Μία ακόμη μάχη στο μακροχρόνιο πόλεμο κατά του καρκίνου κέρδισε τα τελευταία χρόνια η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα, καθώς τα αποτελέσματα ελέγχου της νόσου στη χρόνια μυελογενή λευχαιμία ξεπερνούν το 90%!
Μία ακόμη μάχη στο μακροχρόνιο πόλεμο κατά του καρκίνου κέρδισε τα τελευταία χρόνια η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα, καθώς τα αποτελέσματα ελέγχου της νόσου στη χρόνια μυελογενή λευχαιμία ξεπερνούν το 90%!
«Πράγματι μπορούμε να μιλάμε για μια θεραπευτική επανάσταση, καθώς η πρόοδος της μοριακής βιολογίας έχει ενισχύσει τη θεραπευτική μας φαρέτρα με νέες πιο αποτελεσματικές στοχευόμενες θεραπείες», ανέφερε την Πέμπτη ο πρόεδρος της Ελληνικής Αιματολογικής Εταιρείας, κ. Νικόλαος Χαρχαλάκης, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Εβδομάδας Λευχαιμίας και Λεμφώματος (21 με 28 Ιουνίου).
«Τα εντυπωσιακά αποτελέσματα», σύμφωνα με όσα τόνισε ο κ. Χαρχαλάκης, «οφείλονται στη χρησιμοποίηση των αναστολέων κατά του ενζύμου που προκαλεί τη συγκεκριμένη μορφή λευχαιμίας.»
Αξίζει να τονιστεί πως η μόνη θεραπεία που υπήρχε για τη μυελογενή λευχαιμία μέχρι πρόσφατα ήταν η μεταμόσχευση, θεραπεία όμως που είχε θνητότητα από 10% - 40%.
Λευχαιμίες - λεμφώματα
Σύμφωνα με τα επιστημονικά στοιχεία που παρουσίασε η γενική γραμματέας της Αιματολογικής Εταιρείας, κ. Ελισάβετ Γρουζή, οι λευχαιμίες και τα λεμφώματα είναι μία κατηγορία κακοήθων νοσημάτων, δηλαδή καρκίνων. Οι λευχαιμίες ξεκινούν κατά κανόνα από το μυελό των οστών, ενώ τα λεμφώματα ξεκινούν συχνά από τους λεμφαδένες.
Σε αντίθεση με τους άλλους καρκίνους, τα νοσήματα αυτά εμφανίζουν συχνά μεγάλη ευαισθησία στη χημειοθεραπεία, στην ακτινοθεραπεία, καθώς και στην ανοσοθεραπεία και για το λόγο αυτό υπάρχει δυνατότητα ίασης ακόμη και στις περιπτώσεις που η προσβολή του οργανισμού είναι εκτεταμένη.
«Στη χώρα μας», ανέφερε χαρακτηριστικά η κ. Γρουζή, «έχουμε κάθε χρόνο περίπου 1.400 νέες περιπτώσεις λευχαιμίας και 2.000 περίπου περιπτώσεις λεμφωμάτων. Τόσο οι λευχαιμίες, όσο και τα λεμφώματα προσβάλλουν συχνότερα τους άνδρες σε σχέση με τις γυναίκες. Ακόμη, τα νοσήματα αυτά προσβάλλουν περισσότερο άτομα μεγαλύτερης ηλικίας.»
Αξίζει, όμως, απλά να αναφερθεί ότι η λευχαιμία είναι το συχνότερο νεόπλασμα της παιδικής ηλικίας. Τα νοσήματα αυτά εμφανίζουν μεγάλη ετερογένεια, δηλαδή υπάρχουν πολλές υποκατηγορίες, που διαφέρουν ως προς την κλινική πορεία, καθώς και ως προς την ανταπόκριση στη θεραπεία.
Μορφές λευχαιμίας και λεμφωμάτων
Οι τέσσερις συνηθέστερες μορφές λευχαιμίας είναι η οξεία μυελοβλαστική, η οξεία λεμφοβλαστική, η χρόνια λεμφογενής και η χρόνια μυελογενής. Οι διαφορές μεταξύ τους βασίζονται στην προέλευση των κακοήθων κυττάρων (μυελικά ή λεμφικά) και στην ταχύτητα εξέλιξης του νοσήματος, αν φυσικά δε δοθεί θεραπεία.
Τα λεμφώματα διακρίνονται σε πάρα πολλές υποκατηγορίες με βάση τα επιμέρους χαρακτηριστικά των κακοήθων κυττάρων. Οι κυριότερες υποκατηγορίες είναι το λέμφωμα Hodgkin και τα μη Hodgkin λεμφώματα, που διακρίνονται περαιτέρω σε Β ή Τ, ανάλογα με την προέλευσή τους από Β ή Τ λεμφοκύτταρα.
«Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει σημαντικότατα βήματα τόσο ως προς την κατανόηση της βιολογίας αυτών των νοσημάτων όσο και ως προς τη θεραπεία τους», ανέφερε ο αναπληρωτής καθηγητής και ταμίας της Αιματολογικής Εταιρείας, κ. Παναγιώτης Παναγιωτίδης, και προσέθεσε: «Σήμερα βρισκόμαστε στην ευχάριστη θέση να μπορούμε να θεραπεύουμε σημαντικό αριθμό ασθενών, κυρίως νεαρότερων ηλικιών, και το ζητούμενο να είναι το πώς αυτό θα επιτευχθεί με τη λιγότερη δυνατή θεραπεία.»
Μεταμόσχευση αιμοποιητικών κυττάρων
Η συγκεκριμένη θεραπεία χρησιμοποιείται ευρύτατα σε ασθενείς με λευχαιμίες και πραγματικά αρκετές φορές είναι η μόνη θεραπεία για τους ασθενείς αυτούς. Δυστυχώς, όμως, μόνο το 30% των ασθενών διαθέτουν συμβατό αδελφό για να χρησιμοποιηθεί ως δότης. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις η λύση είναι είτε η ανεύρεση κάποιου μη συγγενή δότη ο οποίος είναι συμβατός με τον ασθενή, είτε η ανεύρεση μοσχεύματος από αποθηκευμένο ομφαλιοπλακουντιακό αίμα. Είναι αυτονόητο ότι το αποθηκευμένο ομφαλοπλακουντιακό αίμα θα πρέπει να έχει αποθηκευθεί σε δημόσια και όχι σε ιδιωτική τράπεζα.
«Τα πράγματα», τόνισε μεταξύ άλλων ο πρόεδρος Εθελοντισμού της ΕΑΕ, κ. Στέλιος Γραφάκος, «δυστυχώς, τόσο ως προς την ύπαρξη μη συγγενών δοτών όσο και ως προς την αποθήκευση ομφαλιοπλακουντιακού αίματος σε δημόσιες τράπεζες στη χώρα μας, είναι απογοητευτικά, διότι:
- Στους μη συγγενείς δότες: Ελάχιστος είναι αριθμός των καταγεγραμμένων δοτών. Μόνο 20.000, ενώ στην Κύπρο με πληθυσμό 700.000 έχουμε 110.000 δότες.
- Υπάρχει βραδύτητα στην εξέταση της συμβατότητας των δειγμάτων και στην ανάρτηση των αποτελεσμάτων στις κατάλληλες ιστοσελίδες.
- Σχετικά συχνή είναι η άρνηση των εθελοντών δοτών να δεχτούν όταν αυτό τους ζητηθεί.
- Απουσία ελέγχου λειτουργίας του μεγάλου αριθμού των ιδιωτικών τραπεζών.»