ΣΤ΄. ΚΡΙΣΕΙΣ και ΕΘΝΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ. Η «χαμένη Άνοιξη» του 1964

01/11/2023 - 10:30

Μετά την περιφανή νίκη του 53% που κατήγαγε, στις εκλογές το 1964, ο Γεώργιος Παπανδρέου, η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών πίστεψε ότι ο «Γέρος της Δημοκρατίας» - ωςαδιαφιλονίκητος αρχηγός της ‘Ενωσης Κέντρου (μετά και τον θάνατο του Σοφοκλή Βενιζέλου) και, συγχρόνως, ως αναμφισβήτητος κυρίαρχος στην πολιτική ζωή της χώρας (καθότι ο κυριότερος πολιτικός αντίπαλός του, ο Κων. Καραμανλής είχε φύγει για το Παρίσι, παραδίδοντας την αρχηγία της Ε.Ρ.Ε στον Παν. Κανελλόπουλο), απερίσπαστος και, χωρίς εμπόδια, θα εφάρμοζε το πρόγραμμά του για την αποκατάσταση της δημοκρατικής λειτουργίας, την ενότητα του λαού και την πραγματοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων για τον εκδημοκρατισμό και τον εκσυγχρονισμό του κράτους- και ιδιαίτερα, τον εκσυγχρονισμό και εκδημοκρατισμό της παιδείας, για την οποίαν ήταν γνωστό το ενδιαφέρον του Γ.Π.∙ τα γεγονότα, όμως, που διαδραματίστηκαν, μετά από δεκαπέντε μήνες, ομαλής- σχετικά- διακυβέρνησης της χώρας, ανέτρεψαν, άρδην, τις ευοίωνες προοπτικές που διανοίγονταν για την χώρα, μετά την εκλογική νίκη της Ένωσης Κέντρου, τον Φεβρουάριο του 1964.

Ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου δεν είχε αυταπάτες ότι το μετεμφυλιακό κράτος θα μπορούσε να απαλλαγεί, ως δια μαγείας, από τα εμφυλιοπολεμικά σύνδρομα, που το είχαν διαμορφώσει και ούτε ότι το Παλάτι θα εκχωρούσε, εξολοκλήρου, την εξουσία στην εκλεγμένη από τον λαό κυβέρνησή∙ είχε επίγνωση - και από την μακρόχρονη και οδυνηρή πολιτική εμπειρία του- των αντιδράσεων και των δυσκολιών που θα αντιμετώπιζε, από μια κατά μέτωπον επίθεση στο «κατεστημένο», όπως αποκαλούσε ο γιος του Αντρέας τις αόρατες δυνάμεις που ήλεγχαν την οικονομική ζωή και υπαγόρευαν την - εσωτερική και εξωτερική- πολιτική της χώρας∙ γι΄αυτό επιδίωκε την «βήμα, βήμα» εφαρμογή του κυβερνητικού του προγράμματος∙ και σε αντίθεση με την κεντροαριστερή πολιτική άποψη του Αντρέα, για να αποφύγει την αντίδραση των κατεστημένων δυνάμεων, ακολούθησε την πολιτική των μέσων λύσεων και, ειδικά, απέναντι στα Ανάκτορα, πολιτεύτηκε με συμβιβασμούς και υποχωρήσεις, απέναντι στις αξιώσεις της… «Βασιλομήτορος» Φρειδερίκης και του νεαρού βασιλιά Κωνσταντίνου Β΄που είχε διαδεχθεί τον πατέρα του, βασιλιά Παύλο , μετά τον θάνατό του, την 6η Μαρτίου, του 1964.

Δυστυχώς, όμως, η Ιστορία επαναλήφθηκε, και πάλιν, ως…«τραγική φάρσα»: ένας λαοπρόβλητος πρωθυπουργός, παρά τις δημοκρατικές και αντιβασιλικές πεποιθήσεις του, θέλοντας να εξασφαλίσει την αδιατάρακτη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος και την ομαλή μετάβαση της χώρας στην μετεμφυλιοπολεμική εποχή, αποφεύγει την σύγκρουση με τον Κωνσταντίνο και την Γερμανίδα μητέρα του, Φρειδερίκη και ικανοποιεί τις απαιτήσεις τους, όπως ο Ελ. Βενιζέλος, του1911- 1912, ο οποίος παρά την επαναστατική του προέλευση, δεν υιοθέτησετις θέσεις του «Στρατιωτικού Συνδέσμου»(που τον είχε καλέσει, από την Κρήτη, ως πολιτικό σύμβουλο), αναφορικά με την κατάργηση της Δυναστείας και την απομάκρυνση των βασιλόπαιδων, από το στράτευμα, και παρά τα όσα προφητικά του έλεγε ο αρχηγός του «Κινήματος του 2009», Ν. Ζορμπάς, ότι « βάζει ένα φίδι στον κόρφο του», ανέθεσε, τελικά, την αρχιστρατηγία του στρατεύματος, στον διάδοχο Κωνσταντίνο και κατοπινό βασιλιά, που είχε παντρευτεί την Γερμανίδα Σοφία ( αδελφή του αυτοκράτορα Γουλιέλμου Β΄της Γερμανίας), για να…εισπράξει, αργότερα, τις… «ευχαριστίες» του, στα χρόνια του Εθνικού Διχασμού!

Το «ειδύλλιο» του Γ. Παπανδρέου με τα Ανάκτορα, διήρκεσε, μόλις, ένα χρόνο, παρά τις υποχωρήσεις που έκανε ο πρωθυπουργός αναθέτοντας το υπουργείο Εθνικής Αμυνας στον « έμπιστο» των Ανακτόρων, Πέτρο Γαρουφαλιά και παρά την αύξηση της βασιλικής χορηγίας, που προκάλεσε, δικαιολογημένα, τις πρώτες λαϊκές αντιδράσεις.

Εξάλλου, και η ετερόκλητη σύνθεση της Ένωσης Κέντρου, σύντομα, αποδείχτηκε εύθραυστη και οι εσωτερικές διαφωνίες και οι δυσαρέσκειες άρχισαν να διαταράσσουν την κυβερνητική ενότητα.

Το «Κυπριακό» ζήτημα ( που ξανάνοιξε το 1964, μετά την κατάρρευση, το 1963, της «θνησιγενούς» Συνθήκης Ζυρίχης- Λονδίνου, του 1959), μετά την αρνητική στάση που κράτησε ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου- στο ταξίδι του, στην Αμερική-απέναντι στην λύση που του πρότεινε ο πρόεδρος Τζόνσον, πρόσθεσε, ακόμη, έναν ισχυρό, εξωτερικό παράγοντα που θα συνέβαλε στην συντόμευση της κυβερνητικής του εξουσίας, όπως διέβλεψε και ο ίδιος ο Γ.Π. λέγοντας «Δεν θα μου το συγχωρήσει (ο Τζόνσον). Θα το πληρώσω»!

Οι αλλαγές που σχεδίαζε η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου και οι τομές που προωθούσε, καθώς και οι ριζοσπαστικές θέσεις που υποστήριζε στους λόγους του ο Ανδρέας Παπανδρέου, πολύ σύντομα, προκάλεσαν ανησυχία, στο μετεμφυλιακό κατεστημένο, στο παλάτι και τον αμερικανικό παράγοντα∙ και με τα πρώτα «δείγματα γραφής», στον τομέα της Παιδείας, η κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου, δέχτηκε την επίθεση από τις δυνάμεις της αντίδρασης που συνέχιζαν να εμπνέονται από τα ιδεολογικά κατάλοιπα του εμφυλιοπολεμικού παρελθόντος.

Η πρώτη μεταρρύθμιση που πραγματοποίησε η κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου, με υπουργό της Εθνικής Παιδείας τον ίδιον τον πρωθυπουργό, με υφυπουργό τον Λουκή Ακρίτα και Γενικό Γραμματέα τον μεγάλο Παιδαγωγό, Ευάγγελο Παπανούτσο, ήταν η θέσπιση της «δωρεάν Παιδείας», καθώς και των υποτροφιών στους φτωχούς και αριστεύοντες μαθητές και φοιτητές, που είχαν, όπως έλεγε ο Γ. Π. « την σφραγίδα της δωρεάς»! Στις 11 Απριλίου του 1964, με το Νομοθετικό Διάταγμα 4379/1964:

1.Καθιερώνεται η υποχρεωτική εκπαίδευση όλων των Ελληνοπαίδων, από την ηλικία 6-15 ετών.

2. Καταργούνται τα εκπαιδευτικά τέλη, που πλήρωναν για την εγγραφή τους στα σχολεία και τα πανεπιστήμια, ακόμα και φτωχοί μαθητές και φοιτητές ( η εγγραφή στο πανεπιστήμιο- και η «περγαμηνή» για την λήψη πτυχίου- ισοδυναμούσε- μέχρι τότε- με ένα ολόκληρο μισθό δημοσίου υπαλλήλου!) και καθιερώνεται η δωρεάν διανομή των σχολικών βιβλίων και των επιστημονικών συγγραμμάτων, σε μαθητές και φοιτητές, καθώς και η σίτιση και η μεταφορά των μαθητών, από τα χωριά τους, στην έδρα του σχολείου.

3. Αναγνωρίζεται ως γλώσσα διδασκαλίας, σε όλες τις βαθμίδες της Γενικής Εκπαίδευσης η Δημοτική Γλώσσα και η ισοτιμία της Καθαρεύουσας, στην Μέση Εκπαίδευση.

4.Εμπλουτίζεται το σχολικό πρόγραμμα διδασκαλίας με τα νέα μαθήματα της Κοινωνιολογίας και Οικονομίας, ανανεώνονται τα σχολικά βιβλία και καθιερώνεται, στην υποχρεωτική Εκπαιδευτική βαθμίδα, η διδασκαλία, από μετάφραση, των Αρχαίων Ελληνικών Κειμένων.

5.Καθιερώνεται το «Ακαδημαϊκό Απολυτήριο», για την εισαγωγή στα ΑΕΙ.

6. Ιδρύεται το «Παιδαγωγικό Ινστιτούτο» και στελεχώνεται από κορυφαίους παιδαγωγούς και επιστήμονες.

7. Επεκτείνονται οι υποτροφίες στους αριστεύοντες μαθητές και σπουδαστές.

8. Ενισχύονται οικονομικά οι εκπαιδευτικοί όλων των βαθμίδων και διευρύνεται η επιμόρφωση δασκάλων και καθηγητών της Μ.Ε.

Και η Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση -όπως σχεδίαζαν οι πρωτεργάτες της- θα ολοκληρωνόταν με την οργάνωση της Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, καθώς και με ένα πρόγραμμα οικοδόμησης νέων σχολικών κτιρίων, το οποίο θα συνέχιζε την κοσμογονία, στην ανέγερση σχολικών κτιρίων, που επιτέλεσε, το 1929, ως υπουργός της Παιδείας, στην τελευταία κυβέρνηση του Ελ. Βενιζέλου, ο Γεώργιος Παπανδρέου!

Παρά την ορθότητα, την αναγκαιότητα και την χρησιμότητα, καθώς και την μετριοπάθεια που χαρακτήριζε την «Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση Παπανούτσου- Γ. Παπανδρέου» (όπως πέρασε στην Ιστορία, η εκπαιδευτική πολιτική του Γ. Παπανδρέου), αντιμετώπισε την οξύτατη αντίδραση, από ένα πλήθος υπερασπιστών των οπισθοδρομικών αντιλήψεων, των παραχαραγμένων « εθνικών ιδεωδών» και των … «πατροπαράδοτων»προλήψεων και προκαταλήψεων: « Γλωσσαμύντορες», «Θρησκειοκάπηλοι» και « Εθνοκάπηλοι» κατήγγειλαν τα μέτρα της Εκπαιδευτικής Μεταρρύθμισης ότι «απεργάζονται τον αφελληνισμό των Ελληνοπαίδων, ότι προσβάλλουν την Χριστιανική θρησκεία και καλλιεργούν την αθεΐαν» (ιδιαίτερα επικρίθηκε το νέο σχολικό βιβλίο της Ρωμαϊκής και Βυζαντινής Περιόδου, για «κατάφωρη προσβολή της Χριστιανικής Θρησκείας», διότι ο συγγραφέας της Κ. Καλοκαιρινός ανέφερε -άκουσον, άκουσον: ότι, όταν πρωτοεμφανίστηκε ο Χριστιανισμός, θεωρήθηκε από τους Ρωμαίους ως «μία ιουδαϊκή θρησκευτική αίρεση», την οποίαν χαρακτήρισαν «ως περίεργη ανατολική δοξασία», ανάμεσα στα πολλά ανατολικά θρησκεύματα, που κατέκλυζαν την Ρώμη. Τέτοια ασέβεια!

Και αυτό που κατέδειξε το έσχατο όριο, που μπορεί να φτάσει η κομματοκρατική αντίληψη και η μικροπολιτική σκοπιμότητα,ήταν ότι, σε αυτό το πλήθος των φανατικών πολέμιων της πνευματικής αναγέννησης και της εθνικής προόδου, συμπαρατάχθηκε και το κόμμα της, τότε, Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, όπου αρχηγός του ήταν ο Παν. Κανελλόπουλος, ένας από τους κορυφαίους εκπροσώπους του ευρωπαϊκού πνεύματος και, επίσης, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, βασικό στέλεχος, από την ίδρυση του κόμματος, της Ε.Ρ.Ε. και ένας από τους κορυφαίους διανοούμενους και εκπροσώπους της σύγχρονης φιλοσοφικής σκέψης!

Τελικά, επιβεβαιώθηκαν οι απόψειςκαι οι εκτιμήσεις του Αντρέα Παπανδρέου ότι το «κατεστημένο» και το Παλάτι θα αντιστρατεύονταν στο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της Ένωσης Κέντρου και στον εκδημοκρατισμό του κράτους. Η ευθεία και προκλητική παρέμβαση των Ανακτόρων στην κυβερνητική εξουσία εκδηλώθηκε με αφορμή την υπόθεση «Ασπίδα», που ενέπλεκε τον Αντρέα Παπανδρέου σε μια- μάλλον γελοία- «συνωμοτική οργάνωση» κάποιων «ελαφρόμυαλων» αξιωματικών στον ελληνικό στρατό.

Και παρ΄ όλον ότι ανέλαβε η Δικαιοσύνη, να διερευνήσει την υπόθεση «Ασπίδα», οι αντίπαλες δυνάμεις- που θορυβήθηκαν πως θα έχαναν το ισχυρότερο στήριγμα του καθεστώτος, τον στρατό- εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία να πλήξουν, προσωπικά, τον ίδιον τον πρωθυπουργό∙ και η ρήξη, ανάμεσα στον βασιλιά Κωνσταντίνο (και την Φρειδερίκη) και τον Γεώργιο Παπανδρέου, επήλθε, όταν ο εκλεγμένος από τον λαό πρωθυπουργός εξεδήλωσε την πρόθεση να αναλάβει ο ίδιος το Υπουργείο της Εθνικής Άμυνας και ο «Ανεύθυνος Άρχων» του απαγόρευσε να αντικαταστήσει τον, μέχρι τότε, εκλεκτό του παλατιού, Πέτρο Γαρουφαλιά.

Η αμφισβήτηση από τον ανώτατο πολιτειακό άρχοντα της εξουσίας -που είχε σύμφωνα με το Σύνταγμα- ο πρωθυπουργός να ορίζει τους υπουργούς του και το ιταμό ύφος των βασιλικών επιστολών, που εστάλησαν προς τον πρωθυπουργό της χώρας, ανάγκασαν τον Γεώργιο Παπανδρέου, στις 15 Ιουλίου του 1965, να υποβάλει την παραίτηση της κυβέρνησής του και να ζητήσει την άμεση διενέργεια των εθνικών εκλογών, προκειμένου, με την ετυμηγορία του λαού, να αρθεί η διαφωνία ανάμεσα στον ανώτατο άρχοντα και τον εκλεγμένο από τον λαό πρωθυπουργό.

Η νέα πολιτική κρίση, του 1965, θα οδηγήσει, για άλλη μια φορά, τον ελληνικό λαό στην αθλιότητα ενός παρελθόντος, που ήθελε να ξεχάσει, και, δυστυχώς, σε μια ακόμα εθνική συμφορά!

( συνεχίζεται)







 

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey