
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
{Δημοσθ. Κατ’ Αριστογ. Α, 21]
Μετά την εκλογή του Τραμπ στην Αμερική μια ανησυχία και αβεβαιότητα επικρατεί σε ολόκληρο τον κόσμο. Προμηνύονται κοσμογονικές αλλαγές σε παγκόσμια κλίμακα και πολλοί υποστηρίζουν πως τίποτε πια δε θα μείνει το ίδιο. Και το κακό είναι πως κάθε μέρα που περνά ο φόβος αυτός όλο και μεγαλώνει, γιατί ο Αμερικανός Πρόεδρος, νιώθοντας την παντοδυναμία του, προχωρεί σε εφαρμογή των προεκλογικών του διακηρύξεων. Και ο φόβος αυτός σκιάζει και ολόκληρη την Ευρώπη. Όπως δείχνουν τα πράγματα, οι εχθροί τείνουν να γίνουν φίλοι και οι φίλοι να γίνουν εχθροί.
Το πρόβλημα αυτό φυσικά αγγίζει και τη χώρα μας. Και ενώ «οι καιροί», όπως έλεγε ο Δημοσθένης, «ου μενετοί», οι πολιτικοί μας «περί άλλα τυρβάζουν». Όλη η δραστηριότητά τους επικεντρώνεται στο κατά τα άλλα τραγικό δυστύχημα των Τεμπών και ο μοναδικός τους σκοπός είναι να σύρουν τους εχθρούς τους στα δικαστήρια και να τους βάλουν φυλακή, σαν να μην υπάρχουν άλλα προβλήματα και άλλα πεδία αντιπαράθεσης. Έχουν κατορθώσει να σπείρουν την έχθρα και το μίσος στην ελληνική κοινωνία, να στρέψουν τον ένα εναντίον του άλλου και να διαρρήξουν τον ιστό της, παρόλο που ξέρουν ότι σήμερα παρά ποτέ είναι αναγκαία η ενότητα του ελληνικού λαού. Έχουν δηλητηριάσει την πολιτική ζωή του τόπου, έχουν δημιουργήσει ένα, όπως λέγεται, κλίμα «τοξικότητας» και έχουν κλονίσει την εμπιστοσύνη του λαού σε αρχές και αξίες. Σήμερα δεν υπάρχει πόλεμος μόνο μεταξύ των άλλων κομμάτων και της κυβέρνησης, αλλά και πόλεμος μεταξύ των άλλων κομμάτων και κανείς δεν ξέρει πού θα καταλήξει αυτό. Ο Πλάτων παρουσιάζει τον Πρόδικο στον Πρωταγόρα του να λέει στον Πρωταγόρα και τον Σωκράτη πως είναι σωστό να αμφισβητεί ο ένας την ορθότητα των λόγων του άλλου, αλλά να μην ερίζουν, να μη τσακώνονται μεταξύ τους, γιατί αμφισβητούν από καλή διάθεση ακόμη και οι φίλοι τους φίλους, αλλά τσακώνονται μόνο οι εχθροί μεταξύ τους (Πρωταγ. 337 B). Οι πολιτικοί μας συμπεριφέρονται σαν εχθροί και λίγο απέχουν από το να πιαστούν στα χέρια ακόμα και μέσα στη Βουλή προς δόξα της δημοκρατίας μας!
Και το πιο επικίνδυνο είναι ότι τίθεται εν αμφιβόλωι η αξιοπιστία της δικαιοσύνης. Είναι βέβαιο πως χωρίς δικαιοσύνη καμιά κοινωνία δεν μπορεί να λειτουργήσει. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, επειδή ο Δίας είχε φοβηθεί μήπως καταστραφεί το γένος των ανθρώπων, έστειλε τον Ερμή στους ανθρώπους να τους πάει την Αιδώ και τη Δίκη, τον σεβασμό και τη Δικαιοσύνη, «για να είναι στολίδια των πόλεων και συνεκτικοί φιλικοί δεσμοί» (Πρωταγ. 322. C: ίν’ είεν πόλεων κόσμοι τε και δεσμοί φιλίας συναγωγοί). Όρισε, μάλιστα, με νόμο «αυτόν που δε μπορούσε να δείξει αιδώ και πνεύμα δικαιοσύνης να τον σκοτώνουν σαν αρρώστια της πόλης» (Πρωταγ. 322 D: τον μη δυνάμενον αιδούς και δίκης μετέχειν κτείνειν ως νόσον πόλεως).
Βέβαια, όλοι οι πολιτικοί δηλώνουν ότι σέβονται τη δικαιοσύνη. Και δε θα μπορούσαν να κάνουν αλλιώς, γιατί η δικαιοσύνη είναι η τρίτη εξουσία, κατοχυρωμένη από το Σύνταγμα, δίπλα στη Νομοθετική της Βουλής και την Εκτελεστική της Κυβέρνησης. Στην πράξη, όμως, τα πράγματα αλλάζουν. Όλοι θέλουν μια δικαιοσύνη που εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους και απορρίπτουν κάθε άλλη απόφαση, που τη θεωρούν σκόπιμη και δολερή. Παλαιότερα μια πολιτικός που φιλοδοξούσε να αναλάβει την αρχηγία ενός κόμματος είχε δηλώσει ευθαρσώς πως «η κανονικότητα δεν ευνοεί το κόμμα της», πράγμα που σημαίνει πως πρέπει να διασαλέψουν αυτή την κανονικότητα περιφρονώντας τη δικαιοσύνη που την εξασφαλίζει και δημιουργώντας προβλήματα στην κυβέρνηση και την κοινωνία. Ένας άλλος «πατριώτης» αρχηγός κόμματος, αναφερόμενος στην κατά την άποψή του προσπάθεια της κυβέρνησης να συγκαλύψει το «έγκλημα των Τεμπών» δήλωσε από το βήμα της Βουλής (!) πως, «αν ήταν γονιός κάποιου αδικοχαμένου παιδιού, θα έπαιρνε τη δικαιοσύνη στα χέρια του», υιοθετώντας έτσι την αυτοδικία! Κατά τα άλλα αυτός ο κύριος φιλοδοξεί να κυβερνήσει τη χώρα μας!
Υπάρχει, όμως , και κάτι άλλο. Όλοι οι αρχηγοί των κομμάτων δηλώνουν πως δήθεν σέβονται τη δικαιοσύνη, αλλά δεν έχουν εμπιστοσύνη σε εκείνους που την εκφράζουν, δηλαδή στους δικαστές. Φυσικά, αυτό κανείς δεν το έλεγε, όταν είχε την εξουσία στα χέρια του. Είναι άδικο να τοποθετεί κανείς τη δικαιοσύνη στο απόσπασμα τη στιγμή που όλοι κάνουν ό τι μπορούν να την απαξιώσουν. Η δικαιοσύνη λειτουργεί με βάση νόμους που ψηφίζει το κοινοβούλιο και δεν ευθύνονται οι δικαστές, αν οι νόμοι δε διευκολύνουν το έργο τους. Από την άλλη πλευρά τι κάνουν τα κόμματα, για να πετύχουν τους στόχους τους; Πάρτε για παράδειγμα το δυστύχημα των Τεμπών. Όλοι προσπαθούν να κερδίσουν από αυτό, να το εκμεταλλευτούν, να το «εργαλειοποιήσουν», όπως επικράτησε να λέγεται. Κατηγορούν τη δικαιοσύνη και την κυβέρνηση ότι καθυστερεί, ενώ τα ίδια, εισάγοντας συνέχεια νέα στοιχεία, δημιουργούν αναβολές προσπαθώντας να παρατείνουν το πρόβλημα όσο πιο πολύ μπορούν και να το κρατήσουν στο προσκήνιο , γιατί αυτό τα «βολεύει».
Στη χώρα μας όλοι είναι «ειδικοί» και «επαϊοντες» σε όλα τα θέματα! Στην περίπτωση του τραγικού περιστατικού των Τεμπών κάθε μέρα βλέπει το φως και ένα «πόρισμα». Και κάθε πόρισμα γίνεται αφορμή για νέα αντιπαράθεση και καθυστέρηση. Ο Σωκράτης αναφερόμενος στην κατάσταση που επικρατούσε στην Αθήνα την εποχή του λέει πως «όταν η πόλη χρειαζόταν να κάνει κάτι σχετικό με την οικοδομική, καλούσε ως συμβούλους τους οικοδόμους και όταν χρειαζόταν να κάνει κάτι σχετικό με την ναυπηγική, καλούσε τους ναυπηγούς, και παρόμοια ενεργούσε σε θέματα που ήταν αντικείμενα διδασκαλίας και μάθησης. Και αν κάποιος επιχειρούσε να τους συμβουλέψει που δεν θεωρούσαν πως είναι τεχνίτης, και αν ήταν πολύ καλός άνθρωπος και πλούσιος και ευγενής, δεν τον αποδέχονταν, αλλά τον περιγελούσαν και δημιουργούσαν θόρυβο μέχρις ότου ή ο ίδιος κάτω από την επίδραση του θορύβου απομακρυνθεί ή τον τραβήξουν και τον απομακρύνουν οι τοξότες με εντολή των πρυτάνεων» (Πρωταγ. 319 B-C). Στη χώρα μας όλοι έχουν λόγο για όλα εκτός από τους «καθ’ ύλην ειδικούς»!
Η ουσία είναι μία. Όλοι πρέπει να ηρεμήσουν και αν δεν μπορούν να βοηθήσουν τη δικαιοσύνη να μελετήσει και να κρίνει αντικειμενικά την υπόθεση που μας απασχολεί, τουλάχιστον να μη δημιουργούν προσκόμματα. Γιατί δεν είναι δυνατό να αποφασίσει αντικειμενικά ένας δικαστής, όσο θαρραλέος και ευσυνείδητος και αν είναι αυτός, κάτω από την ψυχολογική πίεση που του δημιουργούν οι διάφορες συγκεντρώσεις των διαφωνούντων, όσο δικαιολογημένες και αν είναι αυτές, και οι άμεσες ή έμμεσες απειλές που δέχονται οι ίδιοι οι δικαστές ή το περιβάλλον τους. Με τα σημερινά δεδομένα ένα είναι βέβαιο, πως οι αντιδράσεις θα είναι πιο έντονες, αν τύχει και η απόφαση που θα πάρουν οι δικαστές να μη συμφωνεί με τις προσδοκίες των διαμαρτυρομένων.