Το γλαύκωμα είναι μία ασθένεια των ματιών, που αν παραμείνει ανεξέλεγκτη, συχνά οδηγεί σε τύφλωση. Συχνά ονομάζεται «ύπουλος κλέφτης της όρασης», διότι η ασθένεια αυτή στα αρχικά στάδια, δεν προκαλεί εμφανή συμπτώματα.
Το γλαύκωμα είναι μία ασθένεια των ματιών, που αν παραμείνει ανεξέλεγκτη, συχνά οδηγεί σε τύφλωση. Συχνά ονομάζεται «ύπουλος κλέφτης της όρασης», διότι η ασθένεια αυτή στα αρχικά στάδια, δεν προκαλεί εμφανή συμπτώματα. Σε πολλές περιπτώσεις, οι ασθενείς παραμένουν ασυμπτωματικοί μέχρις ότου συμβεί σοβαρή απώλεια της όρασης. Και δυστυχώς, όταν η βλάβη έχει ήδη επέλθει, δεν υπάρχει τρόπος αποκατάστασής της. Για το λόγο αυτό, η πρόληψη, η έγκαιρη διάγνωση και η έγκαιρη θεραπεία, είναι καθοριστικής σημασίας.
Στο γλαύκωμα προκαλείται σταδιακή βλάβη στα οπτικά νεύρα, τα οποία είναι υπεύθυνα για τη μετάδοση οπτικών ερεθισμάτων από τα μάτια στον εγκέφαλο (και συγκεκριμένα στον ινιακό λοβό του εγκεφάλου, όπου εδρεύει το κέντρο της όρασης).
Τα αίτια της βλάβης αυτής δεν είναι πλήρως εξακριβωμένα μέχρι σήμερα. Εκείνο που γνωρίζουμε είναι ότι η αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης είναι ένας από τους κυριότερους παράγοντες κινδύνου που σχετίζονται με τη νόσο του γλαυκώματος. Όταν τα οπτικά νεύρα πάθουν βλάβη από την υψηλή ενδοφθάλμια πίεση, τότε ένα μέρος των οπτικών ερεθισμάτων δεν μεταδίδεται από τα μάτια στον εγκέφαλο. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την απώλεια ενός τμήματος του οπτικού μας πεδίου. Στα αρχικά στάδια, η απώλεια του οπτικού πεδίου αφορά την περιφερική όραση (γι’ αυτό και δεν γίνεται εύκολα αντιληπτή από τον ασθενή), ενώ στα τελικά στάδια προσβάλλεται και η κεντρική όραση με τελική κατάληξη την τύφλωση.
Υπάρχουν διάφορες κατηγορίες γλαυκώματος. Η πιο συχνή ονομάζεται γλαύκωμα ανοικτής γωνίας, η οποία περιλαμβάνει το 80% όλων των περιπτώσεων.
Εμφανίζεται σταδιακά, συνήθως μετά την ηλικία των 40 ετών και προκαλεί προοδευτική στένωση των οπτικών πεδίων.
Γιατί η ενδοφθάλμια πίεση (ΕΟΠ) είναι τόσο σημαντική;
Το πρόσθιο τμήμα των ματιών είναι γεμάτο από ένα υγρό που ονομάζεται υδατοειδές. Το υγρό αυτό παράγεται μέσα στο μάτι και περιέχει θρεπτικά συστατικά για τα διάφορα μέρη του ματιού. Το υδατοειδές υγρό φυσιολογικά αποχετεύεται μέσα από ένα ειδικό αποχετευτικό σύστημα, το οποίο βρίσκεται στη γωνία του προσθίου θαλάμου.
Παραγωγή και αποχέτευση του υδατοειδούς υγρού φυσιολογικά βρίσκονται σε μία αρμονική ισορροπία, με αποτέλεσμα τη διατήρηση της ενδοφθάλμιας πίεσης σε φυσιολογικά όρια (10 έως 22mmHg). Η παρακώλυση της αποχέτευσης του υδατοειδούς υγρού, οδηγεί σε αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης, η οποία με τη σειρά της ενοχοποιείται για τις βλάβες που συμβαίνουν στα οπτικά νεύρα με το γλαύκωμα. Συνεπώς η μέτρηση της ενδοφθάλμιας πίεσης και η οφθαλμοσκόπηση των οπτικών νεύρων, είναι μέρη, καθοριστικής σημασίας, της οφθαλμολογικής εξέτασης και θα πρέπει να γίνονται σε όλους μας ιδιαίτερα μετά την ηλικία των 40 ετών ανεξάρτητα από την παρουσία ή όχι συμπτωμάτων. Η έγκαιρη διάγνωση είναι το «κλειδί» για την επιτυχή αντιμετώπιση του γλαυκώματος.
Ποιοι είναι οι παράγοντες κινδύνου για τη νόσο του γλαυκώματος;
1. Ηλικία άνω των 40 ετών
2. Κληρονομικό ιστορικό γλαυκώματος
3. Υψηλή ΕΟΠ
4. Σακχαρώδης Διαβήτης
5. Μυωπία
6. Μακροχρόνια τοπική ή συστηματική χρήση στεροειδών
7. Ιστορικό οφθαλμικού τραύματος
8. Μαύρη φυλή
Πώς αντιμετωπίζεται το γλαύκωμα;
Η μείωση της ΕΟΠ είναι το κυριότερο όπλο για την αντιμετώπιση του γλαυκώματος. Σε αρχικά στάδια γίνεται προσπάθεια μείωσης της ΕΟΠ με ειδικά κολλύρια. Σε περιπτώσεις που η ΕΟΠ δεν υποχωρεί με τα κολλύρια, τότε υπάρχει ένδειξη για επεμβατική αντιμετώπιση:
- Ακτίνες Laser μπορούν να χρησιμοποιηθούν με σκοπό την αύξηση της αποχέτευσης του υδατοειδούς υγρού από τις ήδη υπάρχουσες αποχετευτικές οδούς.
- Χειρουργική επέμβαση (τραμπεκουλεκτομή, βισκοκαναλοστομία κ.ά.) με σκοπό τη δημιουργία νέων αποχετευτικών οδών.
Το ευχάριστο είναι ότι με τα νέα κολλύρια τα οποία έχουμε στη διάθεσή μας, όλο και λιγότεροι γλαυκωματικοί ασθενείς χρειάζονται επεμβατική αντιμετώπιση. Η παρακολούθηση των γλαυκωματικών ασθενών περιλαμβάνει την μέτρηση της ΕΟΠ, τον έλεγχο των οπτικών πεδίων με αυτόματη περιμετρία, τον έλεγχο των οπτικών νεύρων με οφθαλμοσκόπηση, φωτογράφηση και άλλες εξειδικευμένες μεθόδους (αναλυτής οπτικών ινών, OCT, κ.ά.).
* Ο Ιωάννης Α. Μάλλιας είναι χειρούργος οφθαλμίατρος, Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής Αθηνών. Μετεκπαιδευθείς στην Οφθαλμολογική Κλινική του Πανεπιστημίου Columbia των ΗΠΑ, Διευθυντής Οφθαλμολογικού Τμήματος Mediterraneo Hospital.