Μαμά, πεινώ

03/01/2014 - 14:23

Κόλαφος. Το πιο δριμύ κατηγορητήριο που μπορεί να αποδώσει κάποιος στους καταχραστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Έτσι που εκτοξεύονται αυτές οι λέξεις, πύρινα βέλη στην καρδιά των γονιών από τα γλυκύτατα αθώα χείλη των μικρών παιδιών.

Κόλαφος. Το πιο δριμύ κατηγορητήριο που μπορεί να αποδώσει κάποιος στους καταχραστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Έτσι που εκτοξεύονται αυτές οι λέξεις, πύρινα βέλη στην καρδιά των γονιών από τα γλυκύτατα αθώα χείλη των μικρών παιδιών.

Τρομάζουν τα παιδιά, αγριεύονται μέσα στο σκληρό κόσμο όπου το ένστικτο της πείνας, αδύνατον να ικανοποιηθεί, μετατρέπεται σε θυμό, σε αγανάκτηση και εν τέλει σε ένα βαθύ παράπονο. Πολλά από τα παιδιά του απλού λαού είναι πιο ώριμα απ’ όσο μπορεί κανείς να φαντασθεί. Συναισθανόμενα τη δύσκολη θέση των γονιών τους, στρέφουν τα συναισθήματά τους μέσα στον ευάλωτο ψυχικό τους κόσμο και φυτεύουν στη μνήμη και στην καρδιά τους το μίσος, που, περνώντας τα χρόνια, γίνεται αντικοινωνική συμπεριφορά, παραβατικότητα και βία.

Η εξουσία, έτσι, κάθε είδους εξουσία, μπαίνει στο στόχαστρο. Πώς θα κρυφθείτε από τα παιδιά, άθλιοι διαχειριστές του ανθρώπινου πόνου; Έτσι κι αλλιώς, τα ξέρουν όλα. Εσείς είστε για την παιδική συνείδηση τα ξωτικά που, μέσα στα σκοτεινά δάση με τους ανήλιαγους πύργους σας, σκορπίζετε τη συμφορά.

Οι υπαρκτοί «Δρακουμέλ», τα αδηφάγα τέρατα, και σας ξορκίζουν. Στις ζωγραφιές τους, τα όνειρά τους, στις εκρήξεις οργής τους. Πολλά από τα παιδιά αυτά, σα μεγαλώσουν, όσος σκοταδισμός κι αν πέσει, θα γίνουν οι μελλοντικοί δικαστές σας. Και θα σας εξορίσουν στο πυρ το εξώτερο, όπως συχνά συμβαίνει με επίορκους πολιτικούς, τους θιασώτες του φασισμού και τα σκοτεινά και αποτρόπαια πρόσωπα της ιστορίας.

Δυο χελιδόνια έχτισαν τη φωλιά τους. Με κόπο, με αναρίθμητα φτερουγίσματα, Βγήκαν μετά τα μικρά χελιδονάκια. Με ανοιχτά τα ράμφη τους, φωνάζουν ολημερίς. Μαμά, πεινώ. Και τα χελιδόνια τρέχουν, πετούν πρόθυμα και ολημερίς κουβαλάνε από τη στοργική γη σπόρους και σκουληκάκια, να ταΐσουν τα πιο υπέροχα πλάσματα που υπάρχουν. Τα πουλάκια τους, που ήδη στο άτριχο σωματάκι τους κουβαλούν το μέλλον, την επιβίωση τους είδους.

Στους ανθρώπους, μέσα σε ναούς του κέρδους και της διαφθοράς, υπάρχει χρήμα, τροφή, για τα μικρά απροστάτευτα πλάσματα του κόσμου. Και οι πρωτομάστορες της σκληρότητας, όχι μόνο κλειδαμπαρώνουν τις πόρτες των σύγχρονων ναών τους, αλλά και έρχονται να γκρεμίσουν τις φωλιές για ένα δάνειο πενιχρό.

Δίπλα, κολοσσοί βιομηχανίες χτίσθηκαν με δάνεια εκατομμυρίων, πολυτελείς δεύτερες κατοικίες όπου νταντάδες, παρατρεχάμενοι, σωφέρ, υπηρέτες, μπουκώνουν μικρά πριγκηπόπουλα και κανείς δεν τολμά να τους επιβάλει το νόμο. Κανένας καθηγητής δεν μπορεί να σημειώσει τα γραπτά του παιδιού των ξεχωριστών - που αντέγραφε -, γιατί ο βρόγχος της τιμωρίας θα τον πνίξει.

Όμως, τα φτωχά πετούμενα της οικουμένης δεν πεινούν μόνο. Διψούν, πεθαίνουν από αφυδάτωση, έχουν ανάγκη για πνευματική τροφή. Τα πανεπιστήμια είναι κλειστά για τα παιδιά του μόχθου. Απαγορευτικά ποσά για φροντιστήρια, για σπουδές, πνίγουν στην άγνοια χιλιάδες παιδιά, τα καταδικάζουν στην αγραμματοσύνη και τον αναλφαβητισμό.

Ο ποιητής το ‘χει πει. «Και όταν θα ‘ρθουν οι καιροί που θα ‘χει σβήσει το κερί ... υπερασπίσουν το παιδί, γιατί αν γλυτώσει το παιδί, υπάρχει ελπίδα».

Η αυτοθυσία είναι έμφυτη στη ψυχή της δόλιας μάνας. Γνωρίζουμε την περίπτωση του σεισμού που καταπλάκωσε την οικογένεια, όπου η μάνα συντηρούσε το παιδί με το ίδιο της το αίμα.

Κι άλλες ακόμη περιπτώσεις αλτρουισμού, που μπήκαν στις φλόγες να σώσουν τα παιδιά από το σπίτι που καιγόταν.

Είναι απερίγραπτη η τρυφερότητα που νιώθει κανείς για τα σπουργίτια του θεού.

Όταν ένα μικρό σκυλάκι μάς κοιτάζει λυπημένο στο τραπέζι που καθόμαστε, το συναίσθημα που μας δημιουργεί είναι η βαθειά συγκίνηση και η αγάπη, μας κάνει να δώσουμε ένα κομμάτι από την τροφή μας.

Μα οι «σταβροθόλωτοι σκεμπέδες», που λέει και ο Βάρναλης, δε χορταίνουν με τίποτα. Καμμιά συμπόνια, καμμιά ενοχή. Μιλούν οι κονδυλοφόροι για την οικονομική πρόοδο, που επετεύχθη με τις θυσίες του ελληνικού λαού. Σώζουν την πατρίδα αυτά τα ιδιοτελή κατάλοιπα του μεσαίωνα, σκοτώνοντας και διώχνοντας στην εξορία τα παιδιά της.

600.000 νοικοκυριά χωρίς ρεύμα. Γύρω από το τραπέζι που το φωτίζει ένα λυχνάρι, στοματάκι ανοιχτά, καρδούλες με προσμονή. Όμως, «οι των επιγείων αγαθών σφιχτοί νοικοκυραίοι» δωρίζουν μαγκάλια για να ζεσταθούν τα λιγνά χεράκια και ένα ξεροκόμματο να χορτάσουν οι θλιβεροί ταξιδιώτες αυτού του απίθανου ωκεανού που ένας λαός παλεύει να διασχίσει.

Ένα τεράστιο ερωτηματικό βγαίνει από την παιδική ψυχούλα. Απαντήστε, πέτρινοι άνθρωποι, στο αμείλικτο ερωτηματικό. Γιατί, μαμά;

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey