Το τέλος του αγώνα

11/06/2014 - 15:08

Το Μουντιάλ της Βραζιλίας είναι αναμφισβήτητα το μεγάλο αθλητικό γεγονός του καλοκαιριού. Και επειδή όσοι βλέπουν Μουντιάλ, δεν είναι οι μεταλλαγμένοι ή οι εγκλωβισμένοι του κυρίαρχου συστήματος, και όσοι δε βλέπουν ή το αφορίζουν, οι συνετοί, παραθέτω ένα κείμενο, μια άλλη ματιά για το ποδόσφαιρο, του Νοτιαμερικανού διανοούμενου Εντουάρντο Γκαλεάνο.

Το Μουντιάλ της Βραζιλίας είναι αναμφισβήτητα το μεγάλο αθλητικό γεγονός του καλοκαιριού. Και επειδή όσοι βλέπουν Μουντιάλ, δεν είναι οι μεταλλαγμένοι ή οι εγκλωβισμένοι του κυρίαρχου συστήματος, και όσοι δε βλέπουν ή το αφορίζουν, οι συνετοί, παραθέτω ένα κείμενο, μια άλλη ματιά για το ποδόσφαιρο, του Νοτιαμερικανού διανοούμενου Εντουάρντο Γκαλεάνο. Πατρίδα τού Γκαλεάνο είναι η Ουρουγουάη, με πληθυσμό μόλις 3,3 εκατομμύρια κατοίκους, που έχει κατακτήσει δύο παγκόσμια κύπελλα.

«Η μπάλα γυρίζει, ο κόσμος γυρίζει. Υπάρχουν υποψίες ότι ο ήλιος είναι μια φλεγόμενη μπάλα, ότι κατά τη διάρκεια της μέρας εργάζεται και τη νύχτα αναπηδάει εκεί ψηλά στον ουρανό, ενώ εργάζεται η σελήνη, μολονότι η επιστήμη έχει αμφιβολίες ως προς αυτό. Αντίθετα, έχει αποδειχτεί, και είναι απόλυτα βέβαιο, ότι ο κόσμος στριφογυρίζει γύρω από μια περιστρεφόμενη μπάλα.

Τον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου τού ‘94 παρακολούθησαν περισσότερα από δύο δισεκατομμύρια τηλεθεατές, το μεγαλύτερο κοινό στην ιστορία αυτού του πλανήτη.

Το πιο δημοφιλές πάθος: πολλοί λάτρεις της μπάλας παίζουν στα γήπεδα και στα λιβάδια και πολλοί ανήκουν στην τηλεπλατεία που παρακολουθεί τρώγοντας τα νύχια της το θέαμα που προσφέρουν 22 κύριοι με κοντά παντελονάκια, οι οποίοι κυνηγούν μια μπάλα και αποδεικνύουν την αγάπη τους γι’ αυτήν κλοτσώντας την.

Μετά το τέλος του Παγκοσμίου Κυπέλλου τού ‘94, όλα τα παιδιά που γεννήθηκαν στη Βραζιλία, ονομάστηκαν Ρομάριο και η χλόη του Σταδίου τού Λος Άντζελες πουλήθηκε με το κομμάτι, σαν πίτσα, προς 20 δολλάρια το τεμάχιο. Πρόκειται, άραγε, για μια τρέλα που της αξίζει καλύτερη αντιμετώπιση; Ένα άγριο και χυδαίο εμπόριο; Μια βιομηχανία απάτης που διαχειρίζεται ο εκάστοτε ιδιοκτήτης της;

Εγώ είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι το ποδόσφαιρο μπορεί να είναι έτσι, αλλά είναι κάτι πολύ περισσότερο από αυτό: είναι γιορτή των ματιών που το κοιτάζουν και χαρά του κορμιού που το παίζει. Ένας δημοσιογράφος ρώτησε τη Γερμανίδα θεολόγο Ντόροτι Σέλε:
- Πώς θα εξηγούσατε σε ένα παιδί τι είναι ευτυχία;
- Δε θα του εξηγούσα, απάντησε. Θα του έδινα μια μπάλα για να παίζει.
Το επαγγελματικό ποδόσφαιρο κάνει ό,τι μπορεί για να ευνουχίσει αυτή την ενέργεια της ευτυχίας, αλλά αυτή, παρά τα κάθε λογής εμπόδια, επιβιώνει. Και ίσως γι’ αυτό συμβαίνει να είναι το ποδόσφαιρο πάντα εκπληκτικό.

Όπως λέει ο φίλος μου Άνχελ Ρουόκο, αυτό είναι ό,τι καλύτερο έχει: η πείσμων ικανότητά του να εκπλήττει. Όσο και αν οι τεχνοκράτες το προγραμματίζουν μέχρι την τελευταία του λεπτομέρεια, όσο και αν το χειραγωγούν οι ισχυροί, το ποδόσφαιρο επιμένει να θέλει να είναι η τέχνη του απρόβλεπτου. Εκεί που κανείς δεν το περιμένει, ξεπηδάει το αδύνατο, ο νάνος δίνει ένα μάθημα στο γίγαντα, ο καχεκτικός στραβοκάνης μαύρος αφήνει άναυδο τον αθληταρά με το καλοφτιαγμένο, σαν ελληνικό γλυπτό, σώμα.

Υπάρχει και ένα εκπληκτικό κενό: η επίσημη ιστορία αγνοεί το ποδόσφαιρο. Τα κείμενα σύγχρονης ιστορίας δεν το αναφέρουν, ούτε σαν επεισόδιο, σε χώρες που το ποδόσφαιρο ήταν, και συνεχίζει να είναι, πρωταρχικό στοιχείο της συλλογικής ταυτότητας. Παίζω, άρα υπάρχω: το στυλ του παιχνιδιού αντιστοιχεί σε έναν τρόπο ζωής, που αποκαλύπτει την ιδιαίτερη φυσιογνωμία της κάθε κοινωνίας και διακηρύσσει το δικαίωμά της στη διαφορά.

Πες μου πώς παίζεις για να σου πω ποιος είσαι: Πάνε πολλά χρόνια που το ποδόσφαιρο παίζεται με διαφορετικούς τρόπους, οι οποίοι αποτελούν διαφορετικές εκφράσεις της προσωπικότητας του κάθε λαού, η διάσωση των οποίων στις μέρες μας είναι αναγκαία όσο ποτέ. Ζούμε σε μια εποχή υποχρεωτικής ομοιομορφίας του ποδοσφαίρου, όπως και όλων των υπολοίπων. Ποτέ ως τώρα ο κόσμος δεν ήταν τόσο άνισος ως προς τις ευκαιρίες που προσφέρει και τόσο εξισωτικός στις συνήθειες που επιβάλλει: στην εποχή μας, στο τέλος αυτού του αιώνα, όποιος δεν πεθαίνει από την πείνα, πεθαίνει από την πλήξη.

Εδώ και χρόνια αισθάνομαι να προκαλεί το θέμα της μνήμης και της πραγματικότητας του ποδοσφαίρου και θέλησα να γράψω κάτι που να είναι άξιο αυτής της μεγάλης ειδωλολατρικής τελετής, που τόσες διαφορετικές γλώσσες είναι σε θέση να μιλάει και τόσα οικουμενικά πάθη είναι σε θέση να απελευθερώσει. Γράφοντας επρόκειτο να κάνω με τα χέρια αυτό που ποτέ δεν μπόρεσα να κάνω με τα πόδια: αδιόρθωτος αδέξιος, ντροπή των γηπέδων, δεν είχα άλλη λύση από το να ζητήσω από τις λέξεις αυτό που μου είχε αρνηθεί η τόσο προσφιλής μου μπάλα».
 
[Ο επίλογος, από το βιβλίο του Εντουάρντο Γκαλεάνο «Τα χίλια πρόσωπα του ποδοσφαίρου» (1995), εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα», μετάφραση: Γιάννης Χρυσοβέργης.]

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey