Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
«Συντροφικά» στον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ.
Τον Αντρέα και τον Τσίπρα αν μιμείσαι,
με φωνή και γροθιά υψωμένη,
σκέτος Ανδρουλάκης θα είσαι
κι ο Μητσοτάκης στου Μαξίμου θα μένει.
Τα μικρά κόμματα γίνονται μεγάλα και παραμένουν μεγάλα, όταν οι ηγεσίες τους εφαρμόζουν πολιτικές με τις οποίες τολμούν να «πιάσουν τον ταύρο από τα κέρατα», που σημαίνει να ανταποκριθούν - αδιαφορώντας για το πολιτικό κόστος- στις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας και να δώσουν λύσεις στα σύγχρονα προβλήματα εκμεταλλευόμενοι κάθε ευκαιρία που δίνει το οικονομικοπολιτικό σύστημα και εξαντλώντας τις υπάρχουσες δυνατότητες∙ και αντίθετα μικρά κόμματα είναι και θα παραμένουν για πάντα, τα κόμματα των οποίων οι ηγέτες τους αδυνατούν να αντιληφθούν τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας- όχι μόνον της συγκυρίας αλλά κι αυτές που έρχονται από το μέλλον∙ αυτοί που δεν τολμούν «να σπάσουν αυγά» και με διάφορες δικαιολογίες και κουτοπόνηρες προφάσεις προσπαθούν να παρεμποδίσουν (κοινοβουλευτικά ή πεζοδρομιακά) την υπερψήφιση και την εφαρμογή εκείνων των πολιτικών, με τις οποίες (ομολογουμένως, σπανίως) κάποιοι τολμηροί ηγέτες της πλειοψηφίας επιχειρούν -αψηφώντας τις αντιδράσεις από οργανωμένα συμφέροντα και ψηφοθηρικές σκοπιμότητες των άλλων κομμάτων, ακόμα, και κάποιων «άσπονδων φίλων», εντός του κόμματός τους- να θεραπεύσουν παθογένειες, να ανατρέψουν στερεότυπα και να καταργήσουν προνόμια και μικροσυμφέροντα, που κρατούν σε αδράνεια τις δυνάμεις της κοινωνίας και φράζουν τον δρόμο για την ανάπτυξη και την κοινωνική πρόοδο.
Και όσον αφορά στα ζητήματα της πολιτικής επικαιρότητας, όπως είναι το Πανεπιστημιακό ζήτημα της «ίδρυσης μη κρατικών πανεπιστημίων», πρέπει να επισημάνουμε ότι τα σύγχρονα προβλήματα, για να λυθούν, απαιτούν και σύγχρονες λύσεις. Το πρόβλημα της πανεπιστημιακής μας εκπαίδευσης, της υποβαθμισμένης λειτουργίας και χαμηλής απόδοσης των ελληνικών πανεπιστημίων, της μετανάστευσης, στο εξωτερικό 40.000 νέων, προκειμένου να σπουδάσουν σε ξένα πανεπιστήμια- σε κάποιες περιπτώσεις και σε πανεπιστήμια χαμηλότερου επίπεδου, σε σχέση με τα ελληνικά- δεν πρόκειται να αντιμετωπιστεί, μόνον, με τη πάγια συνταγή της Αντιπολίτευσης, η οποία, διαχρονικά, προτείνει: «περισσότεροι διορισμοί προσωπικού, περισσότερα λεφτά»∙ ούτε με τον αποκλεισμό, βεβαίως, της ίδρυσης «μη κρατικών πανεπιστημίων», αλλά ούτε και-μόνον- με την ίδρυσή τους.
Κατά πρώτον, η Ανώτατη Πανεπιστημιακή Εκπαίδευση δεν μπορεί να συνεχίσει να είναι ο μοναδικός δρόμος για την επαγγελματική αποκατάσταση των νέων, που οδηγεί στην δημιουργία ενός πλήθους αχρείαστων και άνεργων πτυχιούχων ή στην χειρότερη περίπτωση, «αιώνιων φοιτητών» και, τελικά, ανειδίκευτων εργατών.
Το εκπαιδευτικό σύστημα πρέπει να παρέχει, στο διάστημα της Β/θμιας Εκπαίδευσης, ουσιαστική βοήθεια για τον επαγγελματικό προσανατολισμό των εκπαιδευόμενων από ειδικούς επιστήμονες (κοινωνιολόγους, με σχετική επιμόρφωση;), οι οποίοι θα παρέχουν στους μαθητές την αναγκαία πληροφόρηση για τις βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες ανάγκες της Αγοράς Εργασίας (με τα έγκυρα στοιχεία Επιστημονικών Ερευνητικών Κέντρων ) και, συγχρόνως, θα ενημερώνουν τους μαθητές για τα απαιτούμενα προσόντα που χρειάζεται να διαθέτει ο εργαζόμενος, σε κάθε επάγγελμα (γνώσεις, δεξιότητες, συμπεριφορές κλπ.).
Και το σημαντικότερο: στο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας μας πρέπει να αποκτήσει την θέση, που επιβάλλουν οι κοινωνικοοικονομικές ανάγκες της εποχής μας, η «Τεχνική ΕπαγγελματικήΕκπαίδευση»: να οργανωθεί και να λειτουργήσει η Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση, με τους όρους μιας σύγχρονης, αξιόπιστης και ελκυστικής εκπαίδευσης, η οποία θα παρέχει άρτια κατάρτιση, θα κατοχυρώνει τα επαγγελματικά δικαιώματα και θα εγγυάται την εύρεση εργασίας∙ και με την εξασφάλιση αυτών των όρων μπορεί να αποτελέσει μια πολύ καλή επιλογή για πολλούς μαθητές, επωφελή για τους ίδιους και την κοινωνία -στις ενδιάμεσες βαθμίδες της Β/θμιας Εκπαίδευσης- χωρίς, βεβαίως, να εμποδίζεται η πρόσβαση στην Ανώτατη Εκπαίδευση, σε αυτούς, ο οποίοι θα θελήσουν -και εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις- να αποκτήσουν, στην συνέχεια, και την ανώτερη επιστημονική γνώση και κατάρτιση.
Δεύτερον, στην εκπαιδευτική πολιτική της χώρας μας, πρέπει να υπάρξει πραγματικό ενδιαφέρον και πρόνοια για εκείνα τα Ελληνόπουλα που έχουν την «σφραγίδα της δωρεάς», που έλεγε ο Γεώργιος Παπανδρέου, και αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα, ώστε να τους παρέχονται όλα τα μέσα και η αναγκαία οικονομική βοήθεια ( με προγράμματα προπτυχιακών και μεταπτυχιακών υποτροφιών), ώστε ο ταλαντούχος νέος να μπορεί σπουδάσει απερίσπαστος και να προσφέρει στην κοινωνία ως επιστήμονας.
Και, επιτέλους, πρέπει να λυθεί το πρόβλημα της φοιτητικής στέγης, που ταλανίζει, ακόμα, και τις εύπορες οικογένειες, με την δημιουργία φοιτητικών εστιών, που θα καλύπτουν τις ανάγκες στέγασης των φοιτητών, όπου θα φιλοξενούνται δωρεάν οι αδύναμοι, οικονομικά, και με μικρό ενοίκιο οι «ευπορότεροι»∙ και αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την αξιοποίηση της μεγάλης και αναξιοποίητης περιουσίας των πανεπιστημίων και με την συνδρομή των συναρμόδιων Υπουργείων.
Τρίτον, και το σημαντικότερο: ποιο είναι το πανεπιστήμιο που θέλει και χρειάζεται η ελληνική κοινωνία; Το πνευματικό ίδρυμα, όπου παρέχεται ελεύθερα και υπεύθυνα η επιστημονική γνώση και διακινούνται οι ιδέες με σεβασμό στην αντίθετη άποψη ή το πανεπιστήμιο του άναρχου και ασύδοτου «Ασύλου», που εκτρέφει τους φανατικούς της μιας και μοναδικής, της δικής τους «αλήθειας», που θέλουν να την επιβάλλουν ακόμα και βιαιοπραγώντας κατά φοιτητών και καθηγητών, που έχουν διαφορετική άποψη, με τις «καταλήψεις», ακόμα και της Πρυτανείας, με το χτίσιμο Γραφείων καθηγητών και με την «βαριοπούλα» για την κατεδάφιση βιβλιοθηκών;
Το πνευματικό ίδρυμα που εκπαιδεύει ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες και καλούς επιστήμονες ή τα αυριανά στελέχη των κομμάτων, τα οποία μπορεί να μην πήραν ποτέ πτυχίο ( ή το πήραν με το αποκαλούμενο «δημοκρατικό πενταράκι»), αλλά απέκτησαν την απαιτούμενη… επαναστατική εμπειρία, ώστε να καταλάβουν υψηλές θέσεις στο κόμμα ή να αναλάβουν δράση ως… «αντάρτες των πόλεων»;
Το πνευματικό ίδρυμα, όπου το διδακτικό προσωπικό των «σοφών και αξιοσέβαστων καθηγητών» θα αξιολογείται και θα επιλέγεται από αξιόπιστο σώμα εκλεκτόρων, με κριτήριο- αποκλειστικά- την επιστημονική τους επάρκεια και την καταλληλότητά τους, προκειμένου, ως πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, να ασκήσουν το διδακτικό και ερευνητικό τους έργο, που θα προσδώσει κύρος, θα αναδείξει και θα καταξιώσει το πανεπιστημιακό ίδρυμα(και το οποίο διδακτικό προσωπικό -καθώς και το διοικητικό προσωπικό- θα συνεχίσει να αξιολογείται διαρκώς, από τον κλητήρα έως και τον πρύτανη)∙ ή το πνευματικό ίδρυμα, όπου θα βασιλεύει η οικογενειοκρατία και η κομματοκρατία, όπου η συγγένεια και η «παρέα», η κομματική και ιδεολογική ταυτότητα θα αποτελούν το βασικό κριτήριο για την επιλογή ανεπαρκών και ακατάλληλων καθηγητών, οι οποίοι θα έχουν μεγάλο μέρος της ευθύνης για την απαξίωση, τελικά, του πανεπιστημιακού ιδρύματος;
Ειδικότερα, και όσον αφορά τον «τεράστιο αναχρονισμό», όπως αποκάλεσε ο γνωστός συνταγματολόγος Ν.Αλεβιζάτος την αντίδραση των αντιπολιτευόμενων κομμάτων στο κυβερνητικό νομοσχέδιο για την ίδρυση « μη Κρατικών Πανεπιστημιακών Σχολών», που ψηφίστηκε πρόσφατα και αποτελεί, πλέον, νόμο του ελληνικού κράτους, θα συνεχίσουμε στο επόμενο άρθρο μας.