Από την Κυριακή δεν έχω ακόμα συνέλθει. Πήγαμε ψάρεμα και τα μεσάνυχτα διπλάρωσαν το λιμάνι οι τράτες. Μέσα σε λίγες ώρες είχαν ξεχωρίσει τα «καθαρά» ψάρια από τα «δεύτερα».
Από την Κυριακή δεν έχω ακόμα συνέλθει. Πήγαμε ψάρεμα και τα μεσάνυχτα διπλάρωσαν το λιμάνι οι τράτες. Μέσα σε λίγες ώρες είχαν ξεχωρίσει τα «καθαρά» ψάρια από τα «δεύτερα».
Και τα δεύτερα, δίχως δεύτερη σκέψη, τα έριξαν νεκρά πίσω στη θάλασσα. Μπήκαμε σε μια τράτα και μαζέψαμε γύρω στα 20 κιλά σαφρίδια, «τζάμπα είναι, πάρτε όσα μπορείτε», μας είπαν. Ανάμεσα στα σαφρίδια (ένα βουναλάκι είχε γίνει, που το υπολογίσαμε κοντά στα 300 και πλέον κιλά) υπήρχε ένα σύννεφο από ζωή: μικρές γαρίδες, βραστόψαρα μικρά, μουγκριά, μικροσκοπικοί γαλέοι, σαλάχια και γόνος καλαμάρι, τόσος μα τόσος πολύς.
Οι εργάτες της τράτας, μεροκαματιάρηδες Αιγύπτιοι, εκτελούσαν εντολές: πήραν ένα φτυάρι και άρχισαν να ρίχνουν στη θάλασσα τα «δεύτερα». Οι γλάροι άρχισαν να κάνουν πανηγύρι, άσπρισε το σκοτεινό πέλαγος από τις φιγούρες τους, χαλούσε ο κόσμος από τις κραυγές τους. Η θάλασσα δεχόταν πίσω τον πλούτο της, όμως νεκρό. Αυτό γίνεται κάθε μέρα. Τόνοι φρέσκου ψαριού που θα μπορούσαν να είχαν θρέψει πολλές οικογένειες, φτηνά και υγιεινά, κατέληξαν φαγητό για τους γλάρους και τα μικρόβια του βυθού. Εδώ δίπλα στην πόρτα μας, στο Σίγρι, το Μόλυβο, τη Μυτιλήνη. Είμαστε ένα είδος απαίσιο: τέσσερα έως πέντε δέκατα από τα παγκόσμια αλιεύματα καταλήγουν πίσω στη θάλασσα νεκρά. Τόση σπατάλη ενώ ο κόσμος πεινάει.
Η καρδιά μου είναι τόσο βαριά, τόσο θλιμμένη... Το ότι έχουν μειωθεί σημαντικότατα τα αλιευτικά αποθέματα (παγκοσμίως) δεν είναι μυστικό μεταξύ των ειδικών... Το ότι όμως, ακόμα και μετά την καταστροφή που ήρθε (και έρχεται χειρότερη), συνεχίζουμε τις ίδιες τακτικές, αυτό είναι εντελώς αποκαρδιωτικό. Είχαμε μείνει με το στόμα ανοιχτό. Μας κόπηκε η όρεξη για ψάρεμα και πήγαμε για ύπνο. Τις αμέσως επόμενες μέρες ξεκίνησα μια μικρή έρευνα, ρωτώντας εμπόρους ψαριών και ιχθυολόγους για να καταλάβω αν αυτή η σπατάλη που είδα μπροστά στα μάτια μου, ήταν μια εξαίρεση. Με διαβεβαίωσαν ότι είναι η συνήθης πρακτική. Γιατί γίνεται αυτό; Από τη μια γιατί αν διατεθούν στην αγορά τα δεύτερα, θα πέσει η τιμή των «καθαρών» και θα μειωθούν τα περιθώρια κέρδους. Οπότε τα πετάμε, τα «θάβουμε». Από την άλλη, το εξής στενάχωρο: δεν υπάρχει αγορά για τα δεύτερα. Δεν ενδιαφέρει τους εμπόρους να αγοράσουν ποσότητα σαφριδιών που κάνουν στη λιανική πέντε ευρώ το 1,5 κιλό. Και από την άλλη, ο κόσμος, καλομαθημένος, δεν αγοράζει κοκάλια, σαφρίδια, ψιλή γαρίδα. Αντί για φτηνό φρέσκο ψάρι, μια τόσο σπουδαία επιλογή, προτιμάει να δώσει πέντε ευρώ για να τραφεί με άλλες τροφές, από εκείνες τις ανθυγιεινές και γεμάτες λίπη και συντηρητικά που έχει μάθει μέσα στο μοντέρνο τρόπο ζωής του.
Είναι τρομερό να σκεφτούμε πως με τα σκουπίδια και μόνο της Δύσης θα μπορούσαμε να είχαμε λύσει το πρόβλημα πείνας πολλών αναπτυσσόμενων χωρών. Δεν το πιστεύετε; Δείτε τι πετάμε στα σκουπίδια καθημερινά λόγω κακοδιαχείρισης. Δεν έχουμε αυτό το δικαίωμα.
Οι τράτες, για τις οποίες και μιλάμε, είναι από μόνες τους απαράδεκτες: είναι ένα εργαλείο καταστροφής που μέρα - νύχτα, με κάθε καιρό, χαλάει ό,τι πολύτιμο, το βυθό και την υποθαλάσσια ζωή. Και όσοι υποστηρίζουν πως η μηχανοκίνητη αλιεία έχει σώσει τον πληθυσμό από θέμα επάρκειας τροφής, ας σιωπήσουν: οι τράτες καταστρέφουν περισσότερα από όσα παρέχουν. Δεν αποτελούν αειφόρο μέθοδο συγκέντρωσης τροφής, αλλά μάστιγα που αφήνει πίσω της νεκρό τόπο οργώνοντας και «ξεπατώνοντας» τις ποσειδωνίες στα πελάγη. Σε συνδυασμό με την αντιοικολογική νοοτροπία μας, συντελούν στην καταστροφή του πολύτιμου υποβρύχιου κόσμου από τον οποίο όλοι μας και άμεσα εξαρτόμαστε.
Η οικολογική παιδεία, ο σεβασμός στο περιβάλλον που μπορούμε να διδάξουμε, ίσως φέρει στο προσκήνιο νέες γενεές που θα έχουν καταλάβει τα εγκλήματά μας και θα κάνουν κάτι να τα διορθώσουν, να σώσουν ό,τι θα σώζεται. Μέχρι τότε, έχουμε, εμείς που μπορούμε, την υποχρέωση να περνάμε το μήνυμα και να διαφεντεύουμε τη δική μας, έστω, ζωή, όσο πιο συνετά και όμορφα γίνεται, με λίγη σπατάλη και πολλή αγάπη προς κάθε τι το ζωντανό.