Τι μάθαμε από το μαστρο-Φίλιππα

01/07/2012 - 05:56
Ένα από τα πιο δύσκολα πράγματα είναι να πείσεις έναν ηλικιωμένο που έχει πάει για ψώνια, να μη φέρει μαζί στο γυρισμό έναν τόνο πλαστικές σακκούλες. «Θείο μου», του λες, «τι να τις κάνεις τόσες πλαστικές σακκούλες, είναι κακό για το περιβάλλον!»
Ένα από τα πιο δύσκολα πράγματα είναι να πείσεις έναν ηλικιωμένο που έχει πάει για ψώνια, να μη φέρει μαζί στο γυρισμό έναν τόνο πλαστικές σακκούλες. «Θείο μου», του λες, «τι να τις κάνεις τόσες πλαστικές σακκούλες, είναι κακό για το περιβάλλον!» Εκείνος στέκεται, σε κοιτάζει με απορία, χαίρε βάθος αμέτρητον, και έπειτα απαντάει: «Για το περιβάλλον; Βρε δεν τις θέλω για το περιβάλλον, να βάζω τα σκουπίδια μέσα θέλω.» Τι τις κάνουν οι ηλικιωμένοι τις σακκούλες; Είναι μυστήριο, μα σίγουρα όλο και κάπου χρησιμεύουν. Θυμάμαι τις κουζίνες των γιαγιάδων μου. Υπήρχαν ντουλάπια και συρτάρια γεμάτα πλαστικές σακκούλες. Σακκούλες μικρές και μεγάλες, σακκουλάκια, παρασάκκουλα, θα μπορούσε κανείς να ανοίξει Μουσείο της Σακκούλας. Πάντως η γιαγιά μου, όποτε πήγαινε για ψώνια φρόντιζε να μαζεύει κι άλλες πλαστικές σακκούλες, λες και θα τις τρώγαμε εν καιρώ πολέμου. Πώς να φυτέψεις οικολογική συνείδηση στους παππούδες και τις γιαγιάδες; Μέσα τους υπάρχουν χαραγμένα χρόνια δίσεχτα, τότε που για να επιβιώσεις έπρεπε να μαζέψεις, να κρύψεις, να φυλάς και να φυλάγεσαι. Οι περισσότεροι νέοι σήμερα δεν μπορούν να εξηγήσουν την εποχή που ζουν. Δεν έχουν μάθει να το κάνουν. Πόσο ακόμα ο ηλικιωμένος, που έχει δει μεγάλες αλλαγές να τον προσπερνούν δίχως να μπορεί να αλλάξει τα πράγματα. Κινητά, υπολογιστές, παγκοσμιοποιημένη οικονομία, όλα αυτά για τη μεγάλη πλειοψηφία των ηλικιωμένων είναι κάτι μεταξύ πραγματικότητας και μαγείας. Το ίδιο και τα προβλήματα για το περιβάλλον. Όπως λοιπόν και οι νέοι (από αδιαφορία και άγνοια), έτσι και οι ηλικιωμένοι (από άγνοια και αδιαφορία) δε θα διστάσουν να χρησιμοποιήσουν το φυτοφάρμακο κατά κόρον, το πετρέλαιο κατά βούληση, τις σακκούλες σαν ακίνδυνα, πλαστικά ζωάκια.
Υπήρξε όμως κάποιος, που παρά τη δυσκολία που είχε στο να καταλάβει το σύγχρονο κόσμο, μας δίδαξε οικολογική συνείδηση. Το όνομά του ήταν μαστρο-Φίλιππας και έμεινε γνωστός ως ένας από τους πιο αυθεντικούς και σπουδαίους ψαράδες. Φορούσε πάντα ένα άσπρο, ψάθινο καπέλο και από αυτό τον καταλάβαινε κανείς από μακριά. Πάντα ψάρευε με καλάμι, είχε κοντά του μικρά κουβαδάκια και μέσα τους σε τάξη τα δολώματα, τις πετονιές, μια πετσέτα για τα χέρια, λίγο νερό. Ακίνητος για ώρες πολλές στην ίδια στάση, έκανε τους πάντες να θαυμάζουν για το πόσο ατάραχος και προσηλωμένος ήταν στο ψάρεμα. Οι κουβέντες του ήταν λίγες, αν και ποτέ δε σε έκανε να νιώθεις ακάλεστος ή ανεπιθύμητος. Όσοι τον συναντούσαν ήθελαν να ανταλλάξουν μαζί του λίγες λέξεις, να του κλέψουν κανένα μυστικό ψαρέματος. Εκείνος ποτέ δεν αρνήθηκε την παρέα του, πότε δεν έδειχνε να ενοχλείται, και πάντα με ένα χαμόγελο κάτω από το άσπρο του μουστάκι έλεγε την καλημέρα, τη συμβουλή, το αστείο. Πότε δεν έχω ακούσει τη φωνή του να υψώνεται πάνω από μια ένταση, ό,τι και να έλεγε. Στα τελευταία του, όταν τον ρώτησα για τη μόλυνση και για το πόσο έχουν λιγοστέψει τα ψάρια στο Αιγαίο, εκείνος απάντησε, «είναι δύσκολο να σκοτώσεις τη θάλασσα. Ακόμα δεν πέθανε. Απλά έχει κλειστεί στον εαυτό της.».
Καθώς ο μαστρο-Φίλιππας ήταν παππούς του καλύτερού μου φίλου, είχα την τύχη να τον ζήσω από κοντά. Πριν ξεκινήσει το ψάρεμά του, έπρεπε να καθαρίσει την ακτή, ή έστω το μέρος όπου θα καθόταν. Μας έβαζε να τον βοηθήσουμε και μετά στο γυρισμό ρίχναμε τα σκουπίδια σε κάποιον κάδο. Μια μέρα ο φίλος μου γκρίνιαξε, «παππού, ανάγκη είναι να μαζεύουμε σκουπίδια πρωί-πρωί;». Ο μαστρο-Φίλιππας απάντησε: «ναι, είναι ανάγκη να ξελαφρώσουμε τη θάλασσα από τα βάρη που τις ρίχνουμε κάθε μέρα. Εκείνη θα μας ξελαφρώσει την καρδιά καθώς ψαρεύουμε, να μην της κάνουμε και εμείς ένα καλό;». Ήμασταν πολύ μικροί για να καταλάβουμε, κάτι μέσα μας, όμως, είχε πιάσει το νόημα. Άλλη μια φορά πέσαμε πάνω σε κοπάδι μαγιάτικα. Ο μαστρο-Φίλιππας έλεγε πως για να πιάσεις πολλά ψάρια πρέπει να αλλάζεις συχνά μέρος, μα πως, για να πιάσεις μεγάλο ψάρι, πρέπει να περάσεις όλο το ψάρεμά σου σε ένα μόνο μέρος. Εμείς όταν καταλάβαμε πως από κάτω μας είχε μαζευτεί κοπάδι, κάναμε σαν τους τρελούς. Πιάσαμε στα γρήγορα δυο μεγάλα ψαριά. Τρέχαμε πέρα δώθε να δολώσουμε, μπερδεύαμε τις πετονιές μας, ρίχναμε όπως-όπως, είχαμε σαστίσει. Βγάλαμε άλλα δυο μαγιάτικα, ο μαστρο-Φίλιππας ακίνητος, λες και δεν είχε συμβεί τίποτα, βαστούσε το καλάμι του και κοιτούσε τα νερά. Ο φίλος μου από τη βιασύνη του έριξε την πετονιά του στη θάλασσα και φώναζε δυνατά τι άτυχος που ήταν. Εκείνη τη στιγμή του καλάμι του μαστρο-Φίλιππα λύγισε στα δυο. Θυμάμαι καλά το πόσο πάλεψε για βγάλει αυτό το μαγιάτικο. Ο ήρεμος μαστρο-Φίλιππας έσφιγγε τα δόντια και πάλευε. Έβγαλε ένα ψάρι απίστευτο. Πώς το άντεξε το ξύλινο καλάμι του τόσο βάρος; Ήταν μεγάλη η τέχνη του. Χωρίς να μιλήσει, πήρε το ψάρι, το ξαγκίστρωσε και με τα δυο του χέρια, τόσο βαρύ ήταν, το έριξε πάλι μέσα στη θάλασσα. Εμείς οι μικροί είχαμε μείνει άφωνοι. Πώς μπόρεσε να το κάνει αυτό; Εμείς θα είχαμε πάρει και φωτογραφία με τέτοιο ψάρι! Ποτέ δε μας εξήγησε γιατί το έκανε, μα κάτι μέσα μας πάλι έμεινε, κάτι γλυκό και όμορφο. Ο μαστρο-Φίλιππας μόλις πέταξε το ψάρι στη θάλασσα, μάζεψε τα πράγματά του και μας είπε να πηγαίνουμε. Το άλλο πρωί ήταν πάλι στη γνωστή του θέση.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey