει επείγοντα χαρακτήρα η αναζωογόνηση του παγκόσμιου φιλειρηνικού κινήματος και η Παγκόσμια Εκστρατεία για τις Στρατιωτικές Δαπάνες που συντονίζει το Διεθνές Γραφείο Ειρήνης αποτελεί συμβολή σε αυτήν την κατεύθυνση, συνδέοντας τον αφοπλισμό με μεγάλα οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά προβλήματα στη βάση της αντίληψης ότι ειρήνη δεν είναι μόνο η απουσία του πολέμου.
* Ο Πάνος Τριγάζης είναι μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ.