Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Για άλλη μια φορά ένιωσα το πνεύμα του, άκουσα τα βήματά του, διδάχτηκα από τις διδαχές του και, μειλίχιο όπως πάντα αλλά πρωτοπόρο, τον είδα να μας ευλογεί, να μας παροτρύνει για προσφορά με το έργο του και να μας πυρπολεί με το δυναμισμό του.
Κι όλα τούτα, όταν βρέθηκα στο Μουσείο «Ειρηναίος Γαλανάκης», που με πολύ αγώνα και φροντίδα ίδρυσαν εδώ, στην Κίσσαμο Χανίων.
Σε μια περίοδο κρίσης όχι μόνο οικονομικής, αλλά κυρίως αξιών, θεσμών και προσώπων, σε μια κρίση πολιτισμού που διερχόμαστε και χάνουμε τα ελπιδοφόρα νιάτα μας, είναι μεγαλύτερη από ποτέ η αξία ενός μουσείου. Ιδιαίτερα όταν τούτο αφορά κάποιο δικό μας άνθρωπο, τον πατέρα μας, τον Πνευματικό μας, το «Μεγάλο Παππού της Κρήτης» μας.
Έτσι γινόμαστε κοινωνοί της ανθρώπινης ζωής αλλά και του ποιμαντικού, πνευματικού και κοινωνικού του έργου που, ο ίδιος, με τη σεμνότητα που τον χαρακτηρίζει, έλεγε: «Ποιο έργο; Δεν είναι δικό μου. Έργο Θεού είναι». Όμως ο ογκόλιθος αυτός της Ορθοδοξίας με τον υγιή και σκληρό αγώνα του έκανε το όραμα πράξη και την πράξη διδαχή κι ορόσημο για τους επερχόμενους, για τα παιδιά, για τα εγγόνια του, όλης της Κρήτης τα εγγόνια, κι ακόμη παραπέρα.
Τον θυμάμαι σε βαθιά γεράματα, ερχόταν στο μικρό Σφηνάρι, λειτουργούσε με απλότητα και προς το τέλος, έπαιρνε μια καρέγλα, καθόταν μπροστά στην Ωραία Πύλη, παρότρυνε τους πιστούς «Καθίστε, μην κουράζεστε, να μιλήσουμε…» κι άρχιζε ένα θεοφώτιστο κήρυγμα που άγγιζε τις ψυχές όλων μας.
Είχα επίσης τη μεγάλη χαρά το 1970 να έρθω από την Αθήνα στο Κολυμπάρι με το συνεργείο ηχογραφήσεων του Υπουργείου Γεωργίας για να μου παραχωρήσει μια συνέντευξη σχετικά με το έργο του. Έψαχνα να βρω τον Επίσκοπο, όταν ξαφνικά εμφανίστηκε μπροστά μου ένας απλός κληρικός με ξεθωριασμένο ράσο κι ασκεπής, κι ως ετοιμαζόμουν να ρωτήσω πού είναι ο Σεβασμιότατος, με πρόλαβε λέγοντάς μου:
«Μαζί θα τα πούμε. Καλύτερα εδώ έξω, παρά στο γραφείο». Και καθίσαμε στα σκαλιά της νεόδμητης Ορθόδοξης Ακαδημίας Κρήτης, όπου μου έδωσε πράγματι σοφές απαντήσεις στα ερωτήματά μου. Με κρατούσε δέσμιο των σκέψεών του. Κι ήταν η μοναδική φορά στη ζωή μου που ένας φωτισμένος Ιεράρχης που ήξερε πολύ καλά τι έλεγε και τι έπραττε, έβαζε, σχεδόν πάντα, πριν από κάθε του συλλογισμό τη λέξη «νομίζω».
Ο βίος και το έργο του Μητροπολίτη Ειρηναίου Γαλανάκη αποτελεί λαμπερό αστέρα που φέρνει τον ταλαιπωρημένο οδοιπόρο σε σκιερό μετερίζι. Είναι ο «λύχνος στην κορφή του λόφου». Είναι ο στόχος κι ο σκοπός του Μουσείου τούτου.
Σπουδαίο το έργο, μα σπουδαία κι η απόφαση των συνανθρώπων μας να δημιουργήσουν το Μουσείο και γενικότερα το Ίδρυμα «Ειρηναίος Γαλανάκης», όσο ο ίδιος, υπεραιωνόβιος αλλά ακμαίος, βρίσκεται ακόμη ανάμεσά μας.
Συγχαρητήρια αρμόζουν στο Δ.Σ. της «Ένωσης Προβολής του Έργου του από Κισσάμου και Σελίνου Μητροπολίτου Ειρηναίου» για τούτη την απόφαση και στον καινούργιο μας Μητροπολίτη Αμφιλόχειο, που παραχώρησε το παλαιό οικοτροφείο θηλέων, κι αγωνίζεται να κρατήσει ψηλά το βαρύτιμο λάβαρο που κληρονόμησε. Είναι μια κίνηση που θέλει σθένος, μεγαλείο ψυχής κι αναγνώριση των ανθρωπίνων αξιών.
Ας μου επιτραπεί, τον ανάξιο, να υπογραμμίσω πως, με κοινά κριτήρια, δεν είναι καθόλου εύκολο κάποιος να υμνεί και να προβάλλει το έργο του προκατόχου του, όταν μάλιστα αιχμηρά βέλη σύγκρισης τον βομβαρδίζουν. Όμως χαίρομαι για το μεγαλείο του νέου Αρχιερέα μας, που ξεπέρασε ανθρώπινες αδυναμίες και μας οδηγεί στο δρόμο της αρετής.
Τούτη η μουσειακή γωνιά είναι μια κοιτίδα πολιτισμού, μια άγκυρα στις ομορφιές του τόπου μας, μια αγάπη στις αξίες της παράδοσης που μας κληροδότησαν οι προγόνοι μας, κι ένα μήνυμα θρησκευτικής πληρότητας.
Πολλά διδάσκεται όποιος διαβεί το κατώφλι του. Φτάνει να έχει ψυχής και σώματος τα μάτια, ανοιχτά.