Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Εκείνο που κατάλαβα, στα τόσα χρόνια που αρθρογραφώ αναφερόμενος στα πολιτικά πράγματατης εποχής μας, είναι ότι- ακόμα και εάν οι απόψεις, που υποστηρίζει ένας αρθρογράφος για όσα συμβαίνουν στην κοινωνία μας, είναι ορθές αναδεικνύοντας με απόλυτη αντικειμενικότητα την αλήθεια των όσων συμβαίνουν - είναι δύσκολο, έως αδύνατον- όση κι αν είναι η δύναμη των επιχειρημάτων του αρθρογράφου- να πείσει αυτούς που η ριζωμένη, από παλιά, πίστη τους στην δική τους «αλήθεια», είναι αντίθετη με αυτήν του αρθρογράφου∙ και, τελικά, αυτοί που μπορεί να πεισθούν, είναι όσοι βρίσκονται στο «ίδιο μήκος κύματος» με τον αρθρογράφο, όταν, δηλαδή, η άποψη του αρθρογράφου συμπίπτει με την πολιτική τοποθέτηση που έχουν οι ίδιοι.
Και αυτό μεν, το αποτέλεσμα μπορεί να ικανοποιεί πολλούς από τους αρθρογραφούντες∙ υπάρχουν, όμως, και κάποιοι αρθρογράφοι που δεν γράφουν, μόνον για τους «ομοϊδεάτες» τους και δεν αρκούνται σε αυτό το αποτέλεσμα, οι οποίοι ακολουθώντας το παράδειγμα του σοφού δάσκαλου Σωκράτη (ο οποίος εμπνεόμενος από την «ιερή τρέλα» του, το «Δαιμόνιο», όπως το αποκαλούσε, ήθελε «σώνει και καλά» να αποκαλύψει, την πλάνη και να «ξεγεννήσει» σαν την μητέρα του την μαμή, όπως έλεγε, την αλήθεια), επιμένουν και αυτοί, στον διάλογο με τους αναγνώστες τους και αναζητούν, απαλλαγμένοι από προϋπάρχουσες πίστεις, εκείνη την αλήθεια που μπορεί να προκύψει μέσα από την απροκατάληπτη επανεξέταση των ιστορικών γεγονότων του παρελθόντος, με την πεποίθηση ότι, μέσα από την γνώση αυτών που προηγήθηκαν, θα ερμηνευτούν- ασφαλέστερα- και όσα ακολούθησαν, μέχρι και τα τωρινά.
Με την σειρά των ιστορικών άρθρων μου που δημοσιεύτηκαν, τελευταία, προσπάθησα να εφαρμόσω την «συμβουλή» του αρχαίου Έλληνα Ιστορικού Πολύβιου ότι «μηδεμίαν ετοιμοτέραν είναι τοις ανθρώποις διόρθωσιν της των προηγουμένων πράξεων επιστήμης», διότι «αληθινωτάτην μεν είναι παιδείαν και γυμνασίαν προς τας πολιτικάς πράξεις την εκ της Ιστορίας μάθησιν, εναργεστάτην δε και μόνην διδάσκαλον…» (τίποτα δεν διορθώνει ευκολότερα τους ανθρώπους, όσο η καλή γνώση του παρελθόντος, διότι η γνώση της Ιστορίας είναι η πιο αληθινή παιδεία και προετοιμασία για την πολιτική ζωή και ο καλύτερος δάσκαλος για το μέλλον)∙ και παρά την συναισθηματική φόρτιση, που μπορεί να έχει ο κάθε αρθρογράφος από τα γεγονότα, που βίωσε και ο ίδιος, προσωπικά, προσπάθησα να εξιστορήσω τα επώδυνα και θλιβερά γεγονότα της νεοελληνικής μας Ιστορίας «ούτε προς χάριν ούτε προς φθόνον αλλ΄ ουδέ προς μίσος ή προς εύνοιαν», όπως γράφει ο Ιστορικός Φραντζής, προκειμένου να καταδείξω τις συνθήκες κάτω από τις οποίες δημιουργήθηκαν οι κρίσεις, καθώς και τα αίτια που αυτές οι κρίσεις κατέληξαν, ανεξέλεγκτες, σε γενικευμένες εμφύλιες συγκρούσεις με τα γνωστά ολέθρια αποτελέσματά τους.
Μετά από αυτές τις μαύρες σελίδες της νεολληνικής Ιστορίας μας, που δεν μπορεί παρά να μαυρίζουν την ψυχή του κάθε Έλληνα πατριώτη, με τη νέα σειρά των άρθρων που εγκαινιάζω, από σήμερα, «αλλάζουμε σελίδα», για να γνωρίσουμε, μερικές φωτεινές στιγμές της Ιστορίας μας, πιστεύοντας ότι και από την ανάμνηση αυτών των γεγονότων, που αναδεικνύουν την άλλη Ελλάδα, με την δύναμη, την ομορφιά και το μεγαλείο που κρύβει- πολλές φορές - η άλλη πλευρά της ψυχής των Ελλήνων, μπορούμε να αντλήσουμε πολύτιμα διδάγματα και να πορευτούμε, στο μέλλον, με περισσότερη αυτογνωσία και πίστη στις «δυνάμεις του καλού», που έχουμε μέσα μας, και με τις οποίες μπορούμε- υπερνικώντας τις «δυνάμεις του κακού», που προκάλεσαν, στο παρελθόν, τις εθνικές συμφορές- να επαναλάβουμε το θαύμα της «Αποκάλυψης» των μεγάλων και θαυμαστών, τα οποία μπορεί να πετύχει ο Ελληνισμός, αγωνιζόμενος με εθνική ενότητα και ομοψυχία, για να επιτύχει εκείνους τους υψηλούς και πανελλήνιους στόχους, που υπερβαίνουν το ατομικό συμφέρον και την «κακομοιριά» της μονοκομματικής πολιτικής!
Το «ΟΧΙ» του ελληνικού λαού, το 1940, στον ιταμό εισβολέα
Πώς έγινε αυτό το θαύμα!
Πώς το φτεροκομμένο πνεύμα της αντίστασης, από την Μεταξική δικτατορία, ξανάβγαλε φτερά και μέσα σε μια ώρα, μεταμορφώθηκε σε τεράστια φλόγα που φλόγισε τα μυαλά και τις καρδιές των Ελλήνων!
Ακόμα, κι αυτοί οι φυλακισμένοι και οι εξόριστοι, από το Μεταξικό καθεστώς, ζήτησαν να συστρατευτούν, στον κοινό αγώνα, κατά των φασιστών εισβολέων!
Λες και δεν ήταν πόλεμος, αυτό που ξεκινούσε, εκείνη τη μέρα του Οκτώβρη!
Περισσότερο έμοιαζε σαν πανηγύρι, όπου ένας ολόκληρος λαός, πιασμένοι όλοι χέρι, χέρι, και χορεύοντας τον Πυρρίχιο χορό των προγόνων τους, ανέβαιναν στα βουνά της Ηπείρου, αποφασισμένοι να πολεμήσουν και να νικήσουν…
(από όσα άκουσα να διηγούνται οι μεγαλύτεροι στην ηλικία, της γενιάς του 40 και όπως περιέγραψαν εκείνες τις μεγάλες στιγμές οι μεγάλοι συγγραφείς και λογοτέχνες μας).
«Δευτέρα 28. Κοιμήθηκα δύο το πρωί, διαβάζοντας Μακρυγιάννη. Στις τρεις και μισή μια φωνή μέσα από το τηλέφωνο με ξύπνησε: «έχουμε πόλεμο». Τίποτα άλλο. Ο κόσμος είχε αλλάξει. Η αυγή, που λίγο αργότερα είδα να χαράζει πίσω απ’ τον Υμηττό, ήταν άλλη αυγή: άγνωστη. Περιμένει ακόμη εκεί που την άφησα. Δεν ξέρω πόσο θα περιμένει, αλλά ξέρω πως θα φέρει το μεγάλο μεσημέρι».
Γιώργος Σεφέρης Μέρες Γ’ 16 Απρίλη 1934-14 Δεκέμβρη 1940.
Στις 10 Νοεμβρίου 1940 δημοσιεύεται στην εφημερίδα «Νέα Ελλάς» η διαμαρτυρία των Ελλήνων διανοουμένων: «Είναι δύο εβδομάδες τώρα, που ένα τελεσίγραφο μοναδικό στα διπλωματικά χρονικά των Αθηνών, για το περιεχόμενον, την ώρα και τον τρόπο που το παρουσίασε η Ιταλία, κάλεσε την Ελλάδα να της παραδώσει τα εδάφη της, να αρνηθεί την ελευθερία της και να κατασπιλώσει την τιμήν της.
Οι Έλληνες δώσαμε, στην ιταμή αυτή αξίωση της φασιστικής βίας, την απάντηση που επέβαλαν τριών χιλιάδων ετών παραδόσεις, χαραγμένες βαθιά στην ψυχή μας, αλλά και γραμμένες στην τελευταία γωνιά της ιερής γης, με το αίμα των μεγαλύτερων ηρώων της ανθρώπινης ιστορίας.
Και αυτή τη στιγμή κοντά στο ρεύμα του Θυάμιδος και στις χιονισμένες πλαγιές της Πίνδου και των Μακεδονικών βουνών πολεμούμε, τις περισσότερες φορές με τη λόγχη, αποφασισμένοι να νικήσουμε ή να αποθάνουμε μέχρις ενός. Σ’ αυτό τον άνισο σκληρότατο αλλά πεισματώδη αγώνα, που κάνει τον λυσσασμένο επιδρομέα να ξεσπάζει κατά των γυναικών, των γερόντων και των παιδιών, να καίει, να σκοτώνει, να ακρωτηριάζει, να διαμελίζει τους πληθυσμούς στις ανοχύρωτες και άμαχες πόλεις μας και στα ειρηνικά χωριά μας, έχουμε το αίσθημα ότι δεν υπερασπιζόμαστε δική μας μόνον υπόθεση: Ότι αγωνιζόμεθα για την σωτηρία όλων εκείνων των Υψηλών αξιών που αποτελούν τον πνευματικό και ηθικό πολιτισμό, την πολύτιμη παρακαταθήκη που κληροδότησαν στην ανθρωπότητα οι δοξασμένοι πρόγονοι και που σήμερα βλέπουμε να απειλούνται από το κύμα της βαρβαρότητας και της βίας.
Ακριβώς αυτό το αίσθημα εμπνέει το θάρρος σε μας τους Έλληνες διανοουμένους, τους ανθρώπους του πνεύματος και της τέχνης, ν’ απευθυνθούμε στους αδελφούς μας όλου του Κόσμου και να ζητήσουμε όχι την υλική αλλά την ηθική βοήθεια τους. Ζητούμε την εισφορά των ψυχών, την επανάσταση των συνειδήσεων, το κήρυγμα, την άμεση επίδραση, παντού, όπου είναι δυνατόν, την άγρυπνη παρακολούθηση και την ενέργεια για ένα καινούργιο πνευματικό Μαραθώνα, που θα απαλλάξει τα δυναστευόμενα Έθνη από τη φοβέρα της πιο μαύρης σκλαβιάς που γνώρισε ως τώρα ο κόσμος.
Κωστής Παλαμάς, Σπύρος Μελάς, Άγγελος Σικελιανός, Γεώργιος Δροσίνης, Σωτήρης Σκίπης, Δημήτριος Μητρόπουλος, Κ. Δημητριάδης, Νικόλαος Βέης, Κ. Παρθένης, Ιωάννης Γρυπάρης, Γιάννης Βλαχογιάννης, Στρατής Μυριβήλης, Κώστας Ουράνης, Μιλτιάδης Μαλακάσης, Γρηγόριος Ξενόπουλος, Αλέξανδρος Φιλαδελφεύς, Αρίστος Καμπάνης.»
«...Αυτή η ομοθυμία των δέκα εκατομμυρίων Ελλήνων, με την οποία αντίκρυσαν το φοβερό γεγονός του πολέμου, είναι θαρρώ το πιο σπουδαίο φαινόμενο στην ιστορία του έθνους.
Η Ελλάδα σύσσωμη, σύψυχη, στάθηκε μπροστά στο ανοιχτό βιβλίο της Μοίρας και υπαγορεύει το νέο κεφάλαιο της ιστορίας της (...) Αυτό το θάμα δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται μέσα στην ιστορία της φυλής. Δε θα ‘ναι και η στερνή. Γιατί η Ελλάδα, μέσα στο προνομιούχο κύτταρο της , είναι ένας αιώνια νέος και ολοζώντανος οργανισμός. Είναι η ίδια η έννοια της νιότης, ενσαρκωμένη σε μια ράτσα εύστροφη, ευφάνταστη, γεμάτη πείσμα και γοητευτική τρέλα. Απ’ την άλλη μεριά των συνόρων μας χτυπά ένας λαός 45 εκατομμυρίων. Τον νικούμε, γιατί είμαστε μια φυλή αρσενική και λεύτερη, κι αυτοί είναι μια φυλή από 45 εκατομμύρια σκλάβους…».
Άρθρο του Στρατή Μυριβήλη «Η ώρα της Ιστορίας», 15 Νοεμβρίου 1940, στο περιοδικό Νέα Εστία.
Ο Κωστής Παλαμάς θα γράψει το ποίημα Στη νεολαία μας:
«Αυτό κρατάει ανάλαφρο μες στην ανεμοζάλη,
το από του κόσμου τη βοή πρεσβυτικό κεφάλι,
αυτό το λόγο θα σας πω, δεν έχω άλλο κανένα: Μεθύστε με τα’ αθάνατο κρασί του Εικοσιένα».
Ο Άγγελος Σικελιανός δημοσιεύει στις 15 Νοεμβρίου 1940 στη Νέα Εστία το ποίημα «Εικοσιοχτώ του Οχτώβρη 1940».
«…Κανείς δεν θα ξεφύγει τη γενιά του!
Το βάρος της θα σπάσει ως τη στιγμή,
που βγαίνοντας από τη λησμονιά του,
στο φως, που πια δεν στέκουν δισταγμοί
Ελέγαμε: Ένα Μαραθώνα ακόμα!
Ελέγαμε: Μια Σαλαμίνα ακόμα!
Ελέγαμε: Ακόμα ένα εικοσιένα!
Κι ήρτες, τέλος, συ, Μητέρα-Μέρα,
όπου αγκάλιασες κι ανύψωσες ολόκληρα τα περασμένα,
στον ανώτατο λυτρωτικό σκοπό τους,
στον υπέρτατο τους ηθικόν Ιστορικό Ρυθμό!..
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος θα γράψει το ποίημα «Μάνα και γιος»:
«Στης Πίνδου την κορφή όρθιος να στέκει ο γιος της,
μπρούντζος, χιόνι και σύννεφο.
Κι αχολόγαγε η Πίνδος, σαν να ‘χε ο Διόνυσος γιορτή!
Τα φαράγγια κατέβαζαν τραγούδια
κι αναπήδαγαν τα έλατα
και χόρευανοι πέτρες!
Κι όλα φώναζαν: Ίτε παίδες Ελλήνων!
Φωτεινές σπάθες οι ψυχές σταυρώναν στον ορίζοντα,
ποτάμια πισωδρόμιζαν, τάφοι μετακινιόνταν…».